Δυσλειτουργία στην αγορά εισαγόμενων προϊόντων, καθώς οι προμηθευτές απαιτούν πλέον άμεση εξόφληση σε μετρητά
Μεγεθύνεται το πρόβλημα της εισαγωγής βασικών αγαθών και συγκεκριμένα φαρμάκων, τροφίμων και πετρελαίου στην Ελλάδα, καθώς έχει καταρρεύσει πλέον πλήρως η εμπιστοσύνη των ξένων εξαγωγέων προς την Ελλάδα εν γένει και τις επιχειρήσεις της ειδικότερα. Η σταθερή αύξηση των ποσοστών ασυνέπειας στις εμπορικές συναλλαγές, η οποία έχει ξεπεράσει το 10% και αναμένεται να εκτοξευθεί άνω του 14% φέτος, σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφει η ICAP, πολλαπλασιάζει το πρόβλημα.
Παράλληλα, η απροθυμία και πολλές φορές η αδυναμία των ελληνικών τραπεζών να εκδώσουν εγγυητικές επιστολές για λογαριασμό των εισαγωγέων, καθώς και το γεγονός ότι ακόμα και όταν εκδοθούν δεν γίνονται τις περισσότερες φορές δεκτές από τους ξένους, οδηγούν με ταχύτατους ρυθμούς σε ολοένα και μεγαλύτερα προβλήματα εφοδιασμού της αγοράς. Και καθώς συχνά τα εισαγόμενα προϊόντα είναι σημαντικά φθηνότερα των ελληνικών, γεννάται και ζήτημα πληθωρισμού, σε μια στιγμή που η εθνική οικονομία επιχειρεί τη μαζικότερη άσκηση αποπληθωρισμού στην ιστορία της.
«Ακάλυπτη» η χώραΗ δυνατότητα των ελληνικών επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου και μεταποίησης να εισάγουν προϊόντα και πρώτες ύλες έχει υπονομευθεί περαιτέρω τους τελευταίους λίγους μήνες από το γεγονός πως μεγάλοι ξένοι ασφαλιστικοί οίκοι, που ασφάλιζαν τις απαιτήσεις των ξένων από την Ελλάδα, είτε έχουν διακόψει τις ασφαλίσεις είτε έχουν περιορίσει σημαντικά το ύψος του τζίρου που ασφαλίζουν.
Από όσους πελάτες, δε, ακόμα δέχονται να ασφαλίσουν, ζητούν ιδιαίτερα αυξημένα ασφάλιστρα με αποτέλεσμα να αποθαρρύνονται οι εξαγωγές προς την Ελλάδα, να ανεβαίνει το κόστος τους και να μετακυλίεται στις τιμές. Αυτά, την ώρα που ο πόλεμος τιμών στα ράφια των σούπερ μάρκετ, που επιχειρούν να κρατήσουν τα μερίδια τους και να προστατεύσουν τους κύκλους εργασιών τους, πιέζει ήδη τα μεικτά περιθώρια κέρδους αφήνοντας ως μοναδική εναλλακτική στους επιχειρηματίες τη μείωση του μισθολογικού κόστους.
«Οι εισαγωγές πλέον γίνονται ως επί το πλείστον με καταβολή μετρητών για όσους διαθέτουν την απαραίτητη ρευστότητα», εξηγεί στην «Κ» βασικός μέτοχος μεγάλης ελληνικής αλυσίδας λιανεμπορίου προσθέτοντας πως «μόνον όσοι έχουν εξαιρετικές σχέσεις επί σειρά ετών και άψογο ιστορικό συνεργασίας με τους προμηθευτές τους μπορούν να εξασφαλίσουν πιστώσεις». Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις όμως, οι ξένοι «πιέζουν για ολοένα και συντομότερα χρονικά διαστήματα αποπληρωμής».
Ετσι, ενώ η αγορά δούλευε με πληρωμές 60 ή και περισσοτέρων ημερών, τώρα το διάστημα αυτό έχει κατέβει στις 30 ημέρες και η πίεση ακόμα και για εξόφληση στο 15νθήμερο είναι εντονότερη.
Ανάλογη ασφυξία επιβάλλεται στην ελληνική αγορά και από τις θυγατρικές πολυεθνικών τροφίμων ή φαρμάκων που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα. Εδώ επιχειρείται το κλείσιμο των πιστώσεων σε υποδιπλάσια χρονικά διαστήματα αυτών που ίσχυαν και εφαρμόζεται μάλιστα οριζοντίως, αφού οι πολιτικές εταιρικής διακυβέρνησης συχνά δεν επιτρέπουν την κατά περίπτωση αντιμετώπιση των πελατών τους. Ετσι, μεγάλη πολυεθνική στα ποτά έχει κατεβάσει τον χρόνο που ζητεί να εξοφλείται από τις 70 ημέρες στις 60 και τώρα πιέζει για μείωσή του στις 45 ημέρες.
Οι δύο από τις αλυσίδες λιανεμπορίου με τα μεγαλύτερα προβλήματα (η μία ήδη έχει χρεοκοπήσει και περάσει στην ιδιοκτησία μεγαλύτερου και υγιούς ανταγωνιστή της) πλήρωναν η πρώτη στις 150 ημέρες και η δεύτερη στις 180. Παρά την εξ ανάγκης αυτή μακρά πίστωση, τα προβλήματα διατηρούνται ή και μεγεθύνονται στην εναπομείνασα. Πιέζεται δε και αυτή για πληρωμές στις 45 ημέρες καθώς οι ξένοι επιχειρηματίες αποπειρώνται να περιορίσουν το ρίσκο τους.
«Το βασικό πρόβλημα είναι η παντελής απώλεια αξιοπιστίας του ελληνικού κράτους που συμπαρέσυρε και την εμπιστοσύνη προς τις τράπεζες και σκέπασε έτσι όλες τις εμπορικές επιχειρήσεις», εξηγεί επιχειρηματίας που εισάγει πρώτες ύλες από τη γερμανική Bayer μόνο όταν διαθέτει μετρητά για άμεση αποπληρωμή.
Το πρόβλημα εφοδιασμού με φάρμακα φαίνεται επίσης να γιγαντώνεται μετά τον πολλαπλασιασμό των χρεών του Δημοσίου προς ξένες πολυεθνικές και θυγατρικές τους στην Ελλάδα, σε επίπεδα που σύμφωνα με εκτιμήσεις ξεπερνούν τα 4 δισ. ευρώ. Οι παράλληλες εξαγωγές φαρμάκων από την Ελλάδα προς χώρες που έχουν υψηλότερες τιμές λιανικής αποστερεί ακόμα περισσότερο την εγχώρια αγορά από σκευάσματα, αναφέρουν στην «Κ» παράγοντες του κλάδου που δεν επιθυμούν να κατονομαστούν.
Πρόβλημα η ενεργειακή εξάρτησηΚαμπανάκι για τον εφοδιασμό της ελληνικής αγοράς με τις απαραίτητες ποσότητες αργού πετρελαίου έχει χτυπήσει από καιρό η επιβολή εμπάργκο στις εξαγωγές από το Ιράν, την ώρα που οι πιστώσεις από άλλους προμηθευτές είναι ουσιαστικά ανύπαρκτες.
Με τις ευρωπαϊκές τράπεζες, πόσο μάλλον τις ελληνικές, να αδυνατούν να καλύψουν με εγγυήσεις τα ποσά που απαιτούνται για τις εισαγωγές και τα οποία ανέρχονται σε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια ανά φορτίο, το ζήτημα κινδυνεύει να λάβει διαστάσεις εθνικής κρίσης.
Το πρόβλημα μεγεθύνεται και από τα χρέη καταναλωτών διυλισμένων πετρελαιοειδών στην Ελλάδα, όπως οι ακτοπλοϊκές, προς τις εταιρείες εμπορίας και διύλισης.
Επιπλέον, έρχεται σε μια στιγμή που έχει διαφανεί δυσκολία των ΔΕΠΑ και ΔΕΣΦΑ να προμηθευθούν φυσικό αέριο σε περιόδους που η κατανάλωση κορυφώνεται εάν η ροή από Τουρκία ή Ρωσία διαταραχθεί.
Η επείγουσα προκήρυξη για προμήθεια φορτίου υγροποιημένου φυσικού αερίου τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου, όταν η ροή από την Τουρκία διακόπηκε (με συμβατική κάλυψη των Τούρκων) εξαιτίας των μεγάλων αναγκών στη γείτονα, ανέδειξε το πρόβλημα ολοκάθαρα.
Οι δύο μεγάλες εταιρείες διύλισης της χώρας φροντίζουν να μειώνουν συνεχώς την εξάρτησή τους από το Ιράν. Η Μotor Oil έχει σταματήσει από καιρό τις εισαγωγές από το Ιράν, ενώ τα ΕΛΠΕ, στα οποία συμμετέχει το Δημόσιο και τελούν υπό αποκρατικοποίηση, τώρα οι πληροφορίες θέλουν να αναδιατάσσονται και αυτά ριζικά ως προς το χαρτοφυλάκιο των προμηθευτών.
Αναλυτές της αγοράς, προκειμένου να εξηγήσουν πόσο σοβαρό μπορεί να γίνει παγκοσμίως το πρόβλημα των χρηματοδοτήσεων, «δείχνουν» στο παράδειγμα του Ιανουαρίου με τον ευρωπαϊκό πετρελαϊκό όμιλο Pe troplus Holdings AG, ο οποίος και κατέρρευσε.
Η απεξάρτηση από το Ιράν πάντως είναι γενικό φαινόμενο και όχι μόνο στενά ελληνικό.
Αγώνας δρόμου για φάρμακα και χημικάΟι εισαγωγέςπρώτων υλών για φαρμακευτικές και χημικές εταιρείες όπως και αυτές καθεαυτές οι εισαγωγές φαρμάκων έχουν αρχίσει και μετατρέπονται σε άθλο. Το πρόβλημα αξιοπιστίας που δημιούργησαν τα χρέη του Δημοσίου σε ξένες και εγχώριες εταιρείες επιδείνωσε η κατάρρευση της Alapis. Ελληνικές βιομηχανίες, όπως χρωματοποιίες που έχουν στραφεί προς το εξωτερικό για πρώτες ύλες και σε εταιρείες όπως οι γερμανικές Viverso και Bayer, αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα εξασφάλισης πιστώσεων και «μόνον τα μετρητά ξεκλειδώνουν τις συζητήσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά εργοστασιάρχης με παραγωγική μονάδα στο Κορωπί.
Ηδη από το καλοκαίρι του 2011 το πρόβλημα με τις ιατροφαρμακευτικές υποχρεώσεις της χώρας είχε καταστεί μείζον διεθνές ζήτημα. «Η ελληνική κυβέρνηση είχε μείνει πίσω στις πληρωμές στις εταιρείες του ιατροφαρμακευτικού τομέα, λίγους μόλις μήνες έπειτα από την αναδιάρθρωση του χρέους των 5,4 δισ. ευρώ προς τους προμηθευτές», ανέφερε τότε δημοσίευμα των Financial Times. Σήμερα το ενδεχόμενο «κουρέματος» των ομολόγων που έλαβαν από το Δημόσιο πολλοί από τους πιστωτές στον ιατροφαρμακευτικό κλάδο τούς οδηγεί στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Αυτά λαμβάνουν χώρα ενώ η αγορά συρρικνώνεται και, σύμφωνα με μελέτη της Hellastat, ήδη από το 2010 η αξία της αγοράς υποχώρησε λόγω της περικοπής των φαρμακευτικών δαπανών και τις μειώσεις στις τιμές. Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη μειώθηκε κατά 16,5%, στα 4,25 δισ. Ετσι, οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών (σε τιμές ex-factory) διαμορφώθηκαν σε 5,09 δισ., έχοντας υποχωρήσει κατά 11% σε σχέση με το 2009. Ο ιδιωτικός τομέας (φαρμακαποθήκες και φαρμακεία) παραμένει ο κυριότερος πελάτης, καταλαμβάνοντας το 2010 το 74% των πωλήσεων. Η αγορά υποχώρησε και το 2011, καθώς τα νέα δελτία τιμών επέφεραν περαιτέρω μειώσεις στις τιμές. Οι πωλήσεις των μελών του ΣΦΕΕ στα δημόσια νοσοκομεία διαμορφώθηκαν σε 1,1 δισ., έχοντας σημειώσει κάμψη 18,4% από το 2010.
Ασφυξία στην αγοράΟ μέσος όρος προθεσμίας είσπραξης απαιτήσεων με τον οποίο λειτουργούν οι ελληνικές επιχειρήσεις διαμορφώθηκε το 2011 σε 107 ημέρες και παραμένει υψηλότερος του αντίστοιχου μέσου όρου εξόφλησης προμηθευτών, που βρίσκεται στις 94 ημέρες. Οι επιχειρήσεις αναγκάζονται, δηλαδή, να χρηματοδοτήσουν τους τζίρους τους επιβαρυνόμενες έτι περαιτέρω σε ένα περιβάλλον αυξημένης φορολογίας και χρηματοοικονομικού κόστους.
Αυτό προκύπτει από την επεξεργασία των οικονομικών αποτελεσμάτων για το περασμένο έτος που έχουν ανακοινώσει 943 επιχειρήσεις, την οποία έκανε η ICAP. (Η ICAP Group αναγνωρίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ως Εξωτερικός Οργανισμός Πιστοληπτικών Αξιολογήσεων.)
Βάσει των ενοποιημένων αποτελεσμάτων χρήσης των επιχειρήσεων αυτών, προκύπτει σημαντική συρρίκνωση των λειτουργικών αποτελεσμάτων, με συνέπεια τελικά την ανατροπή του καθαρού αποτελέσματος, από κέρδη ύψους 44,2 εκατ. ευρώ το 2010 σε εκτεταμένες ζημίες 45,8 εκατ. ευρώ το 2011. Δεδομένου ότι τα αποτελέσματα μετατράπηκαν σε ζημιογόνα, τόσο η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων όσο και το περιθώριο καθαρού κέρδους διαμορφώθηκαν σε αρνητικά επίπεδα.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyepix_100004_26/02/2012_473963
Μεγεθύνεται το πρόβλημα της εισαγωγής βασικών αγαθών και συγκεκριμένα φαρμάκων, τροφίμων και πετρελαίου στην Ελλάδα, καθώς έχει καταρρεύσει πλέον πλήρως η εμπιστοσύνη των ξένων εξαγωγέων προς την Ελλάδα εν γένει και τις επιχειρήσεις της ειδικότερα. Η σταθερή αύξηση των ποσοστών ασυνέπειας στις εμπορικές συναλλαγές, η οποία έχει ξεπεράσει το 10% και αναμένεται να εκτοξευθεί άνω του 14% φέτος, σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφει η ICAP, πολλαπλασιάζει το πρόβλημα.
Παράλληλα, η απροθυμία και πολλές φορές η αδυναμία των ελληνικών τραπεζών να εκδώσουν εγγυητικές επιστολές για λογαριασμό των εισαγωγέων, καθώς και το γεγονός ότι ακόμα και όταν εκδοθούν δεν γίνονται τις περισσότερες φορές δεκτές από τους ξένους, οδηγούν με ταχύτατους ρυθμούς σε ολοένα και μεγαλύτερα προβλήματα εφοδιασμού της αγοράς. Και καθώς συχνά τα εισαγόμενα προϊόντα είναι σημαντικά φθηνότερα των ελληνικών, γεννάται και ζήτημα πληθωρισμού, σε μια στιγμή που η εθνική οικονομία επιχειρεί τη μαζικότερη άσκηση αποπληθωρισμού στην ιστορία της.
«Ακάλυπτη» η χώραΗ δυνατότητα των ελληνικών επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου και μεταποίησης να εισάγουν προϊόντα και πρώτες ύλες έχει υπονομευθεί περαιτέρω τους τελευταίους λίγους μήνες από το γεγονός πως μεγάλοι ξένοι ασφαλιστικοί οίκοι, που ασφάλιζαν τις απαιτήσεις των ξένων από την Ελλάδα, είτε έχουν διακόψει τις ασφαλίσεις είτε έχουν περιορίσει σημαντικά το ύψος του τζίρου που ασφαλίζουν.
Από όσους πελάτες, δε, ακόμα δέχονται να ασφαλίσουν, ζητούν ιδιαίτερα αυξημένα ασφάλιστρα με αποτέλεσμα να αποθαρρύνονται οι εξαγωγές προς την Ελλάδα, να ανεβαίνει το κόστος τους και να μετακυλίεται στις τιμές. Αυτά, την ώρα που ο πόλεμος τιμών στα ράφια των σούπερ μάρκετ, που επιχειρούν να κρατήσουν τα μερίδια τους και να προστατεύσουν τους κύκλους εργασιών τους, πιέζει ήδη τα μεικτά περιθώρια κέρδους αφήνοντας ως μοναδική εναλλακτική στους επιχειρηματίες τη μείωση του μισθολογικού κόστους.
«Οι εισαγωγές πλέον γίνονται ως επί το πλείστον με καταβολή μετρητών για όσους διαθέτουν την απαραίτητη ρευστότητα», εξηγεί στην «Κ» βασικός μέτοχος μεγάλης ελληνικής αλυσίδας λιανεμπορίου προσθέτοντας πως «μόνον όσοι έχουν εξαιρετικές σχέσεις επί σειρά ετών και άψογο ιστορικό συνεργασίας με τους προμηθευτές τους μπορούν να εξασφαλίσουν πιστώσεις». Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις όμως, οι ξένοι «πιέζουν για ολοένα και συντομότερα χρονικά διαστήματα αποπληρωμής».
Ετσι, ενώ η αγορά δούλευε με πληρωμές 60 ή και περισσοτέρων ημερών, τώρα το διάστημα αυτό έχει κατέβει στις 30 ημέρες και η πίεση ακόμα και για εξόφληση στο 15νθήμερο είναι εντονότερη.
Ανάλογη ασφυξία επιβάλλεται στην ελληνική αγορά και από τις θυγατρικές πολυεθνικών τροφίμων ή φαρμάκων που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα. Εδώ επιχειρείται το κλείσιμο των πιστώσεων σε υποδιπλάσια χρονικά διαστήματα αυτών που ίσχυαν και εφαρμόζεται μάλιστα οριζοντίως, αφού οι πολιτικές εταιρικής διακυβέρνησης συχνά δεν επιτρέπουν την κατά περίπτωση αντιμετώπιση των πελατών τους. Ετσι, μεγάλη πολυεθνική στα ποτά έχει κατεβάσει τον χρόνο που ζητεί να εξοφλείται από τις 70 ημέρες στις 60 και τώρα πιέζει για μείωσή του στις 45 ημέρες.
Οι δύο από τις αλυσίδες λιανεμπορίου με τα μεγαλύτερα προβλήματα (η μία ήδη έχει χρεοκοπήσει και περάσει στην ιδιοκτησία μεγαλύτερου και υγιούς ανταγωνιστή της) πλήρωναν η πρώτη στις 150 ημέρες και η δεύτερη στις 180. Παρά την εξ ανάγκης αυτή μακρά πίστωση, τα προβλήματα διατηρούνται ή και μεγεθύνονται στην εναπομείνασα. Πιέζεται δε και αυτή για πληρωμές στις 45 ημέρες καθώς οι ξένοι επιχειρηματίες αποπειρώνται να περιορίσουν το ρίσκο τους.
«Το βασικό πρόβλημα είναι η παντελής απώλεια αξιοπιστίας του ελληνικού κράτους που συμπαρέσυρε και την εμπιστοσύνη προς τις τράπεζες και σκέπασε έτσι όλες τις εμπορικές επιχειρήσεις», εξηγεί επιχειρηματίας που εισάγει πρώτες ύλες από τη γερμανική Bayer μόνο όταν διαθέτει μετρητά για άμεση αποπληρωμή.
Το πρόβλημα εφοδιασμού με φάρμακα φαίνεται επίσης να γιγαντώνεται μετά τον πολλαπλασιασμό των χρεών του Δημοσίου προς ξένες πολυεθνικές και θυγατρικές τους στην Ελλάδα, σε επίπεδα που σύμφωνα με εκτιμήσεις ξεπερνούν τα 4 δισ. ευρώ. Οι παράλληλες εξαγωγές φαρμάκων από την Ελλάδα προς χώρες που έχουν υψηλότερες τιμές λιανικής αποστερεί ακόμα περισσότερο την εγχώρια αγορά από σκευάσματα, αναφέρουν στην «Κ» παράγοντες του κλάδου που δεν επιθυμούν να κατονομαστούν.
Πρόβλημα η ενεργειακή εξάρτησηΚαμπανάκι για τον εφοδιασμό της ελληνικής αγοράς με τις απαραίτητες ποσότητες αργού πετρελαίου έχει χτυπήσει από καιρό η επιβολή εμπάργκο στις εξαγωγές από το Ιράν, την ώρα που οι πιστώσεις από άλλους προμηθευτές είναι ουσιαστικά ανύπαρκτες.
Με τις ευρωπαϊκές τράπεζες, πόσο μάλλον τις ελληνικές, να αδυνατούν να καλύψουν με εγγυήσεις τα ποσά που απαιτούνται για τις εισαγωγές και τα οποία ανέρχονται σε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια ανά φορτίο, το ζήτημα κινδυνεύει να λάβει διαστάσεις εθνικής κρίσης.
Το πρόβλημα μεγεθύνεται και από τα χρέη καταναλωτών διυλισμένων πετρελαιοειδών στην Ελλάδα, όπως οι ακτοπλοϊκές, προς τις εταιρείες εμπορίας και διύλισης.
Επιπλέον, έρχεται σε μια στιγμή που έχει διαφανεί δυσκολία των ΔΕΠΑ και ΔΕΣΦΑ να προμηθευθούν φυσικό αέριο σε περιόδους που η κατανάλωση κορυφώνεται εάν η ροή από Τουρκία ή Ρωσία διαταραχθεί.
Η επείγουσα προκήρυξη για προμήθεια φορτίου υγροποιημένου φυσικού αερίου τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου, όταν η ροή από την Τουρκία διακόπηκε (με συμβατική κάλυψη των Τούρκων) εξαιτίας των μεγάλων αναγκών στη γείτονα, ανέδειξε το πρόβλημα ολοκάθαρα.
Οι δύο μεγάλες εταιρείες διύλισης της χώρας φροντίζουν να μειώνουν συνεχώς την εξάρτησή τους από το Ιράν. Η Μotor Oil έχει σταματήσει από καιρό τις εισαγωγές από το Ιράν, ενώ τα ΕΛΠΕ, στα οποία συμμετέχει το Δημόσιο και τελούν υπό αποκρατικοποίηση, τώρα οι πληροφορίες θέλουν να αναδιατάσσονται και αυτά ριζικά ως προς το χαρτοφυλάκιο των προμηθευτών.
Αναλυτές της αγοράς, προκειμένου να εξηγήσουν πόσο σοβαρό μπορεί να γίνει παγκοσμίως το πρόβλημα των χρηματοδοτήσεων, «δείχνουν» στο παράδειγμα του Ιανουαρίου με τον ευρωπαϊκό πετρελαϊκό όμιλο Pe troplus Holdings AG, ο οποίος και κατέρρευσε.
Η απεξάρτηση από το Ιράν πάντως είναι γενικό φαινόμενο και όχι μόνο στενά ελληνικό.
Αγώνας δρόμου για φάρμακα και χημικάΟι εισαγωγέςπρώτων υλών για φαρμακευτικές και χημικές εταιρείες όπως και αυτές καθεαυτές οι εισαγωγές φαρμάκων έχουν αρχίσει και μετατρέπονται σε άθλο. Το πρόβλημα αξιοπιστίας που δημιούργησαν τα χρέη του Δημοσίου σε ξένες και εγχώριες εταιρείες επιδείνωσε η κατάρρευση της Alapis. Ελληνικές βιομηχανίες, όπως χρωματοποιίες που έχουν στραφεί προς το εξωτερικό για πρώτες ύλες και σε εταιρείες όπως οι γερμανικές Viverso και Bayer, αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα εξασφάλισης πιστώσεων και «μόνον τα μετρητά ξεκλειδώνουν τις συζητήσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά εργοστασιάρχης με παραγωγική μονάδα στο Κορωπί.
Ηδη από το καλοκαίρι του 2011 το πρόβλημα με τις ιατροφαρμακευτικές υποχρεώσεις της χώρας είχε καταστεί μείζον διεθνές ζήτημα. «Η ελληνική κυβέρνηση είχε μείνει πίσω στις πληρωμές στις εταιρείες του ιατροφαρμακευτικού τομέα, λίγους μόλις μήνες έπειτα από την αναδιάρθρωση του χρέους των 5,4 δισ. ευρώ προς τους προμηθευτές», ανέφερε τότε δημοσίευμα των Financial Times. Σήμερα το ενδεχόμενο «κουρέματος» των ομολόγων που έλαβαν από το Δημόσιο πολλοί από τους πιστωτές στον ιατροφαρμακευτικό κλάδο τούς οδηγεί στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Αυτά λαμβάνουν χώρα ενώ η αγορά συρρικνώνεται και, σύμφωνα με μελέτη της Hellastat, ήδη από το 2010 η αξία της αγοράς υποχώρησε λόγω της περικοπής των φαρμακευτικών δαπανών και τις μειώσεις στις τιμές. Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη μειώθηκε κατά 16,5%, στα 4,25 δισ. Ετσι, οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών (σε τιμές ex-factory) διαμορφώθηκαν σε 5,09 δισ., έχοντας υποχωρήσει κατά 11% σε σχέση με το 2009. Ο ιδιωτικός τομέας (φαρμακαποθήκες και φαρμακεία) παραμένει ο κυριότερος πελάτης, καταλαμβάνοντας το 2010 το 74% των πωλήσεων. Η αγορά υποχώρησε και το 2011, καθώς τα νέα δελτία τιμών επέφεραν περαιτέρω μειώσεις στις τιμές. Οι πωλήσεις των μελών του ΣΦΕΕ στα δημόσια νοσοκομεία διαμορφώθηκαν σε 1,1 δισ., έχοντας σημειώσει κάμψη 18,4% από το 2010.
Ασφυξία στην αγοράΟ μέσος όρος προθεσμίας είσπραξης απαιτήσεων με τον οποίο λειτουργούν οι ελληνικές επιχειρήσεις διαμορφώθηκε το 2011 σε 107 ημέρες και παραμένει υψηλότερος του αντίστοιχου μέσου όρου εξόφλησης προμηθευτών, που βρίσκεται στις 94 ημέρες. Οι επιχειρήσεις αναγκάζονται, δηλαδή, να χρηματοδοτήσουν τους τζίρους τους επιβαρυνόμενες έτι περαιτέρω σε ένα περιβάλλον αυξημένης φορολογίας και χρηματοοικονομικού κόστους.
Αυτό προκύπτει από την επεξεργασία των οικονομικών αποτελεσμάτων για το περασμένο έτος που έχουν ανακοινώσει 943 επιχειρήσεις, την οποία έκανε η ICAP. (Η ICAP Group αναγνωρίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ως Εξωτερικός Οργανισμός Πιστοληπτικών Αξιολογήσεων.)
Βάσει των ενοποιημένων αποτελεσμάτων χρήσης των επιχειρήσεων αυτών, προκύπτει σημαντική συρρίκνωση των λειτουργικών αποτελεσμάτων, με συνέπεια τελικά την ανατροπή του καθαρού αποτελέσματος, από κέρδη ύψους 44,2 εκατ. ευρώ το 2010 σε εκτεταμένες ζημίες 45,8 εκατ. ευρώ το 2011. Δεδομένου ότι τα αποτελέσματα μετατράπηκαν σε ζημιογόνα, τόσο η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων όσο και το περιθώριο καθαρού κέρδους διαμορφώθηκαν σε αρνητικά επίπεδα.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyepix_100004_26/02/2012_473963
No comments:
Post a Comment