Bloomberg
Στην τηλεόραση,σε συνεντεύξεις και σε συναντήσεις με επενδυτές, τα στελέχη των μεγαλύτερων αμερικανικών τραπεζών –ειδικότερα ο διευθύνων σύμβουλος της JP Morgan & Co Τζέιμι Ντίμον– υποστηρίζουν ότι τα μεγέθη προσφέρουν συγκριτικά πλεονεκτήματα. Βοηθάει τις τράπεζες στη μείωση του λειτουργικού κόστους τους και στη διεκδίκηση πελατών παγκοσμίως. Προειδοποιούν ότι ο περιορισμός των μεγεθών τους θα έβλαπτε την κερδοφορία τους και θα αποδυνάμωνε τη θέση της χώρας στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά.
Τι θα λέγατε λοιπόν αν σας αποκαλύπταμε ότι βάσει των δικών μας υπολογισμών, οι μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες δεν είναι διόλου κερδοφόρες στην πραγματικότητα; Τι θα λέγατε αν τα δισεκατομμύρια δολάρια που υποτίθεται ότι κερδίζουν για τους μετόχους τους, ήταν σχεδόν στο σύνολό τους ένα δώρο εκ μέρους των Αμερικανών φορολογουμένων. Πράγματι αποτελεί μια δύσκολη υπόθεση γα να καταπιεί κανείς. Είναι επίσης βασικό για να καταλάβει τον λόγο για τον οποίο οι μεγάλες τράπεζες αντιπροσωπεύουν έναν τόσο μεγάλο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία.
Ας ξεκινήσουμε με το ιστορικό. Οι τράπεζες έχουν ένα ισχυρό κίνητρο να αυξήσουν το μέγεθός τους και να είναι ισχυρές. Οσο μεγαλύτερες είναι, τόσο πιο καταστροφική θα είναι η κατάρρευσή τους και τόσο πιο σίγουρες μπορούν να είναι ότι το κράτος θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να τις στηρίξει σε μια τέτοια περίπτωση. Το αποτέλεσμα είναι μια έμμεση επιδότηση. Οι τράπεζες των οποίων η κατάρρευση θα εγκυμονούσε τους μέγιστους κινδύνους για την οικονομία έχουν τη δυνατότητα να αντλούν δανεισμό με μικρότερο κόστος, διότι οι πιστωτές τους τις θεωρούν «πολύ μεγάλες για να αφεθούν να καταρρεύσουν...».
Προσφάτως, οικονομολόγοι προσπάθησαν να υπολογίσουν ακριβώς πόσο μειώνεται το κόστος δανεισμού των μεγάλων αμερικανικών τραπεζών, λόγω της επιδότησης επιτοκίου της οποίας χαίρουν.
Σε μια διεξοδική έρευνά τους, οι ερευνητές Κενίτσι Ουέντα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και Μπέατρις Βέντερ Ντι Μάουρο, του Πανεπιστημίου του Μάινζ, προσδιόρισαν το ποσοστό -αυτής της επιδότησης- σε περίπου 0,80 ποσοστιαίες μονάδες. Η έκπτωση αυτή αφορά το σύνολο των υποχρεώσεών τους, συμπεριλαμβανομένων ομολογιακών δανείων και καταθέσεων των πελατών τους.
Μπορεί να φαντάζει μικρό, όμως οι 0,80 ποσοστιαίες μονάδες κάνουν μεγάλη διαφορά. Πολλαπλασιαζόμενο με το σύνολο των υποχρεώσεων των 10 μεγαλύτερων αμερικανικών τραπεζών –βάσει του ενεργητικού τους– ανέρχεται σε μία επιδότηση, χρηματοδοτούμενη από τους Αμερικανούς φορολογούμενους, συνολικής αξίας 83 δισ. δολαρίων ετησίως. Για να το θέσουμε διαφορετικά, το ποσόν αυτό είναι αντίστοιχο με την περίπτωση κατά την οποία το κράτος θα έδινε στις εν λόγω τράπεζες περί τα τρία σεντ από κάθε δολάριο φόρων που συγκεντρώνει.
Οι πέντε μεγαλύτερες τράπεζες -JPMorgan, Bank of America Corp., Citigroup Inc., Wells Fargo & Co. και Goldman Sachs Group Inc.- λαμβάνουν τα 64 δισ. δολάρια από το σύνολο των επιδοτήσεων, ήτοι ένα ποσόν που αντιστοιχεί περίπου στα συνήθη ετήσια κέρδη τους. Με άλλα λόγια, οι τράπεζες-κολοσσοί στο πλαίσιο του αμερικανικού τραπεζικού συστήματος, των οποίων η αξία των περιουσιακών στοιχείων ανέρχεται σχεδόν στα 9 τρισ. δολάρια, ήτοι πάνω από το μισό της αξίας του συνόλου της αμερικανικής οικονομίας –θα είχαν να επιδείξουν μόνον ισοσκελισμένους ισολογισμούς– πιθανόν άνευ κερδών – αν δεν επιδοτούντο!
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_28/02/2013_512634
Στην τηλεόραση,σε συνεντεύξεις και σε συναντήσεις με επενδυτές, τα στελέχη των μεγαλύτερων αμερικανικών τραπεζών –ειδικότερα ο διευθύνων σύμβουλος της JP Morgan & Co Τζέιμι Ντίμον– υποστηρίζουν ότι τα μεγέθη προσφέρουν συγκριτικά πλεονεκτήματα. Βοηθάει τις τράπεζες στη μείωση του λειτουργικού κόστους τους και στη διεκδίκηση πελατών παγκοσμίως. Προειδοποιούν ότι ο περιορισμός των μεγεθών τους θα έβλαπτε την κερδοφορία τους και θα αποδυνάμωνε τη θέση της χώρας στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά.
Τι θα λέγατε λοιπόν αν σας αποκαλύπταμε ότι βάσει των δικών μας υπολογισμών, οι μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες δεν είναι διόλου κερδοφόρες στην πραγματικότητα; Τι θα λέγατε αν τα δισεκατομμύρια δολάρια που υποτίθεται ότι κερδίζουν για τους μετόχους τους, ήταν σχεδόν στο σύνολό τους ένα δώρο εκ μέρους των Αμερικανών φορολογουμένων. Πράγματι αποτελεί μια δύσκολη υπόθεση γα να καταπιεί κανείς. Είναι επίσης βασικό για να καταλάβει τον λόγο για τον οποίο οι μεγάλες τράπεζες αντιπροσωπεύουν έναν τόσο μεγάλο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία.
Ας ξεκινήσουμε με το ιστορικό. Οι τράπεζες έχουν ένα ισχυρό κίνητρο να αυξήσουν το μέγεθός τους και να είναι ισχυρές. Οσο μεγαλύτερες είναι, τόσο πιο καταστροφική θα είναι η κατάρρευσή τους και τόσο πιο σίγουρες μπορούν να είναι ότι το κράτος θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να τις στηρίξει σε μια τέτοια περίπτωση. Το αποτέλεσμα είναι μια έμμεση επιδότηση. Οι τράπεζες των οποίων η κατάρρευση θα εγκυμονούσε τους μέγιστους κινδύνους για την οικονομία έχουν τη δυνατότητα να αντλούν δανεισμό με μικρότερο κόστος, διότι οι πιστωτές τους τις θεωρούν «πολύ μεγάλες για να αφεθούν να καταρρεύσουν...».
Προσφάτως, οικονομολόγοι προσπάθησαν να υπολογίσουν ακριβώς πόσο μειώνεται το κόστος δανεισμού των μεγάλων αμερικανικών τραπεζών, λόγω της επιδότησης επιτοκίου της οποίας χαίρουν.
Σε μια διεξοδική έρευνά τους, οι ερευνητές Κενίτσι Ουέντα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και Μπέατρις Βέντερ Ντι Μάουρο, του Πανεπιστημίου του Μάινζ, προσδιόρισαν το ποσοστό -αυτής της επιδότησης- σε περίπου 0,80 ποσοστιαίες μονάδες. Η έκπτωση αυτή αφορά το σύνολο των υποχρεώσεών τους, συμπεριλαμβανομένων ομολογιακών δανείων και καταθέσεων των πελατών τους.
Μπορεί να φαντάζει μικρό, όμως οι 0,80 ποσοστιαίες μονάδες κάνουν μεγάλη διαφορά. Πολλαπλασιαζόμενο με το σύνολο των υποχρεώσεων των 10 μεγαλύτερων αμερικανικών τραπεζών –βάσει του ενεργητικού τους– ανέρχεται σε μία επιδότηση, χρηματοδοτούμενη από τους Αμερικανούς φορολογούμενους, συνολικής αξίας 83 δισ. δολαρίων ετησίως. Για να το θέσουμε διαφορετικά, το ποσόν αυτό είναι αντίστοιχο με την περίπτωση κατά την οποία το κράτος θα έδινε στις εν λόγω τράπεζες περί τα τρία σεντ από κάθε δολάριο φόρων που συγκεντρώνει.
Οι πέντε μεγαλύτερες τράπεζες -JPMorgan, Bank of America Corp., Citigroup Inc., Wells Fargo & Co. και Goldman Sachs Group Inc.- λαμβάνουν τα 64 δισ. δολάρια από το σύνολο των επιδοτήσεων, ήτοι ένα ποσόν που αντιστοιχεί περίπου στα συνήθη ετήσια κέρδη τους. Με άλλα λόγια, οι τράπεζες-κολοσσοί στο πλαίσιο του αμερικανικού τραπεζικού συστήματος, των οποίων η αξία των περιουσιακών στοιχείων ανέρχεται σχεδόν στα 9 τρισ. δολάρια, ήτοι πάνω από το μισό της αξίας του συνόλου της αμερικανικής οικονομίας –θα είχαν να επιδείξουν μόνον ισοσκελισμένους ισολογισμούς– πιθανόν άνευ κερδών – αν δεν επιδοτούντο!
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_28/02/2013_512634
No comments:
Post a Comment