17.2.12

Richard Parker: Τι έζησα έναν χρόνο στο πλευρό του ΓΑΠ

Από τον Νοέμβριο του 2009 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2011, διέσχιζα τον Ατλαντικό καθώς πηγαινοερχόμουν από τη βασική μου εργασία στο Harvard, όπου διδάσκω οικονομική πολιτική, στην Αθήνα, όπου εκτελούσα καθήκοντα συμβούλου του Γιώργου Παπανδρέου, του Έλληνα πρωθυπουργού. Τον γνωρίζω από τη δεκαετία του 1970. Ως φίλος και ως οικονομικός αναλυτής, που δεν έχει συμφέροντα ή συμμάχους να υπερασπιστεί, τον εκτιμώ.

Οι επισκέψεις μου στο Μέγαρο Μαξίμου -ο Λευκός Οίκος της Ελλάδας- ξεκίνησαν με επισκόπηση των προσπαθειών για μεταρρυθμίσεις και των αδυσώπητων αρνητικών αντιδράσεων από τις αγορές, συλλογή στοιχείων και ανασκόπηση του Τύπου με τον Γ. Παπανδρέου και τους ανώτερους συμβούλους του.

Στη συνέχεια, επισκεπτόμουν υπουργεία, τράπεζες, ερευνητικά κέντρα, πρεσβείες, γραφεία εφημερίδων και πανεπιστήμια. Όταν οι διεθνείς αξιωματούχοι ή οι μεγάλοι τραπεζίτες βρίσκονταν στην Αθήνα, συχνά τους συναντούσα.

Επίσης, ασχολήθηκα εκτενώς με τη γραφειοκρατική πυραμίδα, όπου διεξαγόταν η σκληρή δουλειά για εφαρμογή μαζικών και πολύπλοκων αλλαγών. Συνάντησα αρκετούς ανόητους, αργόσχολους και σχολαστικούς. Συνάντησα, όμως, και αρκετούς άνδρες και γυναίκες αφοσιωμένους  στην εργασία τους, που ήταν τόσο απογοητευμένοι όσο και οι αναρχικοί που βρίσκονταν στους δρόμους των Εξαρχείων.

Τα συμπεράσματα που έχω βγάλει δεν είναι θετικά ούτε για την Ελλάδα ούτε για τους πιστωτές της.

Η Ελλάδα χρειάζεται απεγνωσμένα μεταρρυθμίσεις. Ο Γ. Παπανδρέου το γνώριζε αυτό πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση, όπως και οι περισσότεροι Έλληνες. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, ήταν ο πανικός που κατέκλυσε την Ευρώπη και η αβασάνιστη ηθικολογία που είθισται να προκαλείται από τις χρηματοοικονομικές κρίσεις. Οι Έλληνες απορρίφθηκαν ως φοροφυγάδες, τεμπέληδες και εχθρικοί προς τις επιχειρήσεις και η κυβέρνησή τους ως υπερχρεωμένη, υπερβολική σε μέγεθος και διεφθαρμένη - κατάσταση με έντονο στοιχείο καταναγκασμού και εξευτελισμού.

Κανένα από αυτά τα κλισέ της ηθικολογίας, όμως, δεν ήταν αληθινό. Η φορολογία στην Ελλάδα αντιστοιχεί στο ένα τρίτο του ΑΕΠ, κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε. Εάν όντως οι Έλληνες είναι εχθρικοί προς τις επιχειρήσεις, τότε γιατί υπάρχουν στην Ελλάδα οι περισσότερες μικρές επιχειρήσεις κατά κεφαλήν από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη;

Το ελληνικό δημόσιο δεν είναι τεράστιο σε όρους εργαζομένων - απασχολεί το ένα πέμπτο του εργατικού δυναμικού της χώρας, όσο περίπου και ο μέσος ευρωπαϊκός όρος. Η διαφθορά σαφώς αποτελεί πρόβλημα, αλλά τα στοιχεία μας δείχνουν ότι επικεντρώνεται στον κλάδο της υγείας -γεγονός που φαίνεται αδιανόητο για τους μη Έλληνες- όπου τα μικρά «φακελάκια» στους γιατρούς εξασφαλίζουν προτεραιότητα στη λίστα αναμονής για τα χειρουργεία.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα της κυβέρνησης ήταν η έλλειψη τεχνολογίας και η διοίκηση ανθρώπινου δυναμικού. Δεν υπάρχει ηλεκτρονική διαχείριση του προϋπολογισμού, τα αρχεία κοινωνικής ασφάλισης και οι τίτλοι ιδιοκτησίας υπάρχουν μόνο σε χαρτί, ενώ τα υπουργεία αδυνατούν να μοιραστούν απλά δεδομένα ή συγκεκριμένες εργασίες.

Μαζί με την αγωνία των Ελλήνων για τα τελευταία μέτρα λιτότητας, επί τάπητος τίθεται η διαγραφή του 50% των χρεών τους που κατέχουν ιδιώτες επενδυτές και ένα δεύτερο τεράστιο πακέτο στήριξης από την Ευρώπη. Θα πράξουν τελικά οι Έλληνες τώρα τις μεταρρυθμίσεις, όπως ελπίζουν οι αισιόδοξοι, ή θα οδηγηθούν αναπόφευκτα στη χρεοκοπία όπως προειδοποιούν οι κυνικοί;

Εκτίμησή μου είναι πως και τα δύο μπορεί να συμβούν. Η ορμή για μεταρρυθμίσεις υπάρχει, καθώς η τελευταία έκθεση της τρόικας επισημαίνει ότι υλοποιείται η απολύτως απαραίτητη μηχανογράφηση, αναδιοργανώνονται τα μοντέλα εργασίας και ανοίγουν κλειστά επαγγέλματα του ιδιωτικού τομέα. Επειδή όμως, δεν υπάρχει αναπτυξιακό σχέδιο -η λιτότητα δεν είναι αναπτυξιακό σχέδιο- η Ελλάδα αντιμετωπίζει έναν μακρύ και σκοτεινό δρόμο.

Το ένα τρίτο της οικονομίας της εξαρτάται από τον τουρισμό και τη διεθνή ναυτιλία. Ουδείς από αυτούς τους δύο τομείς ελέγχεται απολύτως από την Ελλάδα. Ο εκσυγχρονισμός της εγχώριας οικονομίας συνεπάγεται την εξάπλωση των μεγάλων εταιρειών εις βάρος των μικροεπιχειρήσεων, εξέλιξη που είναι δομική αλλαγή, η οποία όμως θα περιπλέξει ακόμα περισσότερο την κατάσταση για μία μικρή οικονομία που αναζητά πώς θα τοποθετηθεί ανάμεσα στους υπεραποτελεσματικούς Γερμανούς και τους Κινέζους του χαμηλού κόστους.

Το πακέτο στήριξης, εάν συμφωνηθεί, θα "αγοράσει" για την Ελλάδα ένα μικρό περιθώριο χρόνου ώστε να πραγματοποιήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Ορισμένα τμήματα της οικονομίας ενδεχομένως να έχουν τη δυνατότητα για πολύ-πολύ αργή επανεκκίνηση. Αυτοί οι κλάδοι, όμως, προσανατολίζονται στις εξαγωγές και δεν απασχολούν μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού. Η ανεργία και η φτώχεια θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Είναι ένα τοξικό πολιτικό μείγμα, το οποίο όμως δεν θα είναι κατ’ ανάγκην οικονομικά μοιραίο.

Τα οικονομικά μοντέλα εξακολουθούν να προβλέπουν ότι ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 7% στο μέλλον είναι απλώς ανέφικτος και πως το ελληνικό χρέος θα πρέπει τελικά να υποστεί διαγραφή, πιθανότατα της τάξεως του 40%-60% του ΑΕΠ. Δεδομένου, όμως, ότι αυτό δεν βρίσκεται πλέον σε ισολογισμούς του ιδιωτικού τομέα, αλλά του δημοσίου, απορώ γιατί θεωρούμε ότι θα υπάρξει πρόβλημα μετάδοσης; Ενδεχομένως αυτά να μην αρέσουν στις μελλοντικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, παρ' όλα αυτά καλύτερα να γίνει αργότερα και όχι τώρα.



ΠΗΓΗ: FT.com
http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/194/articles/680298/ArticleFTgr.aspx



No comments: