Με συνήθη πολιτικά κριτήρια, η συμφωνία που επετεύχθη στο Κογκρέσο για το πακέτο τόνωσης της οικονομίας ήταν μια μεγάλη νίκη για τον Μπαράκ Ομπάμα. Εγιναν δεκτά σχεδόν όσα είχε ζητήσει: σχεδόν 787 δισ. για τη σωτηρία της οικονομίας, τα περισσότερα από τα οποία θα διοχετευθούν σε δαπάνες παρά σε φοροαπαλλαγές. Δεν είναι, όμως, ακριβώς έτσι γιατί δεν πρόκειται για μια συνήθη περίοδο, οπότε και δεν εφαρμόζονται τα συνήθη πολιτικά κριτήρια: η νίκη του Ομπάμα μοιάζει περισσότερο με ήττα. Το πακέτο μέτρων μοιάζει καλό αλλά είναι ακατάλληλο, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με το απογοητευτικό πακέτο για τη διάσωση των τραπεζών. Θα περίμενε κανείς πως οι Ρεπουμπλικανοί θα συμπεριφέρονταν κάπως πιο φρόνημα στην αρχή της θητείας του Ομπάμα μετά την πανωλεθρία που υπέστησαν στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις και τον οικονομικό όλεθρο των τελευταίων οκτώ ετών. Είναι σαφές, όμως, πως η προσήλωση του κόμματος στη μαύρη μαγεία παραμένει ισχυρή. Τόσο στη Βουλή όσο και στη Γερουσία, η πλειονότητα των Ρεπουμπλικανών επέμειναν πως κατάλληλη αντίδραση στην εξόφθαλμη αποτυχία των φοροαπαλλαγών που προώθησε η κυβέρνηση Μπους ήταν ένα νέο κύμα παρόμοιων φοροαπαλλαγών. Και η ρητορική απάντηση των συντηρητικών στο πακέτο Ομπάμα που, ας μην ξεχνάμε, κοστίζει πολύ λιγότερο από τα δύο τρισ. φοροαπαλλαγές του Μπους ή από τα όσα δαπανήθηκαν για τον πόλεμο στο Ιράκ, είναι αυτή του γερουσιαστή Τζον Μακ Κέιν: πρόκειται για «κλοπή από τις επόμενες γενεές», όπως είπε λίγες ημέρες από τότε που ψήφισε τις φοροαπαλλαγές που θα κοστίσουν περίπου το τετραπλάσιο ποσό. Και το επίπεδο στο οποίο έπεσε η πολιτική αντιπαράθεση έχει σημασία καθώς ενσπείρει αμφιβολίες για τη δυνατότητα της κυβέρνησης Ομπάμα να επιστρέψει με νέο πακέτο μέτρων αν αποδειχθεί ανεπαρκές το παρόν πακέτο, όπως φαίνεται πολύ πιθανόν. Γιατί αν πράγματι ο Ομπάμα πήρε σχεδόν όσα είχε ζητήσει, τότε μάλλον δεν είχε ζητήσει αρκετά. Μάλλον βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη χειρότερη κρίση μετά τη Μεγάλη Υφεση. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, που δεν φημίζεται για τις υπερβολές του, προβλέπει πως μέσα στην επόμενη τριετία το χάσμα ανάμεσα στο παραγωγικό δυναμικό της οικονομίας και σε αυτό που πραγματικά θα παράγεται θα είναι της τάξης των 2,9 τρισ. δολαρίων. Και τα 787 δισ. δολάρια, που ηχούν ως μεγάλο κεφάλαιο, δεν είναι αρκετά για να γεφυρώσουν αυτό το χάσμα.
Επισήμως, η κυβέρνηση επιμένει ότι το πακέτο είναι κατάλληλο για τις ανάγκες της οικονομίας. Είναι λίγοι, όμως, οι οικονομολόγοι που συμμερίζονται την άποψή της. Αντιθέτως επικρατεί η εντύπωση πως πολιτικές σκοπιμότητες οδήγησαν τελικά σε ένα πακέτο πολύ ασθενέστερο και με πολύ περισσότερες φοροαπαλλαγές από όσες θα έπρεπε, ότι δηλαδή ο Ομπάμα συμβιβάστηκε ευθύς εξαρχής με την ελπίδα να αποσπάσει την ευρύτερη συναίνεση των δύο κομμάτων. Και είδαμε πόσο καλά τα κατάφερε. Το πακέτο δημοσιονομικών μέτρων θα είχε μεγαλύτερες πιθανότητες να αποδειχθεί κατάλληλο αν συνοδευόταν από ένα αποτελεσματικό πακέτο ενίσχυσης των τραπεζών, που θα μπορούσε να άρει το πάγωμα των αγορών πίστωσης και να αρχίσει πάλι να κυκλοφορεί το χρήμα. Αλλά το σχετικό σχέδιο της κυβέρνησης Ομπάμα, που ανακοινώθηκε προ ημερών, ήταν απογοητευτικό. Μήπως όλες αυτές οι εταιρικές σχέσεις ανάμεσα στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα θα λειτουργήσουν τελικά ως συγκάλυψη σε μια κρατική ενίσχυση προς τους τραπεζίτες με χρήματα των φορολογουμένων; Ή μήπως η απαιτούμενη «δοκιμασία πίεσης» θα λειτουργήσει ως έμμεση οδός για την προσωρινή κρατικοποίηση των τραπεζών (τη λύση που υποστηρίζουν πολλοί οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων και εγώ); Κανείς δεν ξέρει. Μέχρι στιγμής η λύση που έχει επιλέξει η κυβέρνηση Ομπάμα για να αντιμετωπίσει την κρίση θυμίζει ενοχλητικά πολύ αυτά που συνέβησαν στην Ιαπωνία τη δεκαετία του 1990: μια δημοσιονομική επέκταση αρκετά μεγάλη για να αποτρέψει τα χειρότερα αλλά όχι αρκετά μεγάλη για να προκαλέσει ανάκαμψη, ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος αλλά καμιά πίεση προς τις τράπεζες για να αναλάβουν τις ζημίες τους. Δεν ξέρω τι αισθάνεστε εσείς αλλά εγώ έχω ένα αίσθημα πως η Αμερική δεν στέκεται στο ανάστημα της μεγαλύτερης οικονομικής πρόκλησης που έχει αντιμετωπίσει τα τελευταία 70 χρόνια. Οι καλύτεροι πολιτικοί μας φαίνονται ανησυχητικά πρόθυμοι να καταφύγουν σε ημίμετρα και οι χειρότεροι είναι, όπως πάντα, επιλήσμονες σε ό,τι αφορά τη χονδροειδή αποτυχία των δογμάτων που εφήρμοσαν στο παρελθόν. Υπάρχει ακόμη καιρός για να τα αλλάξουμε όλα αυτά. Αλλά ο Ομπάμα πρέπει να είναι πιο δυνατός. Ειδάλλως, η ετυμηγορία αυτής της κρίσης ίσως είναι: όχι δεν μπορούμε.
No comments:
Post a Comment