ZZ
Τα καλά νέα για την Ευρωζώνη είναι ότι κατόρθωσε να επιβιώσει από τη χειρότερη κρίση μετά τη δεκαετία του ’30, όταν «μολύνθηκε» από τις ΗΠΑ. Τα άσχημα νέα είναι ότι τώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πολύ χειρότερη κρίση χωρίς ορατή διέξοδο. Καθώς η δυνατότητα για μεγαλύτερη ευελιξία στις οικονομίες των κρατών-μελών αγνοείται. Η άλλη, δηλαδή να υπάρξει ισορροπία στη ζήτηση εντός της Ζώνης του Ευρώ, αναζητείται. Αν δεν επιτευχθεί θετικό αποτέλεσμα, τότε αυτό θα ασκήσει υπερβολικές πιέσεις τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην παγκόσμια οικονομία.
Η Ευρωζώνη παραμένει ιδιαίτερα ευαίσθητη σε ποικίλα σοκ. Οι μαζικές περικοπές δαπανών που γίνονται θα καταφέρουν καίριο πλήγμα στην ανάκαμψη. Συνδυασμοί σκληρής δημοσιονομικής λιτότητας και ενεργού νομισματικής παρέμβασης θα επιφέρουν κραδασμούς στις αγορές συναλλάγματος. Ενώ, το χρηματοοικονομικό σύστημα της Ευρωζώνης εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις τράπεζες, που παραμένουν ευάλωτες. Η δεξιοτεχνία με την οποία η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διαχειρίστηκε την κρίση, έχει εξαντληθεί. Ηταν η πρώτη από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες που αναγνώρισε την ένταση του επερχόμενου σοκ, τον Αύγουστο του 2007, και στη συνέχεια τη θύελλα της κρίσης χρεών. Αλλά μέχρις εκεί. Ολες αυτές οι δυσκολίες καθιστούν πιο δύσκολη την ανάκαμψη, ιδιαίτερα από τη στιγμή που το ευρώ εξακολουθεί να είναι ακόμη ισχυρό.
Η κατάρρευση στην εγχώρια ζήτηση σε αδύναμες περιφερειακές οικονομίες, στο μεταξύ, έχει διογκώσει τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα. Και δεν είναι μόνο αυτό. Με τις οικονομίες να αντιμετωπίζουν τόσο ισχυρά προβλήματα, από πού θα προέλθει η ανάκαμψη της ζήτησης εντός της Ευρωζώνης; Τι θα στηρίξει εκ νέου τη ζήτηση; Δύο είναι οι απαντήσεις: είτε ανάκαμψη της ζήτησης από το εξωτερικό, είτε ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης σε χώρες όπως η Γερμανία. Το πρώτο μπορεί να προκαλέσει παγκόσμια ανισορροπία. Το δεύτερο μοιάζει δύσκολο να συμβεί.
Επιπλέον κύριο μειονέκτημα της Ευρωζώνης, το οποίο ειδικοί είχαν επισημάνει από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, αποτελεί το γεγονός ότι αν και το νόμισμα ελέγχεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ε.Ε. δεν διαθέτει κεντρικό μηχανισμό μακροοικονομικής πολιτικής. Φορολογία και δαπάνες συνεχίζουν να αποτελούν αρμοδιότητα των εθνικών κυβερνήσεων, παρά την κοινή δέσμευση συμμόρφωσης στους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας.
Δεκαεπτά κράτη-μέλη αριθμεί η Ευρωζώνη από την 1η Ιανουαρίου, μετά την είσοδο της Εσθονίας στο κοινό νόμισμα, παρά την παρούσα κρίση, που είναι η χειρότερη στη σύντομη ιστορία του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος. Το συνολικό ΑΕΠ των χωρών-μελών πλησιάζει τα 9 τρισ. ευρώ για το 2009, που την κατατάσσει στη δεύτερη θέση των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων, πίσω από τις ΗΠΑ αλλά μπροστά από την Κίνα και την Ιαπωνία. Το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ως λογιστικό εργαλείο το 1999, με τα πρώτα κράτη-μέλη να είναι: Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία και Φινλανδία. Αν και η Ελλάδα επιθυμούσε να υιοθετήσει αμέσως το νέο νόμισμα, το πέτυχε εντέλει το 2001, όμως με ψευδή λογιστική απεικόνιση των στοιχείων. Η Σλοβενία μπήκε στο ευρώ το 2007, η Κύπρος και η Μάλτα το 2008 και η Σλοβακία το 2009.
Μόνο η Βρετανία και η Δανία επιμένουν να διατηρούν τα εθνικά τους νομίσματα. Οι Βρετανοί Συντηρητικοί που ανέλαβαν φέτος την εξουσία από κοινού με τους Φιλελεύθερους, απέκλεισαν διαρρήδην κάθε συζήτηση για είσοδο της χώρας τους στη Ζώνη του Ευρώ. Στη Δανία, σφυγμομετρήσεις έδειξαν ότι συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών διαφωνεί με την υιοθέτηση του κοινού νομίσματος.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_08/01/2011_427876
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment