Την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων υιοθετεί και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), αλλά με πλάγιο τρόπο. Χρησιμοποιεί ως βασικό επιτόκιο άσκησης νομισματικής πολιτικής το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων από τις τράπεζες, υποβαθμίζοντας το παρεμβατικό επιτόκιο της ΕΚΤ που σήμερα είναι στο 1,5%. Το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων για μία μέρα από τις τράπεζες έχει μειωθεί από την ΕΚΤ στο 0,5% και είναι πολύ κοντά στα βασικά επιτόκια της Τράπεζας της Αγγλίας (0,5%) και της Fed (0% έως 0,25%) που ακολουθούν την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων. Επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων είναι αυτό που παίρνουν οι τράπεζες όταν καταθέτουν για μία ημέρα τη ρευστότητά τους στην ΕΚΤ.
Το νέο αυτό εργαλείο νομισματικής πολιτικής αποδίδει. Η ρευστότητα στη διατραπεζική αγορά έχει αυξηθεί, οι τράπεζες έχουν μειώσει τις καταθέσεις στην ΕΚΤ και η μία δανείζει την άλλη, ενώ τα επιτόκια στην αγορά έχουν μειωθεί σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Χαρακτηριστική ήταν η χθεσινή συνεδρίαση: Το ποσό που κατέθεσαν οι τράπεζες (ως πλεονάζουσα ρευστότητα) στην ΕΚΤ για μία ημέρα ανήλθε σε 56,3 δισ. ευρώ που είναι το χαμηλότερο από τις 9 Οκτωβρίου 2008. Επίσης, το διατραπεζικό επιτόκιο μιας ημέρας (Eonia) έπεσε στο 0,85%, δηλαδή στο μισό του παρεμβατικού επιτοκίου. Το διατραπεζικό επιτόκιο έξι μηνών Euribor υποχώρησε σε επίπεδα ρεκόρ, στο 1,79%. Το αντίστοιχο διατραπεζικό επιτόκιο στη Βρετανία ήταν 2,07% και στις ΗΠΑ 1,90%.
Στις 21 Ιανουαρίου 2009, η ΕΚΤ είχε μειώσει το βασικό επιτόκιο στο 2% (από 2,5% πριν). Την ίδια ημέρα μείωσε το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων για μία μέρα από τις τράπεζες στο 1% από 2% που ήταν πριν. Στην πρόσφατη μείωση των επιτοκίων (11 Μαρτίου) η ΕΚΤ έριξε το βασικό επιτόκιο στο 1,5% και ταυτόχρονα εκείνο της αποδοχής καταθέσεων στο 0,5%. Από τότε οι συνθήκες άρχισαν να αλλάζουν σημαντικά στη διατραπεζική αγορά της Ευρωζώνης. Το βασικό επιτόκιο είναι το κύριο για την αναχρηματοδότηση του τραπεζικού συστήματος από την ΕΚΤ.
Από πέρυσι τον Οκτώβριο, μετά την κατάρρευση της Lehman, η αβεβαιότητα στις αγορές κορυφώθηκε, με αποτέλεσμα να μην εμπιστεύεται η μία τράπεζα την άλλη και, κατά συνέπεια, να μη δανείζει η μία την άλλη. Τα διατραπεζικά επιτόκια εκτοξεύθηκαν στα ύψη (ξεπέρασαν κάποια στιγμή το 5%). Οι τράπεζες προτιμούσαν να κρατούν τη ρευστότητα και να την καταθέτουν στην ΕΚΤ, η οποία χορηγούσε χρήματα σε όσα πιστωτικά ιδρύματα είχαν έλλειψη κεφαλαίων. Η ΕΚΤ χρηματοδοτούσε το τραπεζικό σύστημα είτε με το βασικό επιτόκιο είτε με ενέσεις ρευστότητας με επιτόκιο που σήμερα είναι 2,5% για διάρκεια μιας ημέρας (επιτόκιο οριακής χρηματοδότησης).
Τα ποσά καταθέσεων στην ΕΚΤ αποτελούν βαρόμετρο για την κρίση. Αρνητικές εξελίξεις και ενίσχυση της αβεβαιότητας οδηγούσαν τις τράπεζες να καταθέτουν περισσότερα χρήματα στην ΕΚΤ. Η αύξηση των ποσών εκτοξεύθηκε μετά την πτώχευση της Lehman και πραγματοποίησε ρεκόρ την 9η Ιανουαρίου 2009, όταν η Commerzbank ζήτησε κρατική βοήθεια 10 δισ. δολαρίων και πέρασε στο δημόσιο το 25% της τράπεζας. Είχαν προηγηθεί αρνητικές προβλέψεις της Fed για βαθιά ύφεση παρά τη μείωση των επιτοκίων και περικοπή επιτοκίων από την Τράπεζα της Αγγλίας.
Σήμερα ο Τρισέ δεν δείχνει να βιάζεται για νέες μειώσεις. Εξάλλου, στην πράξη έχει μηδενίσει τα επιτόκια αποδοχής καταθέσεων. Επίσης, βλέπει ότι η μείωση των επιτοκίων περνά και στην πραγματική οικονομία. Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΚΤ, το ύψος των κυμαινόμενων επιτοκίων στα στεγαστικά δάνεια και εκείνο των σταθερών για ένα χρόνο ή λιγότερο, μειώθηκε τον Ιανουάριο κατά 70 μονάδες βάσης, διαμορφούμενο κατά μέσο όρο στο 4,39%. Τα επιτόκια δανείων προς επιχειρήσεις με τους αντίστοιχους όρους μειώθηκαν κατά 65 μονάδες βάσης, στο 4,73%.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_13/03/2009_307285
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment