"Η προσπάθεια για ένωση των κρατών μπορεί να οδηγήσει, αντίθετα, σε μια τεράστια αύξηση των τριβών μεταξύ τους. Κάτι τέτοιο θα ταίριαζε στον κλασικό ορισμό της τραγωδίας: αλαζονεία, ανοησία, τιμωρία". Με αυτήν την πρόταση, τον Δεκέμβριο του 1991, έκλεινα το άρθρο μου αναφορικά με τη νομισματική ένωση.
Αναγνωρίζω την προσήλωση της ελίτ της Ευρώπης για επιτυχία του ευρωπαϊκού project. Όμως η κρίση είναι βαθιά - για την ευρωζώνη, για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για τον κόσμο. Όπως τόνισε και ο κ. Wolfgang Munchau, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της προηγούμενης εβδομάδας δεν αποτέλεσε λύση, αλλά υπεκφυγή.
Η άμεση πρόκληση είναι η Ελλάδα. Για το θέμα αυτό, οι αρχηγοί των κρατών αποφάσισαν ότι "ως μέρος ενός πακέτου που θα αφορά στη σημαντική χρηματοδότηση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης από την Ευρώπη, οι χώρες-μέλη της ευρωζώνης είναι έτοιμες να συνεισφέρουν στα συντονισμένα διμερή δάνεια".
Όμως, το κείμενο συνέχιζε λέγοντας: "Οποιαδήποτε δαπάνη… θα αποφασιστεί ομόφωνα από τις χώρες-μέλη της ευρωζώνης υπό αυστηρούς όρους και θα βασίζεται σε αποτίμηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα… Ο στόχος αυτού του μηχανισμού δεν θα είναι να παράσχει χρηματοδότηση με τα μέσα επιτόκια της ευρωζώνης, αλλά να δώσει κίνητρα για επιστροφή στη χρηματοδότηση από τις αγορές, το νωρίτερο δυνατό".
Η Γερμανία, το ισχυρότερο μέλος της ευρωζώνης, πήρε αυτό που ήθελε. Όμως, το αποτέλεσμα δεν έτυχε θετικής υποδοχής από τις άλλες χώρες και κυρίως τη Γαλλία αλλά και την ΕΚΤ, η οποία δεν θέλει το ΔΝΤ να παρεμβαίνει στη νομισματική πολιτική.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να συμπεράνουμε πως αυτό αποτελεί μεγάλη νίκη για το ΔΝΤ ή για τη Γερμανία. Το αποτέλεσμα φαίνεται ανεφάρμοστο.
Πρώτον, το πρόγραμμα θα είναι της Ε.Ε. ή του ΔΝΤ; Τι θα γίνει αν το ΔΝΤ διαφωνήσει με την Κομισόν; Μια τέτοια διαφωνία φαίνεται πιθανή. Η δημοσιονομική σύσφιγξη κατά 10% του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, στην οποία συμφώνησε η Ελλάδα, φαίνεται αδύνατη, δεδομένης της απουσίας νομισματικής πολιτικής ή ευελιξίας όσον αφορά στα επιτόκια. Ίσως κανένα πρόγραμμα να μην είναι επιτυχημένο, δεδομένων των δυσμενών αρχικών συνθηκών.
Δεύτερον, ποιες είναι πιθανότητες να υπάρξει ομοφωνία στην ευρωζώνη για τη στήριξη ενός προγράμματος του ΔΝΤ;
Τέλος, γιατί τελικά να βοηθήσει η οραματιζόμενη "βοήθεια"; Το άμεσο πρόβλημα της Ελλάδας είναι το υψηλό επιτόκιο που καταβάλλει. Το να προσφέρεται ρευστότητα με απαγορευτικό επιτόκιο, τη στιγμή που η Ελλάδα δεν έχει πρόσβαση στην αγορά, θα χειροτέρευε το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας. Επιπλέον, μέχρι να προσφερθεί η βοήθεια, θα είναι πολύ αργά.
Μέχρις εδώ, όλα… στραβά. Η εικόνα γίνεται όμως πραγματικά τρομακτική, αν κοιτάξει κανείς τις μεγάλες προκλήσεις. Μια πηγή ανησυχίας είναι η απροθυμία για αποδοχή χρεοκοπίας. Και το σημαντικότερο είναι ότι οι απόψεις της Γερμανίας για το πώς θα πρέπει να λειτουργεί η ευρωζώνη είναι λανθασμένες.
Μετά τη συνεδρίαση, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, κ. Herman van Rompuy, δήλωσε ότι "ελπίζουμε πως θα καθησυχάσει όλους τους κατόχους ελληνικών ομολογων το γεγονός ότι η ευρωζώνη δεν θα αφήσει ποτέ την Ελλάδα να πτωχεύσει". Για το σχόλιο αυτό υπάρχουν μόνον δύο αναγνώσεις: ή τα κράτη-μέλη γράφουν "λευκές επιταγές" υπέρ των κρατών-μελών ή αναλαμβάνουν τα δημοσιονομικά -και κατ’ επέκταση τις κυβερνήσεις- των προβληματικών κρατών-μελών.
Η Γερμανία δεν θα επέτρεπε ποτέ να γίνει το πρώτο, αλλά η πολιτική δεν θα επέτρεπε ποτέ να γίνει το δεύτερο, ιδιαίτερα στις ισχυρές χώρες. Έτσι, η δήλωση του κ. van Rompuy φαίνεται παράλογη.
Κοιτάξτε τώρα το μεγαλύτερο θέμα: Η ανακοίνωση της προηγούμενης εβδομάδας ανέφερε μεταξύ άλλων: "Η τρέχουσα κατάσταση τονίζει την ανάγκη για ενίσχυση και συμπλήρωση του υφιστάμενου πλαισίου για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα στην ευρωζώνη και να ενισχυθεί η ικανότητά της να δράσει σε περιόδους κρίσης. Για το μέλλον, η παρακολούθηση των οικονομικών και δημοσιονομικών κινδύνων και των οργάνων για την αποτροπή τους, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, θα πρέπει να ενισχυθούν".
Η βασική ιδέα είναι πως η αποδυνάμωση των δημοσιονομικών θέσεων στις περιφερειακές χώρες αντανακλά την έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας. Αυτό ισχύει πράγματι για την Ελλάδα και, σε μικρότερο βαθμό, για την Πορτογαλία. Όμως, η Ιρλανδία και η Ισπανία φαινόταν ότι είχαν στέρεες δημοσιονομικές θέσεις. Οι αδυναμίες τους αφορούν στα ελλείμματα στον ιδιωτικό τομέα. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα των χωρών αυτών εκτινάχθηκαν μόνο όταν "διόρθωσε" ο ιδιωτικός τομέας. Αφού το πρόβλημα ήταν στον ιδιωτικό και όχι στον δημόσιο τομέα, ο έλεγχος θα πρέπει επίσης να επικεντρώνεται και στον ιδιωτικό και όχι μόνο στον δημόσιο.
Ωστόσο, οι "φούσκες" των assets και η πιστωτική επέκταση του ιδιωτικού τομέα στην περιφέρεια αντανακλούσαν επίσης την απουσία ανάπτυξης στην πραγματική ζήτηση. Γι' αυτόν τον λόγο η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ δημιούργησε έναν λίγο έως πολύ επαρκή ρυθμό αύξησης της συνολικής ζήτησης στην ευρωζώνη. Έτσι, όταν ρωτάμε ποια ήταν η πραγματική αιτία για τις δημοσιονομικές "καταστροφές" που βλέπουμε σήμερα, θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι στην ουσία ήταν το αποτέλεσμα της στήριξης από μια συμβιβαστική νομισματική πολιτική, η οποία χρησιμοποιήθηκε για να αντισταθμιστεί η ισχνή ανάπτυξη της ζήτησης στην καρδιά της ευρωζώνης και, πάνω απ’ όλα, στη Γερμανία.
Μια τέτοια συζήτηση για την εσωτερική ζήτηση στην ευρωζώνη και τις ανισορροπίες δεν είναι κάποια που επιθυμούν να κάνουν οι policymakers της Γερμανίας. Όσο εξακολουθεί να ισχύει αυτή η κατάσταση, η προοπτική για "βελτιωμένη οικονομική συνεργασία", στην οποία αναφέρεται η ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, είναι μηδενική. Ακόμα χειρότερα, η Γερμανία πράγματι επιθυμεί να υπάρξουν μικρότερα δημοσιονομικά ελλείμματα στους εταίρους της.
Η ευρωζώνη, η δεύτερη ισχυρότερη οικονομία του κόσμου, θα όδευε προς τη μετατροπή της σε "μεγάλη Γερμανία", με χρόνια αδύναμη εσωτερική ζήτηση. Η Γερμανία και άλλες παρόμοιες οικονομίες μπορεί να βρουν διέξοδο μέσω αύξησης των εξαγωγών προς τις αναδυόμενες χώρες.
Για τους δομικά αδύναμους εταίρους -ιδιαίτερα αυτούς που επιβαρύνονται από μη ανταγωνιστικά κόστη- το αποτέλεσμα θα ήταν πολλά χρόνια στασιμότητας, στην καλύτερη περίπτωση. Αυτό όμως δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σταθερότητα.
Το εγχείρημα της νομισματικής ένωσης έρχεται αντιμέτωπο με μια τεράστια πρόκληση: Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος για να λυθεί η ελληνική κρίση. Όμως, το μεγαλύτερο θέμα είναι ότι η ευρωζώνη δεν θα δουλέψει όπως επιθυμεί η Γερμανία.
Προφανώς, η Γερμανία θα μπορούσε να περάσει το δικό της βραχυπρόθεσμα, αλλά δεν μπορεί να κάνει την ευρωζώνη να πετύχει με τον τρόπο που επιθυμεί η χώρα. Τα τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα είναι ένα σύμπτωμα της κρίσης, όχι το αίτιό της. Υπάρχει ικανοποιητική διέξοδος από το δίλημμα; Δεν το βλέπω. Και αυτό είναι κάτι πραγματικά τρομακτικό.
ΠΗΓΗ: FT.com
________
Όπως και ο Wolfgang Munchau, έτσι και ο Μάρτιν Γουλφ δεν είναι κάποιος απλός δημοσιογράφος.
Σίγουρα τουλάχιστον ευρωσκεπτικιστής.
Είναι και μέλος της γνωστής λέσχης.
Εγώ πάντως κρατάω τα τελευταία κοκκινάδια για κάτι που προσπαθώ να συντάξω.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment