Σε μεγάλο μέρος του πλούσιου κόσμου, μια εποχή δημοσιονομικής λιτότητας ανατέλλει. Το χρέος αυξάνεται ταχύτερα από κάθε άλλη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ως το 2014, το δημόσιο χρέος των μεγάλων πλούσιων χωρών θα φθάσει κατά μέσον όρο το 110% του ΑΕΠ, αυξημένο σχεδόν κατά 40 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2007, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Με τις σημερινές πολιτικές, θα συνεχίσει να αυξάνεται.
Την ερχόμενη δεκαετία, ο δυσκολότερος στόχος που θα πρέπει να εκπληρώσουν οι χαράσσοντες την πολιτική θα είναι η αλλαγή αυτής της δυσοίωνης τροχιάς. Οι αγορές ήδη υποχρεώνουν ορισμένους εξ αυτών σε δραστικά μέτρα. Η Ελλάδα σχεδιάζει να μειώσει το έλλειμμά της στο 3% ώς το 2013, με περικοπές δαπανών, αυξήσεις φόρων και ηρωικές προβλέψεις για ανάπτυξη. Η Πορτογαλία έσπευσε να εξαγγείλει σχέδια μείωσης του ελλείμματός της από το περυσινό 9,3% στο 3% το 2013. Οι εκλογές στη Βρετανία θα διεξαχθούν σε περιβάλλον προσδοκιών για μελλοντική αυστηρή λιτότητα.
Ωστόσο, πολύ λιγότερες από τις μισές χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ έχουν ανακοινώσει λεπτομερή μέτρα μείωσης του ελλείμματός τους. Οι επιλογές τους θα έχουν τεράστια επίδραση στην ανάπτυξη και τη δομή των οικονομιών τους. Δυστυχώς, δεδομένων των όσων διακυβεύονται, η οικονομική επιστήμη προσφέρει απρόσμενα ελάχιστη βεβαιότητα σε ό, τι αφορά τόσο τον βέλτιστο στόχο όσο και τον καλύτερο τρόπο να φθάσει κανείς εκεί.
Ο στόχος του 60%
Ας αρχίσουμε από τον στόχο. Τα σημερινά ελλείμματα, που οδηγούν σε όλο και υψηλότερα χρέη, είναι πολύ απλά μη βιώσιμα. Σε ποιο, όμως, επίπεδο δημόσιου χρέους θα πρέπει να στοχεύουν οι κυβερνήσεις; Ενας δημοφιλής στόχος για «ασφαλές» επίπεδο κυβερνητικού χρέους σε μια πλούσια οικονομία είναι το 60% του ΑΕΠ. Είναι το όριο που υιοθέτησε η Συνθήκη του Μάαστριχτ, η οποία διέπει το ευρώ. Ηταν ο μέσος όρος του λόγου χρέους / ΑΕΠ μεταξύ των μεγάλων πλούσιων οικονομιών πριν από την κρίση. Και είναι το επίπεδο στο οποίο, σύμφωνα με το ΔΝΤ, θα πρέπει να προσδοκούν οι πλούσιες χώρες.
Η μείωση του χρέους στα προ της κρίσης επίπεδα έχει κάποια λογική. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλισθεί ότι το κόστος της κρίσης δεν θα περάσει στις επόμενες γενιές. Οτι οι κυβερνήσεις θα έχουν μεγαλύτερο δημοσιονομικό περιθώριο αντιμετώπισης μελλοντικών κρίσεων. Και ότι το υψηλό κυβερνητικό χρέος δεν θα διώξει τις ιδιωτικές επενδύσεις, περιορίζοντας τη μελλοντική ανάπτυξη. Το ΔΝΤ θεωρεί ότι μια αύξηση κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες στο χρέος των πλούσιων χωρών αυξάνει το κόστος δανεισμού κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες.
Δυστυχώς, ελάχιστα αξιόπιστα στοιχεία στηρίζουν τον στόχο του 60%, πόσω μάλλον την ταχεία επίτευξή του. Στο παρελθόν, ο λόγος χρέους / ΑΕΠ κάποιων χωρών ήταν υψηλότερος απ’ όσο σήμερα και συχνά υποχωρούσε με βραδείς ρυθμούς. Το χρέος της Βρετανίας αυξήθηκε από 121% ως προς το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, το 1918, στο 191% το 1932 και δεν επανήλθε πριν από το 1960. Σε πρόσφατη μελέτη, διαπιστώνεται ότι δημόσιο χρέος μικρότερο από 90% του ΑΕΠ έχει ελάχιστες επιπτώσεις στην ανάπτυξη, όμως υψηλότερο επιδρά σημαντικά. Αυτό σημαίνει ότι δεν ισχύει το ίδιο για όλους. Εχοντας τη μεγαλύτερη αγορά κρατικών ομολόγων και τις πιο αξιόπιστες τράπεζες στον κόσμο, οι ΗΠΑ μπορούν να διαθέτουν υψηλότερο δημόσιο χρέος από την Ελλάδα.
Ομως, πόσα εξαρτώνται από τους κυβερνητικούς στόχους; Ο ορθός στόχος εξαρτάται από τα μέσα επίτευξής του. Η ισοσκέλιση του προϋπολογισμού με αύξηση των φόρων ίσως ζημιώσει την ανάπτυξη περισσότερο από το υψηλό χρέος. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ήδη στηρίζονται περισσότερο σε αυτές.
Απαραίτητες οι περικοπές δαπανών
Σύμφωνα με πανεπιστημιακές μελέτες, οι δημοσιονομικές προσαρμογές που στηρίζονται στις περικοπές δαπανών είναι πιο βιώσιμες και φιλικές στην ανάπτυξη από εκείνες που στηρίζονται στις φορολογικές αυξήσεις. Οπως φαίνεται, η μείωση των μισθών του Δημοσίου και οι μετατάξεις είναι προτιμότερες από τη μείωση των δημοσίων επενδύσεων. Πολλές περικοπές, από την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης ώς τη μείωση των αγροτικών επιδοτήσεων, έχουν διπλό όφελος: τονώνουν την ανάπτυξη, τόσο βελτιώνοντας τα δημόσια οικονομικά και ενθαρρύνοντας τους πολίτες να εργάζονται σκληρότερα, όσο και προωθώντας την αποτελεσματικότερη κατανομή των πόρων.
Η λιτότητα μπορεί να είναι και επεκτατική. Πολλές δημοσιονομικές προσαρμογές βασισμένες στις περικοπές δαπανών τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 συνοδεύθηκαν από ταχύτερη ανάπτυξη, προφανώς γιατί η επίδραση στην εμπιστοσύνη και στα επιτόκια αντιστάθμισε την απώλεια κυβερνητικής ζήτησης. Αυτό μπορεί να μη συμβεί ξανά, αν μη τι άλλο γιατί οι καταναλωτές είναι υπερχρεωμένοι και τα επιτόκια ήδη πολύ χαμηλά. Ομως, η υπεροχή της περικοπής δαπανών ισχύει. Το πρόβλημα είναι ότι η κλίμακα προσαρμογής ίσως είναι πολύ μεγάλη για να επιτευχθεί μόνο με αυτήν.
No comments:
Post a Comment