11.2.12

Κατατέθηκε στη Βουλή το νέο Μνημόνιο

Το Σάββατο θα συζητηθεί στην επιτροπή της Βουλής και την Κυριακή το βράδυ θα τεθεί προς ψήφιση από την Ολομέλεια της Βουλής, το νομοσχέδιο για τη νέα δανειακή σύμβαση και το πρόγραμμα ανταλλαγής των ελληνικών ομολόγων (PSI), το οποίο θα κατατεθεί αμέσως μετά το υπουργικό συμβούλιο, όπως δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος κατά την εισήγησή του στο Υπουργικό Συμβούλιο.

Το νομοσχέδιο, που διχάζει ήδη τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες και των δύο μεγάλων κομμάτων, θα έρθει σε τρία άρθρα: ένα για το PSI, ένα για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και ένα τελευταίο που θα εξουσιοδοτεί τον πρωθυπουργό Λουκά Παπαδήμοκαι τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ. Βενιζέλο να υπογράψουν τη νέα δανειακή σύμβαση και να συζητήσουν από εδώ και στο εξής τα ζητήματα που αφορούν στο μνημόνιο και το «κούρεμα».

Η εξειδίκευση των μέτρων θα γίνει αργότερα, σε διάστημα 15-20 ημερών, με σχετικό εφαρμοστικό νόμο, όπως έγινε μετά το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.

Ο κ. Βενιζέλος γνωστοποίησε ότι θα περιλαμβάνει τρία άρθρα το PSI την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την εξουσιοδότηση προς τον υπουργό οικονομικών και τον πρωθυπουργό να υπογράψουν τη νέα δανειακή σύμβαση.

Τα μέτρα θα εξειδικεύονται σε εφαρμοστικό νόμο που θα κατατεθεί στη Βουλή εντός δεκαπενθημέρου.
Το μνημόνιο στα ελληνικά
Το μνημόνιο στα αγγλικά
Τεχνικό μνημόνιο συνεννόησης

Η αιτιολογική έκθεση


Σχέδιο νόμου


Σύμβαση χρηματικής διευκόλυνσης

Ειδική έκθεση

Εκθεση Γενικού λογιστηρίου του Κράτους

Συνοπτική έκθεση αξιολόγησης 

http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=443093 


http://www.hellenicparliament.gr/Nomothetiko-Ergo/Anazitisi-Nomothetikou-Ergou?law_id=d9259d98-e056-443e-8cc8-761522dc6f88


Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο για το μνημόνιο. Περιλαμβάνει τα μέτρα που θα πρέπει να λάβει η Ελλάδα ώστε να εξασφαλίσει τη δανειακή σύμβαση.  

Η αιτιολογική έκθεση έχει ως εξής:
«Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας»
Α. Γενική παρουσίαση
Εθνικό χρέος της Κυβέρνησης είναι η διασφάλιση της θέσης της χώρας μέσα στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή είναι η ιστορική ευθύνη της Κυβέρνησης, ευθύνη προς την οποία ανταποκρίνεται αταλάντευτα με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον του Ελληνικού Λαού.

Μέσα στη δίνη της πιο σοβαρής οικονομικής κρίσης που αντιμετώπισε η Χώρα στην πρόσφατη ιστορία της, αποτελεί πρόκληση επιβίωσης να διασφαλιστούν σήμερα οι όροι και οι προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν στο άμεσο μέλλον να ανακτήσει η Χώρα τη δημοσιονομική της ισορροπία, να αποκτήσει πρωτογενή πλεονάσματα και να είναι σε θέση να μετέχει ισότιμα και με ισχυρό λόγο στις σχέσεις με τους εταίρους της στην Ευρωζώνη, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους διεθνείς συνομιλητές της.
Για να μετατραπεί η κρίση σε ευκαιρία, είναι ανάγκη να συνειδητοποιηθεί από όλες τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις της Χώρας, ότι το στοίχημα της υπέρβασης αυτής της κρίσης συνδέεται άρρηκτα με την αυστηρή τήρηση όλων των δεσμεύσεων που αναλαμβάνει η Χώρα στο πλαίσιο της απαιτούμενης δημοσιονομικής προσαρμογής αλλά και τη συλλογική προσπάθεια για σύνθεση από όλες τις πολιτικές κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις αναπτυξιακού ορίζοντα ο οποίος θα βασίζεται στην ανταγωνιστικότητα, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Χώρας και τις δυνατότητες του ανθρώπινου δυναμικού της και ιδιαίτερα τις δυνατότητες και τις δεξιότητες των νέων ανθρώπων, μακριά από αγκυλώσεις, συντεχνιακές νοοτροπίες και εσωστρέφεια.

Τα τελευταία τρία χρόνια, η ραγδαία επιδείνωση των δημοσίων οικονομικών εκτόξευσε το κόστος δανεισμού της Χώρας σε απαγορευτικά επίπεδα, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί από τις διεθνείς αγορές, και να διογκωθεί το δημόσιο χρέος σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Σταθμοί στην προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης ήταν:

- Η συμφωνία και υπογραφή στις 3 Μαΐου 2010 του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ενεργούσε για λογαριασμό των κρατών μελών της Ευρωζώνης και της Ελληνικής Δημοκρατίας με τα συστατικά μέρη του, ήτοι:

(α) Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής,

(β) Μνημόνιο Συνεννόησης στις συγκεκριμένες προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής και

(γ) Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης.

Η υπογραφή του εν λόγω Μνημονίου αποτελούσε προαπαιτούμενο για τη σύναψη της Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης, καθώς και την έγκριση της χρηματοδότησης από το Εκτελεστικό Συμβούλιο του Δ.Ν.Τ.
- Η Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης ύψους 80.000.000.000 ευρώ της 8ης Μαΐου 2010 ύψους που συνομολογήθηκε μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδας με τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, η οποία προέβλεπε την ενίσχυση της σταθερότητας στην Ελλάδα σε διακυβερνητικό πλαίσιο μέσω συγκεντρωτικών διμερών δανείων.

- Η έγκριση τις 9 Μαΐου 2010 από την Εκτελεστικό Συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου της χρηματοδότησης αμέσου ετοιμότητας για την Ελλάδα ισοδύναμης με Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα 26,432,9 εκατομμυρίων.

- Η κατάρτιση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015

Παρά το γεγονός ότι η Χώρα και οι πολίτες της κατέβαλαν τεράστια προσπάθεια σταθεροποίησης σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα, η προσπάθεια εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών και μείωσης του ελλείμματος προσέκρουσε στην επιδείνωση της ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, η οποία ταλανίζει τη Χώρα, μειώνοντας τα έσοδα σε σχέση με τα εκάστοτε προσδοκώμενα και αυξάνοντας το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Συγκεκριμένα, το δημόσιο χρέος ανήλθε στα 299 δισ. ευρώ το 2009, ή 129.3% του ΑΕΠ, αυξήθηκε στα 329 δισ. ευρώ το 2010, ή 144,9% του ΑΕΠ, ενώ το 2011, σύμφωνα με τα έως τώρα στοιχεία, σημειώνει περαιτέρω επιδείνωση, φτάνοντας τα 368 δισ. υπερβαίνοντας το 169% του ΑΕΠ.
Το μεγαλύτερο ποσοστό του χρέους λήγει εντός των αμέσως επομένων ετών, γεγονός που καθιστά τις άμεσες ταμειακές ανάγκες του Δημοσίου επιτακτικές και ζήτημα ζωτικής σημασίας για την εθνική οικονομία.

Οι δυσοίωνες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνονται εμφανώς στις αγοραίες τιμές τίτλων εκδοθέντων ή εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο. Αυτές οι ιστορικά πρωτόγνωρα χαμηλές τιμές αντικατοπτρίζουν την εκτίμηση των επενδυτών ότι η πλήρης εξυπηρέτηση του χρέους στο σύνολό του, από το Ελληνικό Δημόσιο, μπορεί να καταστεί αδύνατη.

Η δυναμική του χρέους, η οποία αναπτύσσεται σε περιβάλλον αρνητικών ρυθμών μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας για τέταρτη συνεχή χρονιά το 2012, και σε περιβάλλον παγκόσμιας οικονομικής ανασφάλειας, επιβάλλει τη λήψη άμεσων μέτρων προς την κατεύθυνση της ελάφρυνσής του.

Συγκεκριμένα, επιβάλλεται μια ουσιαστική αναδιάταξη του δημόσιου χρέους για να καταστεί το δημόσιο χρέος βιώσιμο τόσο βραχυπρόθεσμά όσο και μακροπρόθεσμα. Η έλλειψη μιας τέτοιας αναδιάταξης θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες για την ελληνική οικονομία και τον ελληνικό λαό, τους πιστωτές και το ευρύτερο διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα.

Στην περίπτωση που η Χώρα αδυνατούσε να συνεχίσει τις πληρωμές, οι πιστωτές θα έχαναν σχεδόν το συνολικό μέρος, αν όχι όλη την αξία των επενδύσεών τους, γεγονός που θα απαιτούσε την άμεση στήριξη ορισμένων πιστωτών από τις εθνικές κυβερνήσεις. Η μετάδοση των συνεπειών θα επιδείνωνε την κρίση χρέους σε άλλα δημοσιονομικά αδύναμα κράτη της Ευρωζώνης. Οι δυσμενείς συνέπειες θα ήταν απρόβλεπτες για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία.

Σε δυο συνεχόμενες Συνόδους Κορυφής, στις 11 και στις 25 Μαρτίου 2011, και στη συνέχεια, με ad hoc απόφαση για την Ελλάδα, στις Συνόδους Κορυφής της 21ης Ιουλίου και της 26ης Οκτωβρίου 2011, η Ευρωζώνη κάλεσε τους ιδιώτες επενδυτές να συμβάλουν και αυτοί στην επίλυση του προβλήματος βιωσιμότητας του χρέους της Ελλάδας, εκ παραλλήλου με τους φορολογούμενους της Χώρας, οι οποίοι θα καλούνταν να αναδεχθούν το μεγαλύτερο κόστος μέσω της εντεινόμενης προσπάθειας προσαρμογής της χώρας τους, και με συνεισφορά των δημοσιονομικά υγιών κρατών της Ευρωζώνης.

Επί της αρχής αυτής της τριμερούς χρηματοδότησης του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής ενός κράτους μέλους της Ευρωζώνης, η οποία αδυνατεί να προσφύγει στις αγορές για να χρηματοδοτηθεί με τρόπο βιώσιμο, υιοθετήθηκε η προσέγγιση για την αναδιάταξη του ελληνικού χρέους στη Σύνοδο Κορυφής της 26ης Οκτωβρίου 2011 σε συνέχεια της δήλωσης της 21ης Ιουλίου 2011 από τους επικεφαλείς των κρατών μελών της ευρωζώνης και των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει της οποίας συστάθηκε στις 7 Ιουνίου 2011 το «Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας» (Ε.Τ.Χ.Σ.) “European Financial Stability Facility” (EFSF), με σκοπό την εξασφάλιση σταθερότητας στα κράτη μέλη της Ευρωζώνης.

Tο ΕΤΧΣ μπορεί να παρέχει χρηματοδοτική ενίσχυση με τις ακόλουθες μορφές:

- «Συμβάσεις Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης» “Financial Assistance Facility Agreement”,

- με τη μορφή εκταμίευσης δανείων σύμφωνα με ένα πρόγραμμα,

- προληπτικές διευκολύνσεις,

- διευκολύνσεις για τη χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης πιστωτικών ιδρυμάτων κράτους μέλους της Ευρωζώνης (μέσω δανείων στις κυβερνήσεις αυτών των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων χωρών εκτός προγράμματος),

- διευκολύνσεις για την αγορά ομολόγων στις δευτερογενείς αγορές επί τη βάσει ανάλυσης της ΕΚΤ, που αναγνωρίζει την ύπαρξη εξαιρετικών συνθηκών και κινδύνων της χρηματοπιστωτικής αγοράς που απειλούν την οικονομική σταθερότητα ή

- διευκολύνσεις για την αγορά ομολόγων στην πρωτογενή αγορά.

Σύμφωνα με τη δήλωση των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων της Ευρωζώνης και των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 21ης Ιουλίου και 26ης Οκτωβρίου 2011, το ΕΤΧΣ θα χρησιμοποιηθεί ως φορέας χρηματοδότησης για μελλοντικές εκταμιεύσεις από την Ελλάδα υπό την χρηματοδοτική ενίσχυση των κρατών μελών της Ευρωζώνης.

Για το λόγο αυτό προβλέπεται η υπογραφή του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ελλάδας και της Τράπεζας της Ελλάδος, πριν από την υπογραφή των συμβάσεων χρηματοδοτικής διευκόλυνσης, τα σχέδια των οποίων προτείνεται να εγκριθούν με το παρόν σχέδιο νόμου.

Στο Μνημόνιο Συνεννόησης περιλαμβάνονται αναλυτικά οι όροι και οι προϋποθέσεις που αποτελούν προαπαιτούμενο για την υπογραφή και θέση σε ισχύ των συμβάσεων χρηματοδοτικής διευκόλυνσης.

Συγκεκριμένα το Μνημόνιο Συνεννόησης αποτελείται από τα ακόλουθα μέρη:

(α) Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής,

(β) Μνημόνιο Συνεννόησης στις συγκεκριμένες προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής και

(γ) Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης.

Το Μνημόνιο Συνεννόησης αποτελεί ξεχωριστό και συμπληρωματικό έγγραφο προς το αρχικό Μνημόνιο Συνεννόησης που υπεγράφη στις 3 Μαΐου 2010, όπως έχει πρόσφατα αναθεωρηθεί από το συμπληρωματικό Μνημόνιο Συνεννόησης (Πέμπτο Παράρτημα) της 6ης Δεκεμβρίου 2011, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ελλάδας και της Τράπεζας της Ελλάδος.

Η διαθεσιμότητα των Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης συναρτάται με την εφαρμογή από την Ελλάδα των μέτρων που περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο Συνεννόησης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτές.

Το νέο οικονομικό πρόγραμμα που συμφωνήσαμε με τους ευρωπαίους εταίρους μας και το ΔΝΤ επικαιροποιεί και τροποποιεί το αρχικό πρόγραμμα που είχε υιοθετηθεί τον Μάιο του 2010, όπως αυτό αναθεωρήθηκε περιοδικά έκτοτε, ανάλογα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας και τη δυναμική του χρέους μας.

Όλα τα εξαιρετικού χαρακτήρα μέτρα που λαμβάνει η χώρα στο πλαίσιο αυτό ενσωματώνονται σε αποφάσεις του Συμβουλίου της Ε.Ε., οι οποίες εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος της Ε.Ε., διαδικασία στην οποία ενταχθήκαμε τον Απρίλιο του 2009. Οι αποφάσεις αυτές του Συμβουλίου της Ε.Ε., καθόσον μας αφορά, βρίσκουν διπλό έρεισμα στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ε.Ε. (ΣΛΕΕ):

• Αφενός στο άρθρο 126 παρ. 9 της ΣΛΕΕ, που αφορά σε μέτρα που καλείται να λάβει η χώρα μας στο πλαίσιο της διαδικασίας μείωσης του υπερβολικού ελλείμματός της, όπως και κάθε άλλη χώρα της ΕΕ, ανεξάρτητα αν είναι και χώρα της Ευρωζώνης ή όχι.

• Αφετέρου στο άρθρο 136 παράγραφος 1 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, που προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης ειδικών μέτρων μόνο για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, προκειμένου να ενισχυθεί ο συντονισμός και η εποπτεία της δημοσιονομικής τους πειθαρχίας.

Η αρχική απόφαση 2010/320 του Συμβουλίου της ΕΕ της 10ης Μαΐου 2010 ενσωμάτωσε τα μέτρα του πρώτου Μνημονίου, όπως αυτά υιοθετήθηκαν στην Ελλάδα με το ν. 3845/2010. Η απόφαση αυτή προσέδωσε την απαιτούμενη ενωσιακή νομιμότητα στα μέτρα αυτά και την θωράκισε διπλά, επειδή η λήψη τους ήταν απαραίτητη τόσο για την μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος (που συνιστά υποχρέωση όλων των κρατών μελών της ΕΕ), όσο και για την προάσπιση της σταθερότητας της Ευρωζώνης (που συνιστά υποχρέωση όλων των κρατών με νόμισμα το Ευρώ).

Έκτοτε, η απόφαση 2010/320 του Συμβουλίου τροποποιήθηκε τρεις φορές με τις ακόλουθες αποφάσεις:
• Απόφαση 2010/486 του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 7 Σεπτεμβρίου 2010.
• Απόφαση 2011/57 του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 20ης Δεκεμβρίου 2010.
• Απόφαση 2011/257 του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 7ης Μαρτίου 2011.

Στις 12 Ιουλίου 2011 καταργήθηκε η απόφαση 2010/320, που μέχρι τότε είχε υποστεί τις παραπάνω τροποποιήσεις, και αντικαταστάθηκε από την απόφαση 2011/734 του Συμβουλίου της Ε.Ε., η οποία με τη σειρά της τροποποιήθηκε στη συνέχεια με την απόφαση 2011/791 του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 2011.

Συμπερασματικά, οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Ε.Ε., που προσδίδουν ενωσιακή νομιμότητα στα μέτρα που λαμβάνει η χώρα μας στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής της, τροποποιούνται και επικαιροποιούνται κατόπιν της αξιολόγησης της πορείας εφαρμογής του προγράμματός μας από την Τρόικα ενόψει της εκταμίευσης κάθε νέας δόσης από το πρόγραμμα χρηματοδότησης της οικονομίας μας.

Κατά συνέπεια, και τα νέα μέτρα που η Κυβέρνηση συμφώνησε να ληφθούν με τους εταίρους μας και το ΔΝΤ, στο πλαίσιο του νέου οικονομικού προγράμματος της χώρας, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί με το ποσό των 130 δισ. ευρώ περίπου, θα ενσωματωθούν σε νέα απόφαση του Συμβουλίου της Ε.Ε., η οποία θα εκδοθεί στη βάση ακριβώς των άρθρων 126 παρ. 9 και 136 παρ. 1 α) της ΣΛΕΕ, καθιστώντας την νομιμότητα των μέτρων αυτών αδιαμφισβήτητη από την άποψη του ευρωπαϊκού δικαίου.

Η χώρα μας πρέπει να συμμορφωθεί προς τις διεθνείς υποχρεώσεις της έναντι της Ε.Ε., της Ζώνης του Ευρώ, αλλά και των εταίρων της που την στηρίζουν για να υλοποιήσει το πρόγραμμα της δημοσιονομικής της προσαρμογής. Είμαστε, λοιπόν, υποχρεωμένοι να ενσωματώσουμε στο δίκαιό μας τις ειδικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνουμε στο πλαίσιο των άρθρων 126.9 και 136.1α της ΣΛΕΕ.

Στο πλαίσιο αναδιάταξης του ελληνικού χρέους και αντικατάστασης των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου με νέους τίτλους, εκτός από τις χρηματοδοτικές διευκολύνσεις που απαιτείται να παρασχεθούν από το ΕΤΧΣ, είναι ανάγκη να διαμορφωθεί το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο, προκειμένου το σχετικό εγχείρημα να ολοκληρωθεί με ασφάλεια και επιτυχία.

Τέλος, σημαντικό θέμα που περιλαμβάνεται στο παρόν σχέδιο νόμου είναι η πρόβλεψη για παροχή εξουσιοδότησης προκειμένου να συσταθεί ανώνυμη εταιρεία αποκλειστικού σκοπού με την επωνυμία «Ταμείο Στήριξης Ασφαλιστικού Συστήματος Α.Ε.» (Ταμείο), με αποκλειστικό σκοπό την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που μεταβιβάζονται στο Ταμείο, για την οικονομική στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας.

Β. Ειδικότερα επί των άρθρων του σχεδίου νόμου
Επί του άρθρου 1
Με την υποπαράγραφο α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου προτείνεται η έγκριση του Σχεδίου της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (η «Σύμβαση Διευκόλυνσης για τη Διαχείριση Υποχρεώσεων Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα (ΣΙΤ)») για τη χρηματοδοτική ενίσχυση ύψους μέχρι Ευρώ 30.000.000.000, προκειμένου να επιτρέψει στην Ελλάδα να χρηματοδοτήσει, εν μέρει, την Εθελοντική Συναλλαγή Διαχείρισης Υποχρεώσεων, δηλαδή τη διαχείριση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εθελούσια ανταλλαγή ομολόγων που θα συναφθεί μεταξύ της Ελλάδας και ορισμένων επενδυτών του ιδιωτικού τομέα, όπως περιγράφεται στη δήλωση της Ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής της 26ης Οκτωβρίου 2011.

Σκοπός της Σύμβασης αυτής είναι το ΕΤΧΣ να παρέχει στην Ελλάδα χρηματοδοτική ενίσχυση, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του Μνημονίου Συνεννόησης, και της παρούσας Σύμβασης, μέχρι του συνολικού ποσού των 30 δισ. ευρώ για να χρηματοδοτήσει η Ελλάδα το μέρος τίτλων της Ευρωζώνης στο πλαίσιο της εθελοντικής συναλλαγής διαχείρισης υποχρεώσεων, προκειμένου κάθε ένα (1) Ευρώ του ανταλλάγματος της προσφοράς να αποτελείται κατά τριάντα (30) λεπτά του Ευρώ από μέρος τίτλων ευρωζώνης και κατά εβδομήντα (70) λεπτά του Ευρώ από Νέα Ελληνικά Ομόλογα.

Αυτό σημαίνει ότι με τη συγκεκριμένη χρηματοδοτική ενίσχυση το Ελληνικό Δημόσιο χρηματοδοτεί την αγορά ομολόγων του ΕΤΧΣ που θα δοθούν προς την κάλυψη του [15% ] της ονομαστικής αξίας των υφιστάμενων ομολόγων.

Το Ελληνικό Δημόσιο θα καλύψει το υπόλοιπο [35%] της ονομαστικής αξίας των υφιστάμενων ομολόγων με έκδοση νέων τίτλων, ώστε συνολικά οι ομολογιούχοι να ανταλλάξουν τους υφιστάμενους τίτλους με νέους τίτλους ονομαστικής αξίας 50% των υφιστάμενων.

Η διευκόλυνση αυτή θα είναι διαθέσιμη προς εκταμίευση σε ένα (1) ή περισσότερα τμήματα κατά την διάρκεια της περιόδου ισχύος της Σύμβασης.

Με την υποπαράγραφο β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προτείνεται η έγκριση του Σχεδίου Σύμβασης Συγχρηματοδότησης «Σύμβαση Συγχρηματοδότησης» (“Co–Financing Agreement”) μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας ως επωφελούμενου κράτους μέλους, της ΤτΕ, του Ε.Τ.Χ.Σ., και της Wilmington Trust (London) Limited, ως Εμπιστευματοδόχων των Ομολογιών και της ΤτΕ ως κοινού φορέα πληρωμής, με σκοπό να καθοριστούν για την εκτέλεση της Σύμβασης Διευκόλυνσης για τη Διαχείριση Υποχρεώσεων Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα (ΣΙΤ/PSI) , το οφειλόμενο ποσό, οι πληρωμές και οι υποχρεώσεις, καθώς και ο τρόπος πληρωμής μέσω του κοινού φορέα πληρωμής, όπως ειδικότερα ορίζεται στο Σχέδιο της Σύμβασης.

Με τη συγκεκριμένη σύμβαση ενισχύεται η χρηματοπιστωτική αξία των νέων τίτλων που θα εκδοθούν από το Ελληνικό Δημόσιο παρέχοντας περαιτέρω διασφαλίσεις ως προς την αποπληρωμή τους.

Με την υποπαράγραφο γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προτείνεται η έγκριση της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης (η «Σύμβαση Πιστωτικής Ενίσχυσης ΕΚΤ») ύψους μέχρι Ευρώ 35.000.000.000, προκειμένου να μπορέσει η Ελλάδα να χρηματοδοτήσει την προσφορά επαναγοράς, με την οποία η ΕΚΤ, ενεργώντας ως εκπρόσωπος της Ελλάδας, προσφέρεται να επαναγοράσει από εθνικές κεντρικές τράπεζες («ΕθΚΤ») του Συστήματος του Ευρώ ορισμένα κρατικά ομόλογα εκδόσεως της Ελλάδας, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή των ΕθΚΤ ως εξασφάλιση για νομισματικές πράξεις ή πράξεις ανοιχτής αγοράς με αποδεκτά (επιλέξιμα) τρίτα μέρη.

Mε τον τρόπο αυτό, θα παρασχεθεί η δυνατότητα στην Ελλάδα να χρηματοδοτήσει την απόκτηση των χρεωστικών τίτλων ΕΤΧΣ που απαιτούνται για το σκοπό της προσφοράς επαναγοράς. Η χρηματοδοτική ενίσχυση θα πραγματοποιηθεί μέσω μιας μόνο εκταμίευσης μέχρι του ποσού των 35 δισ. ευρώ που αρχίζει από την ημερομηνία υπογραφής της Σύμβασης.

Με την υποπαράγραφο δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προτείνεται η έγκριση της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης ύψους Ευρώ 5.700.000.000 του Ε.Τ.Χ.Σ. προς την Ελλάδα (η «Διευκόλυνση αποπληρωμής Τόκων Ομολόγων») με σκοπό να έχει τη δυνατότητα η Ελλάδα να διενεργήσει πληρωμές για δεδουλευμένους τόκους που απορρέουν από ορισμένα ανεξόφλητα κρατικά ομόλογα της Ελλάδος στο πλαίσιο του PSI. Οι πληρωμές αυτές πρόκειται να γίνουν πριν την ανταλλαγή κατά το χρόνο και στο μέτρο που τα εν λόγω κρατικά ομόλογα ανταλλαγούν με Νέα Ελληνικά Ομόλογα.

Με την περίπτωση α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου εγκρίνεται το Σχέδιο του Μνημονίου Συνεννόησης (Memorandum Of Understanding), το οποίο αποτελείται από τα ακόλουθα διακριτά Μνημόνια:

* το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής (Memorandum of Economic and Financial Policies),

* το Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής (Memorandum of Understanding on Specific Economic Policy conditionality) και

* το Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης (Technical Memorandum of Understanding),
με τα παραρτήματα και τους πίνακες που τα συνοδεύουν.

Με την περίπτωση β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου εγκρίνονται τα Σχέδια των Επιστολών Πρόθεσης (Letters of Intent) του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών καθώς και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος που απευθύνονται:

α. Στους εκπροσώπους θεσμικών οργάνων της Ε.Ε.: - τον Πρόεδρο των κρατών μελών της Ευρωζώνης,
- τον αρμόδιο Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις και το Ευρώ, και
- τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,

β. Στον εκπρόσωπο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Οι επιστολή προς τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. συνοδεύεται από το Μνημόνιο Συνεννόησης και η επιστολή προς το ΔΝΤ από το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και το Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης.

Με την παράγραφο 3 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου παρέχεται στον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να υπογράψουν τα Σχέδια των Επιστολών Πρόθεσης, όπως εγκρίνονται σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 2., συνοδευόμενα από το Σχέδιο του Μνημονίου Συνεννόησης, μετά την έγκρισή του σύμφωνα με την περίπτωση α’ της παραγράφου 2.

Επίσης, παρέχονται στον Υπουργό Οικονομικών οι ακόλουθες εξουσιοδοτήσεις:

* να υπογράψει τα εγκεκριμένα Σχέδια των Συμβάσεων.
* να εκπροσωπεί και να υπογράφει τις ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης καθώς και τις αντίστοιχες Επιστολές Πρόθεσης προς την Ε.Ε. και το ΔΝΤ.

Στον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος παρέχεται η εξουσιοδότηση να εκπροσωπεί την Τράπεζα της Ελλάδος και να υπογράφει τα εγκεκριμένα Σχέδια των Συμβάσεων και τα εγκεκριμένα Σχέδια του Μνημονίου Συνεννόησης και των Επιστολών Πρόθεσης, καθώς και τις ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης με τις αντίστοιχες Επιστολές Πρόθεσης.

Στις προαναφερόμενες εξουσιοδοτήσεις περιλαμβάνεται και η υπογραφή των Σχεδίων των Συμβάσεων και του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης με τις τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις τους για την αποκατάσταση λαθών ή τη διευκρίνιση ασαφειών.

Με την παράγραφο 4 του άρθρου 1 και δεδομένου ότι, μία εκ των αναγκαίων συβάσεων χρηματοδοτικής διευκόλυνσης δεν έχει οριστικοποιηθεί στα βασικά της σημεία, παρέχεται ρητή εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να εκπροσωπήσει την Ελληνική Δημοκρατία και να υπογράψει με το ΕΤΧΣ και την Τράπεζα της Ελλάδος σχετική σύμβαση, της οποία το σχέδιο δεν συμπεριλαμβάνεται στα προσαρτώμενα στο παρόν σχέδιο νόμου.

Πρόκειται για τη Σύμβαση Παροχής Διευκόλυνσης για την Ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών (“Bank Recapitalisation Facility”) , η οποία θα συναφθεί με σκοπό την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στην Ελλάδα και η οποία, μετά την υπογραφή της, θα διαβιβαστεί στη Βουλή για ενημέρωση.


Στην παράγραφο 5 του άρθρου 1 ορίζεται ότι οι Συμβάσεις που εγκρίνονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 και 4 ισχύουν από την ημερομηνία υπογραφής τους από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ειδικότερα καθορίζονται σε αυτές και ότι ο Υπουργός Οικονομικών μεριμνά ώστε οι Συμβάσεις της παραγράφου 1 και 4, το Μνημόνιο Συνεννόησης, οι ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης και οι Επιστολές Πρόθεσης, μετά την υπογραφή τους από όλα τα προβλεπόμενα μέρη, να διαβιβάζονται στη Βουλή για ενημέρωση.

Με την παράγραφο 6 ορίζεται ότι ειδικά οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο Ε «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις» παραγράφου 28 και 29 του Μνημονίου Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και στο Κεφάλαιο 4 «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις για την Ενίσχυση της Ανάπτυξης» παράγραφος 4.1: Διασφάλιση της ταχείας προσαρμογής της αγοράς εργασίας και ενίσχυση των θεσμών της αγοράς εργασίας» του Μνημονίου Συνεννόησης στις

Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής, συνιστούν πλήρεις κανόνες δικαίου άμεσης εφαρμογής δεδομένου ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μνημονίου συνιστούν μέτρα που πρέπει να υιοθετηθούν πριν την εκταμίευση των ενισχύσεων και συνεπώς επιβάλλεται η άμεση ενσωμάτωση των προβλέψεών τους ως κανόνων δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη.

Με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου προβλέπεται να ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα αναγκαίο για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

Επί του άρθρου 2:
Στα πλαίσια αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους και αντικατάστασης των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου με νέους τίτλους, πρέπει να ρυθμιστεί το θέμα μεταφοράς των νέων τίτλων στους δικαιούχους τους. Στο πλαίσιο της Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα/ΣΙΤ (Private Sector Involvement – PSI) τα υφιστάμενα Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ) πρόκειται, μετά από συμφωνία των Ομολογιούχων να αντικατασταθούν από νέους τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και από ομόλογα που θα εκδώσει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ/EFSF). Το ΕΤΧΣ πρόκειται να εκδώσει τα ομόλογα αυτά στο Κεντρικό Μητρώο/Κεντρικό Αποθετήριο της Clearstream Φραγκφούρτης.

To ζήτημα τίθεται ενόψει της έλλειψης διασύνδεσης (link) μεταξύ του Συστήματος Άϋλων Τίτλων (ΣΑΤ) της Τράπεζας της Ελλάδος και της Clearstream Φραγκφούρτης. Το ζήτημα τίθεται επίσης – και μάλιστα αποκτά ιδιαίτερη σημασία –, και ως προς τη δυνατότητα χρήσης από τις ελληνικές τράπεζες των ομολόγων του ΕΤΧΣ για παροχή ασφάλειας στην ΤτΕ / ΕΚΤ, προς χρηματοδότηση για σκοπούς νομισματικής πολιτικής ή ημερήσιας ρευστότητας.

Επιδιώκεται, επομένως, να καταστεί δυνατή η κατοχή μέσω των φορέων του ΣΑΤ των ομολόγων του ΕΤΧΣ, που θα πρωτοεκδοθούν και θα έχουν καταχωρισθεί στην Clearstream. Για το σκοπό αυτό κρίνεται απαραίτητη η δημιουργία θεσμικής γέφυρας μεταξύ του ΣΑΤ και της Clearstream, έτσι ώστε να διευκολύνεται η επικοινωνία των δύο αυτών κεντρικών μητρώων.

Σημειώνεται ότι σήμερα υπάρχει μονομερώς μόνον δίαυλος επικοινωνίας, μέσω μηχανισμού που έχει εγκριθεί από το Ευρωσύστημα: Οι φορείς του ΣΑΤ δύνανται να κατέχουν τίτλους εκδοθέντες το πρώτον στο ΣΑΤ. Δεν ισχύει, όμως, το αντίστροφο.

Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις σκοπείται η ασφαλής θεσμοθέτηση της δυνατότητας της καταχώρισης στο ΣΑΤ της ΤτΕ τίτλων πέραν των ΟΕΔ – όπως τα ομόλογα του ΕΤΧΣ –, οι οποίοι θα μπορούν και να έχουν εκδοθεί το πρώτον σε άλλα κεντρικά μητρώα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα καταστεί δυνατή και η επιδιωκόμενη αντιστοίχιση με τα ομόλογα του ΕΤΧΣ, που έχουν πρωτοεκδοθεί και είναι πρωταρχικώς εισηγμένα στην Clearstream. Ως νομοθετική μέθοδος επιλέχθηκε η τροποποίηση του άρθρου 11 του ν. 2198/1994.

Το άρθρο 10 ν. 2198/1994, ως ισχύει, προβλέπει τη δυνατότητα μετατροπής των, σε φυσική μορφή εκδιδόμενων, τίτλων, σε άυλους, αλλά δεν προβλέπει την αντίστροφη δυνατότητα, δηλαδή της μετατροπής των άυλων τίτλων σε ενσώματους, αν για οποιονδήποτε λόγο, κυρίως τεχνικό, ανασταλεί η λειτουργία του Συστήματος Άυλων Τίτλων. Η προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου, καλύπτει αυτό το κενό και περαιτέρω, συνδέει την έκδοση των ενσώματων τίτλων με την επέλευση συγκεκριμένου γεγονότος, ήτοι της μη της λειτουργίας του Συστήματος για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 14 ημερών.

Με τον τρόπο αυτό, καλύπτεται και η ανάγκη που γεννάται από την υποχρέωση την οποία αναλαμβάνει το Ελληνικό Δημόσιο, ως εκδότης των νέων ομολόγων, έναντι των ομολογιούχων, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασής του με τον εκπρόσωπο των ομολογιούχων (Bond Trustee), ήτοι να μεριμνά για την έκδοση αξιογράφων σε ενσώματη μορφή σε περίπτωση αναστολής της λειτουργίας του Συστήματος.

Το άρθρο 11 του ν. 2198/1994 προβλέπει τη δυνατότητα εισαγωγής στο ΣΑΤ και τίτλων άλλων εκδοτών πλην του Ελληνικού Δημοσίου. Οι διατάξεις αυτές είναι αναγκαίο να εκσυγχρονισθούν, συμπληρωθούν και εξειδικευθούν, χάριν ασφαλείας δικαίου, ιδίως μάλιστα όταν θα πρόκειται να αποτελέσουν και αντικείμενο εξέτασης από το Ευρωσύστημα, για να είναι οι τίτλοι που θα εισάγονται στο ΣΑΤ βάσει των νέων διατάξεων επιλέξιμοι ως ασφάλεια για χρηματοδότηση των τραπεζών.

Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 σκοπό έχει:

α) τη διασφάλιση της ασφαλέστερης εκπλήρωσης από το ΣΑΤ του ρόλου του κεντρικού μητρώου/αποθετηρίου τίτλων πέραν των ΟΕΔ (συναφώς προβλέπεται ρητά η δυνατότητα εισαγωγής στο ΣΑΤ οποιουδήποτε από τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 στοιχείο 13 περ. (β) και (γ) και στοιχείο 14 ν. 3606/2007 χρηματοπιστωτικού μέσου, έλληνα ή αλλοδαπού εκδότη), συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία το ΣΑΤ αποτελεί το δίαυλο επικοινωνίας των φορέων του και επενδυτών για την κτήση και άσκηση δικαιωμάτων επί τίτλων καταχωρημένων σε αλλοδαπό κεντρικό μητρώο / κεντρικό αποθετήριο τίτλων, καθώς και

β) την προστασία των δικαιωμάτων των επενδυτών, που θα αποκτούν τους τίτλους αυτούς, σύμφωνα και με τις νεότερες εξελίξεις της επιστήμης, της τεχνολογίας, αλλά και της ελληνικής νομοθεσίας. Οι ρυθμίσεις αυτές προβλέπουν, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό δυνατή, τη διάνοιξη δίαυλου επικοινωνίας (διασύνδεσης / link) μεταξύ του ΣΑΤ και άλλων κεντρικών μητρώων / κεντρικών αποθετηρίων.

Στο πλαίσιο αυτό προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η τήρηση εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος (ιδίως υπό την ιδιότητα του διαχειριστή κεντρικού μητρώου/αποθετηρίου τίτλων) λογαριασμού χρηματοπιστωτικών μέσων, σε αλλοδαπό κεντρικό μητρώο/κεντρικό αποθετήριο τίτλων μέσω του οποίου έχουν εκδοθεί τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα. Κατά την κρατούσα ορολογία, εν προκειμένω το ΣΑΤ της ΤτΕ ενεργεί ως “Investor SSS”, το δε κεντρικό μητρώο/αποθετήριο μέσω του οποίου έχει γίνει η έκδοση των τίτλων συνιστά το “Issuer SSS”. Επισημαίνεται ότι, κατόπιν σχετικής αξιολόγησής της από το Ευρωσύστημα, η διασύνδεση του ΣΑΤ με άλλα κεντρικά μητρώα/αποθετήρια τίτλων, ιδίως ως ανωτέρω περιγράφεται, καθιστά εφικτή τη χρήση των τίτλων που κατέχουν οι φορείς του ΣΑΤ και οι οποίοι έχουν πρωταρχικώς εκδοθεί σε άλλο κεντρικό μητρώο / κεντρικό αποθετήριο τίτλων ως ασφάλεια για χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΤτΕ / ΕΚΤ.

Στα πλαίσια της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας αντικαθίσταται το άρθρο 11 του ν. 2198/1994 με την αντικατάσταση της παραγράφου 1 του ισχύοντος, την αναρίθμηση της ισχύουσας παραγράφου 2 σε 12 και την τροποποίηση της ισχύουσας παραγράφου 3 (και αναριθμούμενης σε παράγραφο 13), δεδομένου ότι το κύριο φορολογικό της περιεχόμενο έχει καταργηθεί μεταγενεστέρως από τις νεότερες διατάξεις του ΚΦΕ.

Με την παράγραφο 3 του άρθρου 2, τροποποιείται το σχετικό άρθρο του ν.2198/1994, σύμφωνα με το οποίο, οι λογαριασμοί τίτλων με λογιστική μορφή καλύπτονται από το απόρρητο που διέπει και τους λογαριασμούς καταθέσεων, όπως αυτό εκάστοτε εφαρμόζεται στο πλαίσιο της κείμενης νομοθεσίας.

Η διαδικασία ανταλλαγής που θεσμοθετείται ωστόσο, απαιτεί τη διαβίβαση στοιχείων σχετικά με το περιεχόμενο των τηρουμένων στο Σύστημα λογαριασμών τίτλων στο Ελληνικό Δημόσιο και τους εντολοδόχους του και δεδομένης της αυστηρότητας του ισχύοντος δυνάμει του ν.δ. 1059/1971 απορρήτου, στενή ερμηνεία του θα ήταν δυνατό να οδηγήσει σε κατάφαση της ισχύος του απορρήτου, ακόμη και έναντι του εκδότη των τίτλων. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, για λόγους ασφάλειας δικαίου, με την παρούσα παράγραφο προβλέπεται ότι το απόρρητο δεν ισχύει έναντι του εκδότη των τίτλων. Νοείται εν προκειμένω ότι το απόρρητο δεν θα ισχύει και έναντι των εντολοδόχων του εκδότη. Η εν λόγω διάταξη, όπως προκύπτει από το γράμμα, αλλά και το πνεύμα της, θα πρέπει να νοηθεί ότι καταλαμβάνει και τους τίτλους που θα εκδοθούν σε αντικατάσταση των υφισταμένων.


Με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 ρυθμίζεται το ζήτημα των εντολών μεταβίβασης που έχουν τυχόν εισαχθεί στο Σύστημα χωρίς να έχουν εκτελεσθεί μέχρι τη δημοσίευση της απόφασης με την οποία εγκρίνεται η απόφαση των Ομολογιούχων, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος αμφισβητήσεων ως προς το πρόσωπο των δικαιούχων επενδυτών-ομολογιούχων.

Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται αφενός μεν ότι, από το πέρας της ημέρας δημοσίευσης της εγκριτικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν επέρχονται μεταβολές στους τηρούμενους στο Σύστημα λογαριασμούς τίτλων, αφετέρου δε ότι εντολές μεταβίβασης, οι οποίες είχαν στο μεταξύ εισαχθεί στο Σύστημα χωρίς να έχουν εκτελεστεί μέχρι το πέρας της ημέρας δημοσίευσης δεν εκκαθαρίζονται πλέον στο Σύστημα, νοουμένου ότι τα μέρη θα πρέπει να εκκαθαρίσουν διμερώς τις μεταξύ τους συναλλαγές.

Η υλοποίηση των αποφάσεων της συνόδου Κορυφής της 26/27ης Οκτωβρίου 2011, οι διαδικασίες ανταλλαγής των παλαιών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με την έκδοση νέων, οι νέες δανειακές συμβάσεις που θα υπογραφούν και η εφαρμογή τους, περιλαμβάνουν μια αλληλουχία γεγονότων που πρέπει να ακολουθηθεί και να υλοποιηθεί σε πολύ στενά χρονικά περιθώρια.

Με τις παραγράφους 5-8 του άρθρου 2 προτείνεται η κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Δημοσίου Λογιστικού ν. 2362/1995 (άρθρα 8Α, 21, 43,64,65 κ.λ.π.), τακτοποίηση των εσόδων και πληρωμών με ή χωρίς ταμειακή ροή που θα γίνουν, απολογιστικά με συμψηφιστικά εντάλματα ή οποιαδήποτε άλλα έγγραφα καθοριστούν με Υπουργικές αποφάσεις, προκειμένου το Ελληνικό Δημόσιο να μην καταστεί υπερήμερο σε πληρωμές και κινήσεις κεφαλαίων που πρέπει να γίνουν καθ’ όλο το χρόνο εφαρμογής και υλοποίησης των αποφάσεων της συνόδου κορυφής και ανταλλαγής των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου παλαιοτέρων εκδόσεων, με ομόλογα νέας έκδοσης.

Επί του άρθρου 3:
Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου ορίζεται ότι, η ανταλλαγή ομολόγων, στα πλαίσια της αναδιάταξης του ελληνικού χρέους, θεωρείται διακράτηση μέχρι την ημερομηνία λήξης των αρχικών ομολόγων και συνεπώς, ισχύει η φορολογική απαλλαγή που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 11 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος .

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 οι τόκοι που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας/ΕΤΧΣ) κατ’ εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους τόκους που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο στην Ελλάδα.

Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 3 ρυθμίζεται η φορολογική μεταχείριση των τίτλων εκδόσεως Ελληνικού Δημοσίου, η απόδοση των οποίων συνδέεται με το ΑΕΠ, με την εξομοίωση των εισοδημάτων και κεφαλαιακών κερδών από αυτούς τους τίτλους με τα εισοδήματα και κεφαλαιακά κέρδη από παράγωγα χρηματοπιστωτικά προϊόντα.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 3 δίνεται η δυνατότητα στις τράπεζες, ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ασφαλιστικά ταμεία και λοιπά νομικά πρόσωπα να αποσβέσουν τη χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος τους από την ανταλλαγή των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με νέους τίτλους ονομαστικής αξίας (ανταλλαγή σε «discount») σε όσες διαχειριστικές περιόδους μεσολαβούν μέχρι τη λήξη των ομολόγων. Η ρύθμιση αυτή γίνεται για να αποφευχθεί η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση των πιο πάνω νομικών προσώπων.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 3 προβλέπεται η μεταφορά προς συμψηφισμό με το φόρο εισοδήματος τυχόν πιστωτικού υπολοίπου από δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2011 και μετά, των τραπεζών, κατά το μέρος που οφείλεται σε φόρο που έχει παρακρατηθεί επί τόκων ομολόγων ή εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου και ομολόγων ημεδαπών επιχειρήσεων διαδοχικώς στα πέντε (5) επόμενα οικονομικά έτη από τη δημιουργία του πιστωτικού υπολοίπου, κατά το υπόλοιπο που απομένει κάθε φορά.

Είναι προφανές ότι η επιτυχία του προγράμματος αναδιάταξης του ελληνικού χρέους που αποφασίστηκε από τη Σύνοδο Κορυφής της 26ης Οκτωβρίου 2011 είναι εξαιρετικής σημασίας για την Ελλάδα. Ως εκ τούτου απαιτείται συστράτευση όλων των εμπλεκομένων στην εθνική αυτή προσπάθεια, η αίσια έκβαση της οποίας είναι κρίσιμη για τα δημόσια οικονομικά και, κατ’ επέκταση, για τα οικονομικά των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, δημοσίου δικαίου και των ασφαλιστικών φορέων, αλλά και των Ομολογιούχων γενικά.

Η αρμοδιότητα απόφασης συμμετοχής σε πρόγραμμα ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, των ημεδαπών νομικών προσώπων ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου, είτε ως φορέων του Συστήματος Λογιστικής Παρακολούθησης Συναλλαγών της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν.2198/1994, είτε ως επενδυτών που έχουν αξίωση επί ή εκ του τίτλου, επιβάλλεται να προσδιοριστεί ειδικά, δεδομένου ότι πρόκειται για έκτακτη διαχειριστική πράξη, μη προβλεπόμενη ειδικά στους γενικούς κανόνες δικαίου και στις καταστατικές διατάξεις των νομικών προσώπων.

Ενόψει δε του κατεπείγοντος της διαδικασίας και της προφανούς ανάγκης ολοκλήρωσής της σε συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια, η αρμοδιότητα για τη λήψη της αποφάσεως αυτής, ανατίθεται, ειδικά και αποκλειστικά, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διατάξεως νόμου ή καταστατικού, στο συλλογικό όργανο διοίκησης (δηλαδή στο διοικητικό συμβούλιο ή στο αντίστοιχο του διοικητικού συμβουλίου ανώτατο όργανο διοίκησης προκειμένου περί νομικών προσώπων στα οποία δεν προβλέπεται διοικητικό συμβούλιο).

Περαιτέρω, πρέπει να διασφαλιστεί ο εθελοντικός χαρακτήρας συμμετοχής στη διαδικασία ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου. Προς τούτο, επιβάλλεται να οριστεί ότι το θεσμικό «περιβάλλον», εντός του οποίου λαμβάνεται η σχετική απόφαση των αρμοδίων οργάνων, είναι περιβάλλον εντός του οποίου αποτυπώνεται ελεύθερα η βούλησή τους, στην παραγωγή της οποίας, πρυτανεύει το συμφέρον του οικείου νομικού προσώπου κατά τη συνείδηση των φυσικών προσώπων που λαμβάνουν την απόφαση, τα οποία ως εκ τούτου δεν υπέχουν ευθύνη, ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη, εκ του γεγονότος ασκήσεως της αρμοδιότητας που τους ανατίθεται με τις προτεινόμενες διατάξεις.

Για τους ανωτέρω λόγους, με τις παραγράφους 7 και 8 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου, προστίθενται εδάφια στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 45 του ν. 3863/2010, και στο τέλος της υποπαραγράφου γ΄ της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997, ενώ με την παράγραφο 9, τίθεται η γενική διάταξη αποσαφήνισης της αρμοδιότητας για τη λήψη της ειδικής απόφασης που προεκτέθηκε από τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.

Επί του άρθρου 4:
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου παρέχεται εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για την έκδοση κανονιστικής απόφασης με την οποία συστήνεται ανώνυμη εταιρεία αποκλειστικού σκοπού με την επωνυμία «Ταμείο Στήριξης Ασφαλιστικού Συστήματος Α.Ε.» (Ταμείο).

Η αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που μεταβιβάζονται στο Ταμείο αποτελεί τον αποκλειστικό σκοπό του Ταμείου, προκειμένου να στηριχθεί οικονομικά το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας. Τα περιουσιακά στοιχεία θα προβλέπεται να μεταβιβάζονται και να περιέρχονται στο Ταμείο χωρίς αντάλλαγμα με κοινή υπουργική απόφαση.

Σύμφωνα με την κανονιστική απόφαση σύστασης του Ταμείου και έγκρισης του καταστατικού της παραγράφου 2 του άρθρου 4, προσδιορίζεται ειδικότερα ο σκοπός του και καθορίζονται τα θέματα που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία που περιέρχονται σε αυτό, τα έσοδα και τη διάθεσή τους και εγκρίνεται το καταστατικό του Ταμείου. Στο καταστατικό του ρυθμίζονται τα θέματα που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία για τις ανώνυμες εταιρείες (έδρα, αρχικό μετοχικό κεφάλαιο, αύξηση και μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, έκδοση των μετοχών, δικαιώματα των μετόχων, σύγκληση, συγκρότηση, λειτουργία και αρμοδιότητες της Γ.Σ. και του Δ.Σ., τις αρμοδιότητες του Προέδρου του Δ.Σ. και του Διευθύνοντος Συμβούλου, πόροι του Ταμείου, ελεγκτές, εταιρική χρήση, ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, λύση και εκκαθάριση της εταιρείας, κλπ).

Με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 4, παρέχονται εξουσιοδοτήσεις για έκδοση υπουργικών αποφάσεων με τις οποίες εγκρίνονται ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας του Ταμείου (διάρθρωση Ταμείου, θέσεις προσωπικού, αναγκαία προσόντα κλπ) και ο κανονισμός του (όροι και διαδικασίες ανάθεσης μελετών, υπηρεσιών, εκτέλεσης έργων και εργασιών, προμηθειών, αγορών ακινήτων, μισθώσεων, εκμισθώσεων και γενικά παραχωρήσεων χρήσης και κάθε άλλου ενοχικού ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτων).


Αυτά επιδιώκονται με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου και παρακαλείται η Εθνική Αντιπροσωπεία για την ψήφισή του.

Αθήνα Φεβρουαρίου 2012

Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΛΟΥΚΑΣ ΠΑΠΑΔΗΜΟΣ

No comments: