28.1.13

Άσμουσεν: Απομένει το τελευταίο και πιο δύσκολο κομμάτι για την Ελλάδα

Ο Γιοργκ Ασμουσεν μιλά στην «Κ» για την Ελλάδα, την αγορά ομολόγων (ΟΜΤ), την τραπεζική ένωση και τις μεταρρυθμίσεις

Επαίνους αλλά και συστάσεις επαγρύπνησης απευθύνει προς την Ελλάδα ο Γιοργκ Ασμουσεν, μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ο κ. Ασμουσεν δηλώνει στην «Κ» ότι η χώρα μας έχει καλύψει τα δύο τρίτα του «μαραθωνίου», αλλά ότι το τελευταίο «είναι το πιο δύσκολο κομμάτι», το οποίο απαιτεί «οικειοποίηση» του προγράμματος προσαρμογής από την κυβέρνηση και την κοινωνία. Σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη, ο κ. Ασμουσεν μιλά επίσης για το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων (ΟΜΤ) της ΕΚΤ, την ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση και άλλα πολλά.
– Πόσο βοήθησε το πρόγραμμα ΟΜΤ στη μείωση των spreads της ευρωπαϊκής περιφέρειας;
– Τα spreads της ευρωπαϊκής περιφέρειας έχουν μειωθεί σημαντικά από την ομιλία του Μάριο Ντράγκι στο Λονδίνο [σ.σ.: τον περασμένο Ιούλιο] – κατά 210 μονάδες βάσης στην Ισπανία και την Ιταλία, κατά άνω των 1.600 στην Ελλάδα. Κοιτώντας πίσω, στο μέλλον πιστεύω ότι το πρόγραμμα ΟΜΤ θα θεωρηθεί ότι άλλαξε το παιχνίδι, γιατί έθεσε εκτός πλαισίου τα σενάρια καταστροφής.

– Σχετικά με την Ισπανία και την Ιταλία;
– Γενικότερα σχετικά με την παράλογη αλλά υπάρχουσα αντίληψη της πιθανότητας διάλυσης της Ευρωζώνης. Καταφέραμε να ηρεμήσουμε τις αγορές. Φυσικά, δεν οφείλονται όλα στο ΟΜΤ. Είχαμε μεταρρυθμίσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως η συμφωνία για την τραπεζική ένωση, αλλά και σημαντικές εξελίξεις στα κράτη-μέλη: στην Ιταλία η δημοσιονομική προσαρμογή προχώρησε θετικά, το ελληνικό πρόγραμμα επανήλθε εντός στόχων. Οπότε μια σειρά από στοιχεία συνέτειναν ώστε να βρισκόμαστε σε καλύτερη κατάσταση σήμερα από ό,τι πριν από 12 μήνες.

– Ποιοι παράγοντες μπορεί να απειλήσουν αυτή τη νεότευκτη σταθερότητα το 2013;
– Ο μεγαλύτερος κίνδυνος φέτος για το ευρώ είναι να μη γίνει τίποτα. Η μείωση της πίεσης των αυξημένων spreads ίσως οδηγήσει σε άμβλυνση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας. Αυτό θα ήταν λάθος. Φέτος πρέπει όλα τα κράτη-μέλη να επιμείνουν: χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα αλλά και στη Γερμανία, στην Ισπανία αλλά και τη Φινλανδία, καθώς και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

– Πιστεύετε ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις υποτιμούν τους συστημικούς κινδύνους μιας χρεοκοπίας στην Κύπρο;
– Αν κάποιος κοιτάξει απλά το μέγεθος της οικονομίας –περίπου 0,15% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης– ίσως συμπεράνει ότι δεν έχει συστημική σημασία. Σε φυσιολογικούς καιρούς, ίσως να συμφωνούσα. Αλλά δεν είμαστε ακόμα σε φυσιολογικούς καιρούς, συνεπώς ανεξέλεγκτες εξελίξεις στην Κύπρο μπορεί να βλάψουν την πρόοδο που πετύχαμε στην Ευρώπη το 2012. Αυτό μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: με τη μετάδοση των συνεπειών στην Ελλάδα μέσω του τραπεζικού τομέα, καθώς πολλές κυπριακές τράπεζες δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και στέλνοντας το λάθος μήνυμα στην υπόλοιπη Ευρωζώνη, σε μια εποχή που χώρες σαν την Πορτογαλία και την Ιρλανδία ετοιμάζονται να επιστρέψουν στις κεφαλαιαγορές.

– Σχετικά με την τραπεζική ένωση: έχουν ληφθεί επαρκή μέτρα για την αποτροπή της σύγκρουσης μεταξύ του εποπτικού ρόλου της ΕΚΤ και του ρόλου της ως διαχειρίστριας της νομισματικής πολιτικής;
– Το τελικό κείμενο είναι ακόμα υπό διαπραγμάτευση, αλλά εξετάζοντας την απόφαση του Ecofin στα τέλη Δεκεμβρίου, βλέπω επαρκή μέτρα προστασίας, κυρίως μέσω της διανομής των διαφορετικών ρόλων σε διαφορετικούς ανθρώπους. Π.χ. ο πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου θα έλθει απέξω, δεν θα ανήκει στην εκτελεστική επιτροπή ή στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ. Κεντρικές τράπεζες όπως η Fed και η Τράπεζα της Αγγλίας εκτελούν και τις δύο λειτουργίες με τρόπο που διασφαλίζει ότι είναι χωριστές και δεν απειλείται η ανεξαρτησία της νομισματικής πολιτικής. Παράλληλα, είναι σαφές ότι η εποπτεία απαιτεί σαφώς μεγαλύτερη λογοδοσία προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και δικαστικό έλεγχο: πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να προσβληθούν οι αποφάσεις του εποπτικού συμβουλίου στα δικαστήρια.

– Είστε αισιόδοξος ότι θα υπάρξει προσεχώς συμφωνία και για τον μηχανισμό εξυγίανσης και την πανευρωπαϊκή εγγύηση των καταθέσεων;
– Για να ολοκληρωθεί η τραπεζική ένωση, πρέπει ο εποπτικός μηχανισμός να συμπληρωθεί από ένα ενιαίο, ευρωπαϊκής εμβέλειας καθεστώς εξυγίανσης, που θα μπορεί να προχωρά διασυνοριακά στην ομαλή εκκαθάριση μη βιώσιμων τραπεζών. Οι πόροι για την εκκαθάριση θα προέλθουν από ένα ευρωπαϊκό ταμείο εξυγίανσης, που θα χρηματοδοτείται με εισφορές από τον τραπεζικό κλάδο. Από ό,τι πληροφορούμαι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παρουσιάσει μία νομοθετική πρόταση για το καθεστώς εξυγίανσης και το ταμείο το ερχόμενο καλοκαίρι. Ελπίζω να είναι έτοιμα, μαζί με τον εποπτικό μηχανισμό, το Μάρτιο του 2014. Χρειαζόμαστε και τα δύο· συμπληρώνουν το ένα το άλλο.

Οικειοποίηση από κυβέρνηση, πολίτες εταιρείες, συνδικάτα
– Βλέπετε πραγματική βελτίωση στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων από τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση;
– Θέλω να αναγνωρίσω, με μεγάλο σεβασμό, αυτά που έχουν ήδη επιτευχθεί στην Ελλάδα. Ωστόσο, πρέπει να γίνουν κι άλλα. Βλέπουμε πλέον τα πρώτα αποτελέσματα: βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσω της πτώσης του μοναδιαίου κόστους εργασίας, αύξηση εξαγωγών – το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες από το 2008-2012...

– Κυρίως λόγω μείωσης εισαγωγών, βέβαια…
– Εχετε δίκιο, αλλά δεν ήταν ο μόνος λόγος. Βλέπουμε λοιπόν τα πρώτα θετικά σημάδια, αλλά πρέπει να είμαστε ειλικρινείς: πρέπει και φέτος ο κόσμος να δείξει αντοχή, γιατί το πρόγραμμα πρέπει να παραμείνει εντός στόχων και θα χρειαστεί χρόνος ώσπου να δούμε περισσότερα θετικά αποτελέσματα. Ο Μαραθώνιος εφευρέθηκε στην Ελλάδα. Ως χώρα, σήμερα βρίσκεστε στα δύο τρίτα του δρόμου, αλλά ως γνωστόν, το τελευταίο τρίτο είναι το πιο δύσκολο κομμάτι.

– Υπάρχει, πιστεύετε, στήριξη γι’ αυτό το «δύσκολο κομμάτι» στην ελληνική κοινή γνώμη;
– Ο παράγοντας-κλειδί για τα προγράμματα προσαρμογής ανά τον κόσμο είναι η «οικειοποίηση» (owner ship) του προγράμματος. Το πρόγραμμα υπάρχει για να διορθώσει τα κακώς κείμενα πολλών ετών στην οικονομική πολιτική, όχι για να ικανοποιήσει την τρόικα ή κάποια ευρωπαϊκή κυβέρνηση. Απαιτείται «οικειοποίηση» ώστε το πρόγραμμα να πετύχει, επαναφέροντας τη δημοσιονομική σταθερότητα και δημιουργώντας θέσεις εργασίας.

– Εννοείτε «οικειοποίηση» όχι απλά από την κυβέρνηση, αλλά και από την κοινή γνώμη;
– Από όλους – την κυβέρνηση, τους πολίτες, τις επιχειρήσεις, τα συνδικάτα.

– Αν το πρόγραμμα παραμείνει εντός στόχων, είναι βιώσιμο το ελληνικό χρέος; Ή θα χρειαστεί στο μέλλον νέο «κούρεμα», αυτή τη φορά του επίσημου τομέα;
– Παρόλες τις προσπάθειες στο δημοσιονομικό, το ελληνικό χρέος συνεχίζει να αυξάνεται – προβλέπεται να φτάσει το 178% του ΑΕΠ φέτος. Αν όμως υπάρξει προσήλωση στο πρόγραμμα και θετική ετησιοποιημένη ανάπτυξη από το 2014, τότε είναι πολύ πιθανό ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ να μειωθεί το 124% το 2020, φτάνοντας έτσι σε βιώσιμα επίπεδα χωρίς την ανάγκη νέου «κουρέματος».

– Η ύφεση, που πλήττει εδώ και καιρό την Ελλάδα και τον ευρωπαϊκό Νότο, επεκτείνεται πλέον σε όλη την Ευρωζώνη. Δεν είναι αναπόφευκτο το συμπέρασμα ότι η συνταγή της λιτότητας ήταν υπερβολικά δραστική και ότι έπνιξε την ανάπτυξη;
– Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι βραχυπρόθεσμα, η δημοσιονομική εξυγίανση είναι αρνητική για την ανάπτυξη. Αλλά όταν μία χώρα χάνει πρόσβαση στις αγορές επειδή αμφισβητούν τη βιωσιμότητα του χρέους της, δεν υπάρχει εναλλακτική οδός – μία στάση πληρωμών θα ήταν χειρότερη λύση από όλες τις απόψεις. Η δημοσιονομική εξυγίανση πρέπει να συνοδεύεται, φυσικά, από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη. Αυτοί είναι οι δύο πυλώνες κάθε προγράμματος προσαρμογής. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι η διαμάχη μεταξύ λιτότητας και ανάπτυξης είναι εσφαλμένη: κάθε χώρα χρειάζεται υγιή δημοσιονομικά και ενίσχυση της αναπτυξιακής της δυναμικής γιατί, στην τελική ανάλυση, οι θέσεις εργασίας είναι που μετράνε.

– Δεν θα έπρεπε οικονομίες της Ευρωζώνης που βρίσκονταν σε καλύτερη δημοσιονομική και διαρθρωτική κατάσταση να εφαρμόσουν πιο επεκτατικές πολιτικές, ώστε να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον εντός του οποίου θα ήταν πιο εύκολη η εφαρμογή διαρθρωτικών αλλαγών από τις χώρες του Νότου;
– Κατά τη γνώμη μου, οι οικονομικά πιο υγιείς χώρες έχουν ήδη επιδείξει υψηλό βαθμό αλληλεγγύης προς τις χώρες εκείνες που επί του παρόντος αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Η προσαρμογή είναι ιδιαίτερα δύσκολη κοινωνικά – γνωρίζω τα στοιχεία για την ανεργία. Χωρίς τα προγράμματα χρηματοδότησης όμως, θα ήταν ακόμα πιο δύσκολη.

– Ορισμένοι οικονομολόγοι έχουν ταχθεί υπέρ της αύξησης του στόχου της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό ως μέσο για την εξισορρόπηση της οικονομίας της Ευρωζώνης μεταξύ Βορρά και Νότου. Ποια είναι η άποψή σας;
– Διαφωνώ ξεκάθαρα. Ο στόχος μας είναι η σταθερότητα των τιμών για το σύνολο της Ευρωζώνης, δηλαδή πληθωρισμός κάτω από το 2% αλλά κοντά σε αυτό. Δεν θα ξεκινούσα καν τη συζήτηση για την αλλαγή του στόχου αυτού. Μία τέτοια συζήτηση από μόνη της ενέχει κινδύνους αποσταθεροποίησης των προσδοκιών για τον πληθωρισμό, κάτι που θα ήταν ιδιαίτερα ανεπιθύμητο.

– Θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να σταθεροποιηθούν, π.χ., στο 4%;
– Εχουμε τον στόχο του 2% από τότε που ιδρύθηκε η ΕΚΤ. Οι πολίτες τον γνωρίζουν, το ίδιο και οι επενδυτές, ενώ η ΕΚΤ τον πετυχαίνει σταθερά. Ακόμα και στην τρέχουσα συγκυρία, βλέπουμε ότι οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό ανά την Ευρώπη είναι σταθερές γύρω στο 2%. Αυτό είναι που μπορεί να συνεισφέρει η ΕΚΤ στην οικονομική πολιτική – αυτή είναι η εντολή της. Οι υπόλοιποι παίκτες, όπως οι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις και τα συνδικάτα, πρέπει να κάνουν το δικό τους κομμάτι.

Δεν πρέπει να γίνουν μόνιμα τα έκτακτα μέτρα
– Οι δύο τελευταίοι πρόεδροι της Bundesbank έχουν εκφράσει την άποψη ότι τα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης που έλαβε η ΕΚΤ υπερβαίνουν την εντολή της. Συμφωνείτε; Θεωρείτε ότι ο φόβος του υπερπληθωρισμού έχει επηρεάσει υπερβολικά το σκεπτικό των μελών του δ.σ. που είναι Γερμανοί;
– Είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι όλα τα μέτρα της ΕΚΤ, τόσο τα τακτικά όσο και τα έκτακτα, υπάγονται στην εντολή μας, που είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών στο σύνολο της Ευρωζώνης. Υποστήριξα το ΟΜΤ γιατί πίστευα -και εξακολουθώ να πιστεύω- ότι ήταν η σωστή πολιτική για το σύνολο της Ευρωζώνης. Αλλά, φυσικά, δεν πρέπει τα έκτακτα μέτρα να γίνουν μόνιμα, γιατί αυτό υπονομεύει την αξιοπιστία. Γενικά πάντως έχει υπάρξει μεγάλη σύμπνοια στο διοικητικό συμβούλιο τον τελευταίο χρόνο που είμαι εκεί. Η Γερμανία έχει μία πολύ συγκεκριμένη ιστορική εμπειρία με τον υπερ-πληθωρισμό τη δεκαετία του 1920, η οποία είναι ακόμα ζωντανή στη γενιά των γονιών και των δικών τους γονιών. Αλλά δεν είναι μόνο η Γερμανία που βίωσε υπερπληθωρισμό. Το ίδιο συνέβη στην Αυστρία, ενώ κι άλλες χώρες υπέφεραν από υψηλά επίπεδα πληθωρισμού. Εχουμε όλοι διαφορετικές ιστορικές εμπειρίες, που πρέπει να συγκεράσουμε σε μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική.

– Προ ολίγων ημερών, ο νυν πρόεδρος της Bundesbank Γιενς Βάιντμαν εξέφρασε την ανησυχία του για το ενδεχόμενο υποχώρησης της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών. Συμμερίζεστε αυτές τις ανησυχίες; Ανησυχείτε επίσης, όπως εκείνος, για το ενδεχόμενο να οδηγηθούμε, εξαιτίας αυτού, σε έναν νέο καταστροφικό γύρο ανταγωνιστικών υποτιμήσεων, όπως έγινε τη δεκαετία του ’30;
– Ο Γιενς Βάιντμαν αναφερόταν στην Ιαπωνία. Εχει δίκιο ότι όταν τα υποκείμενα προβλήματα είναι διαρθρωτικά, η νομισματική πολιτική δεν θα βοηθήσει. Παράλληλα, ακόμα και η εντύπωση της πολιτικής επιβολής υπονομεύει την εμπιστοσύνη των αγορών στην κεντρική τράπεζα. Οσον αφορά το δεύτερο μέρος της ερώτησης, πιστεύω ότι η διεθνής συνεργασία είναι η καλύτερη οδός και πρέπει να επιμείνουμε σε αυτήν. Εχουμε καθιερωμένα δίκτυα για την οικονομική διακυβέρνηση, όπως το G7 και το G20 και πρέπει να τα χρησιμοποιήσουμε. Θα πρέπει να επανακυλήσουμε σε μία κατάσταση όπου ο καθένας κοιτάζει μόνο το δικό του συμφέρον.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_1_27/01/2013_509330


Η Ελλάδα έχει καλύψει τα δύο τρίτα ενός «μαραθωνίου», δηλώνει το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Γιοργκ Άσμουσεν, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» της Κυριακής. Τονίζει, ωστόσο, ότι το τελευταίο «είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι», το οποίο απαιτεί «οικειοποίηση» του προγράμματος προσαρμογής από την κυβέρνηση, τους πολίτες, τα συνδικάτα.
Σε μια εφ' όλης της ύλης συνέντευξη, ο κ. 'Ασμουσεν αν και αναγνωρίζει «με μεγάλο σεβασμό, αυτά που έχουν ήδη γίνει στην Ελλάδα», σημειώνει ότι «πρέπει να γίνουν κι άλλα». Το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ εκτιμά ότι είναι ορατά τα πρώτα θετικά σημάδια και προσθέτει: «Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς: πρέπει και φέτος ο κόσμος να δείξει αντοχή, γιατί το πρόγραμμα πρέπει να παραμείνει εντός στόχων και θα χρειαστεί χρόνος ώσπου να δούμε περισσότερα αποτελέσματα».
Εκτιμά, επίσης, ότι »αν υπάρξει προσήλωση στο πρόγραμμα και θετική ετησιοποιημένου ανάπτυξη από το 2014, τότε είναι πολύ πιθανό ο δείκτης του χρέους προς ΑΕΠ να μειωθεί στο 124% το 2020, φτάνοντας έτσι σε βιώσιμα επίπεδα χωρίς την ανάγκη νέου κουρέματος».
Ο κ. Άσμουσεν θεωρεί «εσφαλμένη» τη διαμάχη μεταξύ λιτότητας και ανάπτυξης, λέγοντας ότι ναι μεν βραχυπρόθεσμα η δημοσιονομική εξυγίανση είναι αρνητική για την ανάπτυξη, αλλά είναι επιβεβλημένη «όταν μια χώρα χάνει πρόσβαση στις αγορές επειδή αμφισβητούν τη βιωσιμότητα του χρέους της». Επισημαίνει ακόμη ότι «η δημοσιονομική εξυγίανση πρέπει να συνοδεύεται από διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη. Αυτοί είναι οι δύο πυλώνες κάθε προγράμματος προσαρμογής».

http://www.naftemporiki.gr/finance/story/533267

No comments: