3.4.10

Εκθεση-κόλαφος για την οικονομία από την Deutsche

Στο 171% του ΑΕΠ θα φτάσει το δημόσιο χρέος της Ελλάδας το 2020, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Deutsche Bank. To ποσοστό αυτό είναι το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ 38 αναπτυσσόμενων και ανεπτυγμένων χωρών, πίσω μόνο από το 246% της Ιαπωνίας. Οπως υπολογίζει η τράπεζα, απαιτείται πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 6,8% την επόμενη πενταετία, μόνο για να επιστρέψει στα επίπεδα του 2007.

Στο 171% του ΑΕΠ προβλέπεται ότι θα ανέλθει το δημόσιο χρέος της Ελλάδας το 2020, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Deutsche Bank. To ποσοστό αυτό είναι το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ 38 αναπτυσσόμενων και ανεπτυγμένων χωρών, πίσω μόνο από το 246% της Ιαπωνίας. Μόνο για να διατηρηθεί στα επίπεδα του 2010 (127% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την Deutsche Bank), οι οικονομικοί αναλυτές της γερμανικής τράπεζας υπολογίζουν ότι η χώρα θα πρέπει να έχει πρωτογενές πλεόνασμα 2,4% του ΑΕΠ. Οσο για την επιστροφή στα επίπεδα του 2007, στο 104% του ΑΕΠ, μέσα στην επόμενη πενταετία, το πρωτογενές πλεόνασμα θα πρέπει να ανέλθει στο 6,8% του ΑΕΠ. Η μείωσή του στο 60% του ΑΕΠ όπως προβλέπει η Συνθήκη του Μάαστριχτ απαιτεί πρωτογενές πλεόνασμα 8,2% επί μία δεκαετία! Και όλα αυτά, χωρίς να συνυπολογίζεται το σενάριο αρνητικών σοκ στο κόστος δανεισμού, τον ρυθμό ανάπτυξης ή το πρωτογενές πλεόνασμα, τα οποία θα μπορούσαν να εκτινάξουν το ελληνικό χρέος μέχρι και το 215% του ΑΕΠ το 2020...

Η μελέτη περιλαμβάνει 17 ανεπτυγμένες και 21 αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες συνολικά παράγουν το 85% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Ειδικά στις ανεπτυγμένες χώρες, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα ανέλθει στο 133% το 2020, από 100% το 2010. Σύμφωνα με τους αναλυτές της Deutsche Bank, τουλάχιστον το ήμισυ αυτών θα πρέπει να εφαρμόσουν αυστηρά προγράμματα δημοσιονομικής πειθαρχίας για να αποτρέψουν την περαιτέρω σημαντική άνοδο του δημοσίου χρέους. Με την εξαίρεση όμως της Ιρλανδίας, σε καμία δεν θα είναι αυτή η προσπάθεια μεγαλύτερη από την ελληνική για την επιστροφή στα επίπεδα του 2007.

Σύμφωνα με την Deutsche Bank, η παγκόσμια κρίση έχει οδηγήσει σε μία άνευ προηγουμένου δημοσιονομική επέκταση, που θέτει το ζήτημα της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους. Ηδη πριν από την κρίση, σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες ο κίνδυνος για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών ήταν ορατός. Οπως σημειώνει, η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους πάει πολύ πιο πέρα από την αποτροπή μιας χρεοκοπίας, καθώς σημαίνει επίσης τον έλεγχο του δημόσιου χρέους και την εξυπηρέτησή του χωρίς δραματικές αυξήσεις των εσόδων ή περικοπές των δαπανών.

Ως προς τις επιπτώσεις που θα έχει το αναμενόμενο ρεκόρ έκδοσης κρατικών ομολόγων, η Deutsche Bank προβλέπει ότι θα υπάρξει πίεση προς τις τράπεζες ώστε να απορροφήσουν την υπερπροσφορά. Επιπλέον, χώρες με πολύ υψηλό δημόσιο χρέος μπορεί να υποφέρουν από το «στρίμωγμα» - ή να αποδεχθούν πολύ υψηλότερο περιθώριο κινδύνου. Αν και η έκθεση της Deutsche Bank επισημαίνει ότι ώς ένα βαθμό αυτό είναι επιθυμητό για την επιβολή δημοσιονομικής πειθαρχίας, ειδικά σε χώρες της Ευρωζώνης, ωστόσο παραδέχεται ότι καθιστά πολυπλοκότερο τον στόχο διατήρησης της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους βραχυπρόθεσμα.

Η γερμανική τράπεζα προβλέπει ότι η αξιοπιστία των κριτηρίων του Μάαστριχτ και άλλων συνταγματικών κανόνων που θέτουν όρια στο δημόσιο χρέος επίσης θα βρεθεί υπό πίεση. Αυτό, βέβαια, ίσως λειτουργήσει ως καταλύτης για τη δημιουργία οργάνων που θα αντιμετωπίζουν τα προβλήματα του δημοσίου χρέους, όπως είναι η ιδέα ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου. Ειδικά το ΕΝΤ εκτιμάται ότι θα μπορούσε να βασιστεί εν μέρει στο πλαίσιο της Συνθήκης του Μάαστριχτ, για παράδειγμα να χρηματοδοτείται από τις χώρες που παραβιάζουν τους κανόνες του: Που έχουν, δηλαδή, δημόσιο χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ και δημοσιονομικό έλλειμμα υψηλότερο από 3% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την ανάλυση της Deutsche Bank, τα περισσότερα από τα κράτη της Ευρωζώνης θα εντάσσονται σε αυτήν την κατηγορία για πολλά ακόμη χρόνια.

Και βέβαια, επισημαίνει τις πιθανές πιέσεις που θα δεχθεί η πιστοληπτική αξιοπιστία των αναπτυγμένων χωρών, εφόσον δεν αναπτύξουν σχέδια για την επιστροφή τους σε βιώσιμα δημόσια οικονομικά. Οπως προειδοποιεί η τράπεζα, μία αποτυχία στην προσπάθεια της δημοσιονομικής προσαρμογής δημιουργεί επίσης κινδύνους για τους ημικρατικούς αλλά και τους ιδιωτικούς φορείς. Καθώς όμως το κόστος προσαρμογής επωμίζεται τελικά ο πληθυσμός, η ποιότητα της πολιτικής θα είναι κρίσιμη τα επόμενα χρόνια. Με αυτά τα δεδομένα, οι κυβερνήσεις ενδεχομένως να επιχειρήσουν να προστατεύσουν τη δημοσιονομική προσαρμογή από την πολιτική πίεση με πιο αποτελεσματικές θεσμικές προβλέψεις, όπως είναι οι περιορισμοί στον ιδιωτικό δανεισμό. Σε αυτόν τον τομέα, σημειώνει η τράπεζα, «ειρωνικά, οι ανεπτυγμένες χώρες θα είχαν να διδαχθούν κάτι από την εμπειρία των αναπτυσσόμενων».

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_100022_03/04/2010_396411

No comments: