Το χρέος της Ελλάδας το 2020 θα εξακολουθεί να κινείται γύρω στο 160% του ΑΕΠ, όπως εκτιμά σε έκθεσή της η Royal Bank of Scotland, που κάνει λόγο για ανάγκη και τρίτου πακέτου διάσωσης για την περίοδο 2015-2020, ύψους περίπου 110 δισ. ευρώ.
Πιο αναλυτικά, η Royal Bank of Scotland αναφέρει ότι με την έκθεσή της αυτήν προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει ορισμένες από τις λεπτομέρειες του PSI και του δεύτερου πακέτου στήριξης, βασιζόμενη σε δημοσιευμένα στοιχεία και σε στοιχεία που έχουν διαρρεύσει, τα οποία ωστόσο «δυστυχώς δεν δίνουν και πολύ καθαρή εικόνα για τους ακριβείς όρους της συμφωνίας και των αναγκών χρηματοδότησης της Ελλάδας κατά την περίοδο μέχρι το 2020».
Στην έκθεση δίνεται μια πρώτη εκτίμηση της RBS για την επίπτωση του PSI στο επίπεδο χρέους της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια και για τις ανάγκες χρηματοδότησης που αντιμετωπίζει η χώρα τα επόμενα οκτώ χρόνια.
«Το συμπέρασμα είναι ότι στο σενάριο της ήπιας οικονομικής ανάκαμψης, της βελτίωσης του πρωτογενούς πλεονάσματος και της ύπαρξης εσόδων από αποκρατικοποιήσεις η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να έχει ένα τεράστιο χρέος μέχρι το 2020, το οποίο θα ανέρχεται στο 160% του ΑΕΠ περίπου, ποσό που δεν διαφέρει και πολύ από αυτό που καταγράφηκε το προηγούμενο έτος», σύμφωνα με την RBS. «Ωστόσο, το 80% αυτού του χρέους θα είναι προς τον επίσημο τομέα, γεγονός που θα κάνει τις διαπραγματεύσεις για το επόμενο πακέτο διάσωσης ακόμα πιο ‘πολιτικά ευαίσθητες’ καθώς μπορεί να απαιτηθεί 'κούρεμα' του χρέους και από τον επίσημο τομέα», τονίζει.
Με βάση την τράπεζα, «το 2014, στο τέλος του δεύτερου πακέτου διάσωσης, το χρέος θα είναι υψηλότερο απ’ ό,τι στο τέλος του τρέχοντος έτους μετά το PSI, και θα ανέρχεται περίπου στο 180%, σύμφωνα με το βασικό σενάριο».
Κατά την RBS, η έλλειψη βελτίωσης σε ό,τι αφορά την πορεία του χρέους οφείλεται κυρίως:
- Στην εκτίμηση ότι η οικονομία δεν θα αναπτυχθεί με τόσο υψηλό ρυθμό όσο προβλέπει ο επίσημος τομέας.
- Στο γεγονός ότι η συμφωνία αναδιάρθρωσης χρέους επιφέρει τεράστια αύξηση στις απώλειες της Ελλάδας σε σχέση με το EFSF.
- Στο γεγονός ότι ένα σημαντικό μέρος των ομολόγων, κατά την εκτίμηση της τράπεζας, θα αποφύγει το PSI, συμπεριλαμβανομένων των ομολόγων ύψους περίπου 56 δισ. ευρώ που βρίσκονται στην κατοχή της ΕΚΤ και των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών, των ομολόγων των σιδηροδρόμων (4 δισ. ευρώ) και των διεθνών ομολόγων (18,4 δισ. ευρώ).
Η τράπεζα εκτιμά επίσης πως οι προσδοκίες για τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις παραμένουν πολύ αισιόδοξες.
Οι ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας
Σύμφωνα με την RBS, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για φέτος ανέρχονται περίπου στα 40 δισ. ευρώ, ενώ η χώρα θα χρειαστεί από 20 έως 28 δισ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2016. Από εκεί και πέρα, οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα μπορούσαν να πέσουν κάτω από τα 20 δισ. ευρώ και να κινηθούν προς τα 10 δισ. ευρώ στο τέλος της περιόδου, εάν υπολογιστεί ότι θα υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 2,5% του ΑΕΠ το διάστημα 2015-2020.
Υπό αυτό το σενάριο, το τρίτο πακέτο διάσωσης θα πρέπει να ανέλθει περίπου στα 110 δισ. ευρώ για την περίοδο από το 2015 έως το 2020, ποσό το οποίο πολύ δύσκολα θα αντληθεί από τον επίσημο τομέα, μετά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίστηκαν στις διαπραγματεύσεις για το δεύτερο πακέτο διάσωσης. Από αυτήν την άποψη, μπορεί να απαιτηθεί επιπλέον αναδιάρθρωση του χρέους προς τον επίσημο τομέα.
Η σύνθεση του χρέους θα αλλάξει γρήγορα και το 66% περίπου του συνολικού χρέους το 2012 μετά το PSI θα σχετίζεται με τον επίσημο τομέα, ποσοστό το οποίο θα αυξηθεί στο 80% το 2020.
Αν η Ελλάδα δεν καταφέρει να ιδιωτικοποιήσει κανένα από τα ακίνητα που συμπεριλαμβάνονται στο πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων, τότε το χρέος της θα διαμορφωθεί στο 171% του ΑΕΠ το 2020.
Υπό ένα σενάριο ισχυρής ανάπτυξης (με ρυθμό 4% από το 2015 και μετά) και πλήρους ιδιωτικοποίησης, το χρέος θα διαμορφωθεί στο 130% του ΑΕΠ το 2020.
Από αυτήν την άποψη, η RBS εκτιμά πως η εμπιστοσύνη της αγοράς στην ικανότητα της χώρας να επιστρέψει σύντομα στις αγορές θα είναι πολύ χαμηλή και τα νέα ελληνικά ομόλογα θα καταγράψουν ισχνές επιδόσεις λόγω εκτιμήσεων ότι θα χρειαστεί να αναδιαρθρωθούν κάποια στιγμή μελλοντικά.
Η συμμετοχή στο PSI
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της RBS, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχουν ήδη δεσμευτεί να συμμετάσχουν στο PSI ανέρχονται σε 49 δισ. ευρώ ελληνικών ομολόγων. Εάν προστεθούν και άλλα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που επίσης είναι πιθανόν να συμμετάσχουν, το επίπεδο συμμετοχής θα είναι κατ’ ελάχιστον 79 δισ. ευρώ. Εάν προστεθούν και άλλοι συμμετέχοντες από τον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι ανήκουν στην επιτροπή του IIF, η ελάχιστη συμμετοχή θα ανέρχεται στα 120 δισ. ευρώ.
Το ερώτημα είναι εάν η συμφωνία θα είναι τελικά εθελοντική ή εξαναγκαστική. Με βάση την πρόσκληση της ελληνικής κυβέρνησης για το PSI, εάν η συμμετοχή ξεπεράσει το 90% (δηλαδή 185 δισ. ευρώ), τότε η συμφωνία θα είναι αυτομάτως εθελοντική. Εάν το επίπεδο συμμετοχής από τα 206 δισ. ευρώ των επιλέξιμων ομολόγων διαμορφωθεί από 75% έως 90%, τότε οι ελληνικές αρχές θα αποφασίσουν με την τρόικα πώς θα πρέπει να κινηθούν, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο εθελοντικής συμφωνίας.
Το βασικό σενάριο της RBS προβλέπει ότι τα CACs θα ενεργοποιηθούν διότι η συμμετοχή δεν θα ξεπεράσει σημαντικά το 70%, όχι όμως για τα ομόλογα που διέπονται από το διεθνές δίκαιο.
Εξ ορισμού το PSI θα μειώσει το μελλοντικό ρίσκο για τις αγορές από μια χρεοκοπία της Ελλάδας. Όμως, σύμφωνα με την RBS, είναι πιθανόν να αυξήσει ακόμα περισσότερο το πολιτικό ρίσκο τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και μεταξύ της Ελλάδας και των διεθνών εταίρων της, δεδομένου του μεγέθους της οικονομικής εμπλοκής του διεθνούς επίσημου τομέα.
Όπως επισημαίνει, εν όψει των εκλογών που αναμένεται να πραγματοποιηθούν στα τέλη Απριλίου ή στις αρχές Μαΐου, θα πρέπει να υπάρξει στενή παρακολούθηση των κοινωνικών αναταραχών και του πολιτικού κατακερματισμού προκειμένου να αποτιμηθεί το ρίσκο που αφορά τη σταθερότητα της χώρας και τις σχέσεις της με τις άλλες χώρες-μέλη της ευρωζώνης
http://www.euro2day.gr/news/economy/124/articles/683688/Article.aspx
Πιο αναλυτικά, η Royal Bank of Scotland αναφέρει ότι με την έκθεσή της αυτήν προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει ορισμένες από τις λεπτομέρειες του PSI και του δεύτερου πακέτου στήριξης, βασιζόμενη σε δημοσιευμένα στοιχεία και σε στοιχεία που έχουν διαρρεύσει, τα οποία ωστόσο «δυστυχώς δεν δίνουν και πολύ καθαρή εικόνα για τους ακριβείς όρους της συμφωνίας και των αναγκών χρηματοδότησης της Ελλάδας κατά την περίοδο μέχρι το 2020».
Στην έκθεση δίνεται μια πρώτη εκτίμηση της RBS για την επίπτωση του PSI στο επίπεδο χρέους της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια και για τις ανάγκες χρηματοδότησης που αντιμετωπίζει η χώρα τα επόμενα οκτώ χρόνια.
«Το συμπέρασμα είναι ότι στο σενάριο της ήπιας οικονομικής ανάκαμψης, της βελτίωσης του πρωτογενούς πλεονάσματος και της ύπαρξης εσόδων από αποκρατικοποιήσεις η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να έχει ένα τεράστιο χρέος μέχρι το 2020, το οποίο θα ανέρχεται στο 160% του ΑΕΠ περίπου, ποσό που δεν διαφέρει και πολύ από αυτό που καταγράφηκε το προηγούμενο έτος», σύμφωνα με την RBS. «Ωστόσο, το 80% αυτού του χρέους θα είναι προς τον επίσημο τομέα, γεγονός που θα κάνει τις διαπραγματεύσεις για το επόμενο πακέτο διάσωσης ακόμα πιο ‘πολιτικά ευαίσθητες’ καθώς μπορεί να απαιτηθεί 'κούρεμα' του χρέους και από τον επίσημο τομέα», τονίζει.
Με βάση την τράπεζα, «το 2014, στο τέλος του δεύτερου πακέτου διάσωσης, το χρέος θα είναι υψηλότερο απ’ ό,τι στο τέλος του τρέχοντος έτους μετά το PSI, και θα ανέρχεται περίπου στο 180%, σύμφωνα με το βασικό σενάριο».
Κατά την RBS, η έλλειψη βελτίωσης σε ό,τι αφορά την πορεία του χρέους οφείλεται κυρίως:
- Στην εκτίμηση ότι η οικονομία δεν θα αναπτυχθεί με τόσο υψηλό ρυθμό όσο προβλέπει ο επίσημος τομέας.
- Στο γεγονός ότι η συμφωνία αναδιάρθρωσης χρέους επιφέρει τεράστια αύξηση στις απώλειες της Ελλάδας σε σχέση με το EFSF.
- Στο γεγονός ότι ένα σημαντικό μέρος των ομολόγων, κατά την εκτίμηση της τράπεζας, θα αποφύγει το PSI, συμπεριλαμβανομένων των ομολόγων ύψους περίπου 56 δισ. ευρώ που βρίσκονται στην κατοχή της ΕΚΤ και των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών, των ομολόγων των σιδηροδρόμων (4 δισ. ευρώ) και των διεθνών ομολόγων (18,4 δισ. ευρώ).
Η τράπεζα εκτιμά επίσης πως οι προσδοκίες για τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις παραμένουν πολύ αισιόδοξες.
Οι ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας
Σύμφωνα με την RBS, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για φέτος ανέρχονται περίπου στα 40 δισ. ευρώ, ενώ η χώρα θα χρειαστεί από 20 έως 28 δισ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2016. Από εκεί και πέρα, οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα μπορούσαν να πέσουν κάτω από τα 20 δισ. ευρώ και να κινηθούν προς τα 10 δισ. ευρώ στο τέλος της περιόδου, εάν υπολογιστεί ότι θα υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 2,5% του ΑΕΠ το διάστημα 2015-2020.
Υπό αυτό το σενάριο, το τρίτο πακέτο διάσωσης θα πρέπει να ανέλθει περίπου στα 110 δισ. ευρώ για την περίοδο από το 2015 έως το 2020, ποσό το οποίο πολύ δύσκολα θα αντληθεί από τον επίσημο τομέα, μετά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίστηκαν στις διαπραγματεύσεις για το δεύτερο πακέτο διάσωσης. Από αυτήν την άποψη, μπορεί να απαιτηθεί επιπλέον αναδιάρθρωση του χρέους προς τον επίσημο τομέα.
Η σύνθεση του χρέους θα αλλάξει γρήγορα και το 66% περίπου του συνολικού χρέους το 2012 μετά το PSI θα σχετίζεται με τον επίσημο τομέα, ποσοστό το οποίο θα αυξηθεί στο 80% το 2020.
Αν η Ελλάδα δεν καταφέρει να ιδιωτικοποιήσει κανένα από τα ακίνητα που συμπεριλαμβάνονται στο πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων, τότε το χρέος της θα διαμορφωθεί στο 171% του ΑΕΠ το 2020.
Υπό ένα σενάριο ισχυρής ανάπτυξης (με ρυθμό 4% από το 2015 και μετά) και πλήρους ιδιωτικοποίησης, το χρέος θα διαμορφωθεί στο 130% του ΑΕΠ το 2020.
Από αυτήν την άποψη, η RBS εκτιμά πως η εμπιστοσύνη της αγοράς στην ικανότητα της χώρας να επιστρέψει σύντομα στις αγορές θα είναι πολύ χαμηλή και τα νέα ελληνικά ομόλογα θα καταγράψουν ισχνές επιδόσεις λόγω εκτιμήσεων ότι θα χρειαστεί να αναδιαρθρωθούν κάποια στιγμή μελλοντικά.
Η συμμετοχή στο PSI
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της RBS, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχουν ήδη δεσμευτεί να συμμετάσχουν στο PSI ανέρχονται σε 49 δισ. ευρώ ελληνικών ομολόγων. Εάν προστεθούν και άλλα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που επίσης είναι πιθανόν να συμμετάσχουν, το επίπεδο συμμετοχής θα είναι κατ’ ελάχιστον 79 δισ. ευρώ. Εάν προστεθούν και άλλοι συμμετέχοντες από τον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι ανήκουν στην επιτροπή του IIF, η ελάχιστη συμμετοχή θα ανέρχεται στα 120 δισ. ευρώ.
Το ερώτημα είναι εάν η συμφωνία θα είναι τελικά εθελοντική ή εξαναγκαστική. Με βάση την πρόσκληση της ελληνικής κυβέρνησης για το PSI, εάν η συμμετοχή ξεπεράσει το 90% (δηλαδή 185 δισ. ευρώ), τότε η συμφωνία θα είναι αυτομάτως εθελοντική. Εάν το επίπεδο συμμετοχής από τα 206 δισ. ευρώ των επιλέξιμων ομολόγων διαμορφωθεί από 75% έως 90%, τότε οι ελληνικές αρχές θα αποφασίσουν με την τρόικα πώς θα πρέπει να κινηθούν, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο εθελοντικής συμφωνίας.
Το βασικό σενάριο της RBS προβλέπει ότι τα CACs θα ενεργοποιηθούν διότι η συμμετοχή δεν θα ξεπεράσει σημαντικά το 70%, όχι όμως για τα ομόλογα που διέπονται από το διεθνές δίκαιο.
Εξ ορισμού το PSI θα μειώσει το μελλοντικό ρίσκο για τις αγορές από μια χρεοκοπία της Ελλάδας. Όμως, σύμφωνα με την RBS, είναι πιθανόν να αυξήσει ακόμα περισσότερο το πολιτικό ρίσκο τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και μεταξύ της Ελλάδας και των διεθνών εταίρων της, δεδομένου του μεγέθους της οικονομικής εμπλοκής του διεθνούς επίσημου τομέα.
Όπως επισημαίνει, εν όψει των εκλογών που αναμένεται να πραγματοποιηθούν στα τέλη Απριλίου ή στις αρχές Μαΐου, θα πρέπει να υπάρξει στενή παρακολούθηση των κοινωνικών αναταραχών και του πολιτικού κατακερματισμού προκειμένου να αποτιμηθεί το ρίσκο που αφορά τη σταθερότητα της χώρας και τις σχέσεις της με τις άλλες χώρες-μέλη της ευρωζώνης
http://www.euro2day.gr/news/economy/124/articles/683688/Article.aspx
No comments:
Post a Comment