The Economist
Η ιδέα πως μοναδικός στόχος μιας επιχείρησης είναι να μεγιστοποιήσει την απόδοση για τους μετόχους της κυριάρχησε στον αμερικανικό επιχειρηματικό κόσμο τα τελευταία 25 χρόνια. Εξαπλωνόταν, άλλωστε, ταχύτατα σε όλον τον κόσμο μέχρις ότου εκδηλώθηκε η χρηματοπιστωτική κρίση, θέτοντας την ορθότητά της εν αμφιβόλω. Σε άρθρο του που δημοσίευσε σε πρόσφατο τεύχος της επιθεώρησης Harvard Business Review, ο κοσμήτορας της Σχολής Διοίκησης του Πανεπιστημίου του Τορόντο Ρότζερ Μάρτιν χαρτογραφεί την άνοδο αυτής της αρχής και υποστηρίζει ότι «είναι καιρός να την εγκαταλείψουμε». Η εμμονή με τις αποδόσεις για τους μετόχους άρχισε το 1976, ισχυρίζεται ο κ. Μάρτιν, όταν δύο οικονομολόγοι, οι Τζένσεν και Μέκινγκ, δημοσίευσαν άρθρο τους στο οποίο υποστήριζαν ότι οι ιδιοκτήτες των εταιρειών υποσκελίζονταν από τα στελέχη της διοίκησης. Αυτό το άρθρο επικαλέστηκε ο μεγαλύτερος αριθμός ακαδημαϊκών εργασιών επί θεμάτων επιχειρήσεων, ενώ ενέπνευσε ένα ακαταμάχητο κίνημα υπέρ της στροφής της διοίκησης στην αύξηση της απόδοσης για τους μετόχους.
Οι νεοφώτιστοι στο δόγμα δεν είχαν καιρό να ασχοληθούν με τις άλλες ενδιαφερόμενες πλευρές: πελάτες, υπαλλήλους, προμηθευτές και γενικότερα την κοινωνία στο σύνολό της. Οι οπαδοί της θεωρίας, μάλιστα, επέκριναν δριμύτατα τον «καπιταλισμό των άλλων ενδιαφερόμενων πλευρών», που εφαρμοζόταν στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Τώρα, επισημαίνει ο κ. Μάρτιν, ο πλούτος για τους μετόχους πρέπει να δώσει τη θέση του στον «καπιταλισμό για τον καταναλωτή», στο σύστημα δηλαδή που εξωθεί τις επιχειρήσεις «να μεγιστοποιούν την ικανοποίηση που προσφέρουν στους πελάτες τους». Η πρότασή του έχει αρχίσει να προσελκύει υποστηρικτές. Ο Πολ Πόλμαν, ο οποίος πέρυσι ανέλαβε επικεφαλής του κολοσσού των καταναλωτικών προϊόντων Unilever, δήλωσε προσφάτως στην εφημερίδα Financial Times ότι «για να είμαι ειλικρινής, δεν δουλεύω για τους μετόχους αλλά για τον πελάτη». Και δεν είναι μόνον οι πελάτες που περιμένουν να επωφεληθούν από τη μείωση των αποδόσεων για τους μετόχους.
Πρόσφατη έρευνα της CBI κατέδειξε ότι έχει επικρατήσει η προσδοκία πως «θα αναδυθεί μια νέα προσέγγιση, που θα βασίζεται στη συνεργασία των διαφόρων παραγόντων», συμπεριλαμβανομένων των προμηθευτών και των ιδρυμάτων που εκπαιδεύουν τους εργαζόμενους.
Το μοντέλο αποδόσεων
Εχει, όμως, πραγματικά αποτύχει το μοντέλο των αποδόσεων για τους μετόχους; Η χρηματοπιστωτική κρίση σίγουρα υπονόμευσε δύο από τις μεγάλες ιδέες που είχαν εμπνεύσει τους οικονομολόγους Τζένσεν και Μέκινγκ: ότι οι αμοιβές των υψηλόβαθμων στελεχών πρέπει να αποτελούν συνάρτηση του πλούτου που διασφάλισαν για τους μετόχους και ότι οι διαχειριστές κεφαλαίων θα εξασφάλιζαν πολύ μεγαλύτερες αποδόσεις από όσες θα προσέφερε το χρηματιστήριο. Οι φούσκες που δημιουργήθηκαν την περασμένη δεκαετία, τόσο στα χρηματιστήρια όσο και στις αγορές εταιρικών ομολόγων, κατέστησαν σαφή τα σοβαρά μειονεκτήματα των δύο αυτών ιδεών, ή τουλάχιστον του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζονταν στην πράξη. Η τιμή της μετοχής μιας εταιρείας μπορεί να αποτελεί πολύ καλή ένδειξη για τις μακροπρόθεσμες αποδόσεις για τους μετόχους. Τα στελέχη, όμως, που αμείβονταν ανάλογα με τις βραχυπρόθεσμες κινήσεις της μετοχής, είχαν κάθε λόγο να κάνουν ό, τι μπορούν για να εξωθούν ανοδικά την τιμή της μετοχής και όχι για να μεγιστοποιούν τις αποδόσεις μακροπρόθεσμα. Κατά κάποιον τρόπο, τα όσα συνέβησαν με την Goldman Sachs αποτελούν την επιτομή του προβλήματος.
Ολα αυτά δεν σημαίνουν, βέβαια, ότι η μεγιστοποίηση της απόδοσης για τους μετόχους είναι εσφαλμένη και πρέπει να θυσιαστεί στον βαθμό κάποιας άλλης επιχειρηματικής θεότητας. Οσοι υποστηρίζουν τα συμφέροντα των άλλων ενδιαφερομένων πλευρών παραδέχονται πως τα μεν δεν αποκλείουν τα δε. Ο κ. Μάρτιν, για παράδειγμα, παραδέχεται πως «η αύξηση της απόδοσης για τους μετόχους αποτελεί υποπροϊόν του ενδιαφέροντος για την ικανοποίηση του πελάτη». Με άλλα λόγια, το πρόβλημα δεν είναι αν δίνεται έμφαση στις αποδόσεις για τους μετόχους, αλλά η υποκατάστασή της από το υπερβολικό ενδιαφέρον για τις βραχυπρόθεσμες αυξήσεις στις τιμές της μετοχής.
Αν, όμως, αποκτήσουν οι μέτοχοι περισσότερες εξουσίες για να επηρεάζουν τη διοίκηση (ιδιαιτέρως στην Αμερική), μπορεί να τους πείσουν να υιοθετήσουν μια πιο μακρόπνοη θεώρηση.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_30/04/2010_399335
No comments:
Post a Comment