Ώστε ξανά αποφύγαμε την ευρωπαϊκή κρίση… Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ, ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί και όσοι άλλοι αυταπατώνται πιστεύοντας ότι διαδραματίζουν καίριο ρόλο στις εξελίξεις ετοιμάζονται να απελευθερώσουν την πέμπτη δόση των ευρωπαϊκών δανείων προς την Ελλάδα.
Καμιά σημασία δεν έχει αν η Ελλάδα δεν εφαρμόζει τους στόχους της συμφωνίας – το ότι οι δαπάνες βρίσκονται ήδη υψηλότερα από πέρσι και τα φορολογικά έσοδα χαμηλότερα, ότι όλα δηλαδή κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση από ότι προέβλεπαν οι ελληνικές δεσμεύσεις. Οι συγκρούσεις στους δρόμους της Αθήνας καθιστούν αβέβαιη την ψήφο εμπιστοσύνης της νέας κυβέρνησης και την έγκριση του νέου ελληνικού προγράμματος, αλλά κυρίως καθιστούν αβέβαιη την εφαρμογή του. Και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων του ελληνικού δημοσίου με στόχο την άντληση 50 δις ευρώ θα εφαρμοστεί.
Αλλά οι προσωρινές λύσεις που δόθηκαν την περασμένη εβδομάδα επέτρεψαν στην Ευρωζώνη να κερδίσει λίγες μέρες ακόμη και να συνεχίσει σχετικά ασφαλής ως τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου και κυρίως της σύγκληση της Ευρωομάδας στις 3 Ιουλίου, όπου θα γίνει τελικά η διαπραγμάτευση της συμμετοχής των ιδιωτών πιστωτών στο ελληνικό χρέος. Οι Ευρωπαίοι έχουν λοιπόν κάποιες μέρες ακόμη στη διάθεσή τους για να δουν πώς οι πιστωτές του ιδιωτικού τομέα θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στα αναπόφευκτα ‘κουρέματα’ δίχως να υπάρξει χρεοστάσιο – που τώρα αποκαλείται ‘πιστωτικό γεγονός’ – και δίχως να οδηγηθούμε στην κατάρρευση αρκετών τραπεζών. Δεν είναι εύκολο να βρεθεί ένα κατάλληλο σχήμα για δύο λόγους.
Ο πρώτος είναι πως οι συμφωνίες διάσωσης της Ελλάδας με την Ευρώπη επιλύουν προβλήματα ρευστότητας και όχι φερεγγυότητας. Η διάσωση παραχωρεί στην Ελλάδα αρκετή ρευστότητα για να καλύψει τα παρόντα ελλείμματα της, αλλά όχι αρκετή για να αποπληρώσει τους πιστωτές που τα ομόλογα τους λήγουν.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Γερμανίδα καγκελάριος επιμένει στην ‘ουσιαστική συμμετοχή’ των ιδιωτών. Να έχουμε όμως κατά νου ότι ακόμη κι αν οι ιδιώτες πιστωτές αποφασίσουν τελικά ότι το κάτι είναι καλύτερο από το τίποτα και δεχτούν όρους αναχρηματοδότησης για το ελληνικό χρέος που θα είναι λιγότερο ελκυστικοί από ό,τι θεωρεί η αγορά για τους παρόντες τίτλους, υπάρχει ‘ντε φάκτο χρεοστάσιο’, σύμφωνα με την Standard & Poor’s. Και σήμερα η αγορά θεωρεί ότι η Ελλάδα πρέπει να πληρώνει επιτόκιο 30% για τα 2ετή ομόλογα της και 20% για τα 10ετή. Κανείς δεν πρέπει λοιπόν να ξαφνιάζεται που οι περισσότεροι οικονομολόγοι, εσχάτως κι ο πρώην πρόεδρος της FED Άλαν Γκρίνσπαν, θεωρούν ότι οι πιθανότητες ενός ελληνικού χρεοστασίου ‘είναι τόσο υψηλές που θα έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχει διέξοδος’. Αλλά το πραγματικό πρόβλημα έχει να κάνει με το ότι η Ελλάδα δεν είναι η μοναδική εστία χρηματοπιστωτικής μόλυνσης.
Ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που είχε δημόσιο έλλειμμα 10%, μεγάλο λόγο χρέους προς ΑΕΠ και οικονομία χωρίς ανάπτυξη. Θα χρειάζονταν επομένως η διάσωσή της που θα χρηματοδοτούσαν οι υπόλοιπες 16 υγιείς οικονομίες της Ευρωζώνης. Στην περίπτωση αυτή θα ήταν η Ελλάδα πρωτοσέλιδο σε όλο τον κόσμο ή θα περιορίζονταν στις οικονομικές σελίδες;
Δυστυχώς δεν είναι η Ελλάδα το μοναδικό πρόβλημα της Ευρωζώνης και της παγκόσμιας κοινότητας. Και εκτός Ευρωζώνης, υπάρχουν μεγάλες οικονομίες όπως της Βρετανίας και των ΗΠΑ που επιβαρύνονται με ελλείμματα τόσο υψηλά όσο και το ελληνικό. Η προσπάθεια της Βρετανίας να περικόψει το έλλειμμα της απειλείται τώρα από την ύφεση που παρατηρείται στην οικονομία της ως συνέπεια των δημοσιονομικών περικοπών, ενώ η Αμερική απλά δεν έχει κανένα σχέδιο περιορισμού του ελλείμματος.
Η Πορτογαλία και η Ιρλανδία έχουν αποφύγει την πτώχευση μόνο εξαιτίας της ρευστότητας που τους παρέχει η Ευρώπη και το ΔΝΤ, αλλά δεν έχουν καμιά προοπτική αποπληρωμής του χρέους τους – και δεν θα είχαν ακόμα και αν το ελληνικό δημόσιο χρέος διέθετε την ανώτατη πιστοληπτική αξιολόγηση. Για τον απλό λόγο ότι οι οικονομίες που βρίσκονται σε ύφεση δεν είναι δυνατό να δώσουν ισχυρά φορολογικά έσοδα.
Αλλά και η Ισπανία, που αποτελεί την τέταρτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης, παλεύει με ένα απίστευτα υψηλό ποσοστό ανεργίας που ξεπερνά το 20%, με τεράστιες τρύπες στην κεφαλαιακή βάση των περιφερειακών τραπεζών της και με μια αναιμική ανάπτυξη κάτω του 1%. Η Ιταλία, τέλος, η τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης ήδη δέχτηκε τις προειδοποιήσεις της Moody’s ότι η απουσία ανάπτυξης, τα ελλείμματα και το πολιτικό χάος που τη διακρίνει μπορεί να οδηγήσουν σε υποβάθμισή της.
Ας προσθέσουμε σε όλα αυτά και τις ενδείξεις οικονομικής επιβράδυνσης στην Αμερική και την Ευρώπη, για να μην αναφέρουμε την Κίνα, στο τέλος του δεύτερου κύματος ‘ποσοτικής χαλάρωσης’ των ΗΠΑ και το χειρότερο όλων, αυτή την ξαφνική συνειδητοποίηση ότι το πρόβλημα του επικίνδυνου συστημικού μεγέθους ορισμένων ιδρυμάτων που αποτυπώθηκε στην έκφραση ‘too big to fail’ μπορεί και να αποδειχτεί πολύ μικρότερο από το πρόβλημα της συστημικής διασύνδεσης κρατών και ιδρυμάτων που θα μπορούσε να αποτυπωθεί με την έκφραση ‘too interconnected to fail’ – και ιδού, έχουμε πάρα πολλούς λόγους να ανησυχούμε.
Όχι μόνο για την Ελλάδα. Να ανησυχούμε επίσης:
Για τις τρύπες στην κεφαλαιακή βάση των γερμανικών τραπεζών που έχουν στα βιβλία τους 23 δις ελληνικού χρέους
Για τους αμερικανικούς δήμους που βλέπουν με δέος τα επιτόκια τους να ανεβαίνουν σε απάντηση στη νευρικότητα των αγορών σχετικά με την κατάσταση της βελγογαλλικής τράπεζας Dexia, η οποία στηρίζει τα αμερικανικά δημοτικά ομόλογα αλλά είναι εκτεθειμένη στο ελληνικό χρέος.
Για τα αμερικανικά κεφάλαια που παρέχουν ρευστότητα στις ευρωπαϊκές τράπεζες οι οποίες έχουν ολόκληρα βουνά ελληνικών ομολόγων στους ισολογισμούς τους
Για τις γαλλικές τράπεζες, εκ των οποίων τρεις πολύ μεγάλες απειλούνται ήδη με υποβάθμιση επειδή έχουν ελληνικά ομόλογα ύψους 15 δις στα βιβλία τους
Για την έκθεση πολλών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ανά τον κόσμο στην σχεδόν αναπόφευκτη χρεοκοπία της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, με την Ισπανία και την Ιταλία να περιμένουν ίσως την ώρα τους.
Αλλά δεν υπάρχει φόβος. Η Γαλλία, η Αυστρία, το Λουξεμβούργο και η Δανία έχουν τη λύση και ζητούν από τον Ευρωπαίο Επίτροπο Μισέλ Μπαρνιέ να κάνει τα στραβά μάτια στα ζητούμενα της νέας συμφωνίας της Βασιλείας ΙΙΙ για την αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων των τραπεζών. Το μότο τους: ‘Αν όλα τα άλλα αποτύχουν, ρίξε τα στάνταρ’.
http://www.sofokleous10.gr/portal2/toprotothema/toprotothema/2011-06-20-23-49-00-2011062038175/
Καμιά σημασία δεν έχει αν η Ελλάδα δεν εφαρμόζει τους στόχους της συμφωνίας – το ότι οι δαπάνες βρίσκονται ήδη υψηλότερα από πέρσι και τα φορολογικά έσοδα χαμηλότερα, ότι όλα δηλαδή κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση από ότι προέβλεπαν οι ελληνικές δεσμεύσεις. Οι συγκρούσεις στους δρόμους της Αθήνας καθιστούν αβέβαιη την ψήφο εμπιστοσύνης της νέας κυβέρνησης και την έγκριση του νέου ελληνικού προγράμματος, αλλά κυρίως καθιστούν αβέβαιη την εφαρμογή του. Και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων του ελληνικού δημοσίου με στόχο την άντληση 50 δις ευρώ θα εφαρμοστεί.
Αλλά οι προσωρινές λύσεις που δόθηκαν την περασμένη εβδομάδα επέτρεψαν στην Ευρωζώνη να κερδίσει λίγες μέρες ακόμη και να συνεχίσει σχετικά ασφαλής ως τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου και κυρίως της σύγκληση της Ευρωομάδας στις 3 Ιουλίου, όπου θα γίνει τελικά η διαπραγμάτευση της συμμετοχής των ιδιωτών πιστωτών στο ελληνικό χρέος. Οι Ευρωπαίοι έχουν λοιπόν κάποιες μέρες ακόμη στη διάθεσή τους για να δουν πώς οι πιστωτές του ιδιωτικού τομέα θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στα αναπόφευκτα ‘κουρέματα’ δίχως να υπάρξει χρεοστάσιο – που τώρα αποκαλείται ‘πιστωτικό γεγονός’ – και δίχως να οδηγηθούμε στην κατάρρευση αρκετών τραπεζών. Δεν είναι εύκολο να βρεθεί ένα κατάλληλο σχήμα για δύο λόγους.
Ο πρώτος είναι πως οι συμφωνίες διάσωσης της Ελλάδας με την Ευρώπη επιλύουν προβλήματα ρευστότητας και όχι φερεγγυότητας. Η διάσωση παραχωρεί στην Ελλάδα αρκετή ρευστότητα για να καλύψει τα παρόντα ελλείμματα της, αλλά όχι αρκετή για να αποπληρώσει τους πιστωτές που τα ομόλογα τους λήγουν.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Γερμανίδα καγκελάριος επιμένει στην ‘ουσιαστική συμμετοχή’ των ιδιωτών. Να έχουμε όμως κατά νου ότι ακόμη κι αν οι ιδιώτες πιστωτές αποφασίσουν τελικά ότι το κάτι είναι καλύτερο από το τίποτα και δεχτούν όρους αναχρηματοδότησης για το ελληνικό χρέος που θα είναι λιγότερο ελκυστικοί από ό,τι θεωρεί η αγορά για τους παρόντες τίτλους, υπάρχει ‘ντε φάκτο χρεοστάσιο’, σύμφωνα με την Standard & Poor’s. Και σήμερα η αγορά θεωρεί ότι η Ελλάδα πρέπει να πληρώνει επιτόκιο 30% για τα 2ετή ομόλογα της και 20% για τα 10ετή. Κανείς δεν πρέπει λοιπόν να ξαφνιάζεται που οι περισσότεροι οικονομολόγοι, εσχάτως κι ο πρώην πρόεδρος της FED Άλαν Γκρίνσπαν, θεωρούν ότι οι πιθανότητες ενός ελληνικού χρεοστασίου ‘είναι τόσο υψηλές που θα έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχει διέξοδος’. Αλλά το πραγματικό πρόβλημα έχει να κάνει με το ότι η Ελλάδα δεν είναι η μοναδική εστία χρηματοπιστωτικής μόλυνσης.
Ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που είχε δημόσιο έλλειμμα 10%, μεγάλο λόγο χρέους προς ΑΕΠ και οικονομία χωρίς ανάπτυξη. Θα χρειάζονταν επομένως η διάσωσή της που θα χρηματοδοτούσαν οι υπόλοιπες 16 υγιείς οικονομίες της Ευρωζώνης. Στην περίπτωση αυτή θα ήταν η Ελλάδα πρωτοσέλιδο σε όλο τον κόσμο ή θα περιορίζονταν στις οικονομικές σελίδες;
Δυστυχώς δεν είναι η Ελλάδα το μοναδικό πρόβλημα της Ευρωζώνης και της παγκόσμιας κοινότητας. Και εκτός Ευρωζώνης, υπάρχουν μεγάλες οικονομίες όπως της Βρετανίας και των ΗΠΑ που επιβαρύνονται με ελλείμματα τόσο υψηλά όσο και το ελληνικό. Η προσπάθεια της Βρετανίας να περικόψει το έλλειμμα της απειλείται τώρα από την ύφεση που παρατηρείται στην οικονομία της ως συνέπεια των δημοσιονομικών περικοπών, ενώ η Αμερική απλά δεν έχει κανένα σχέδιο περιορισμού του ελλείμματος.
Η Πορτογαλία και η Ιρλανδία έχουν αποφύγει την πτώχευση μόνο εξαιτίας της ρευστότητας που τους παρέχει η Ευρώπη και το ΔΝΤ, αλλά δεν έχουν καμιά προοπτική αποπληρωμής του χρέους τους – και δεν θα είχαν ακόμα και αν το ελληνικό δημόσιο χρέος διέθετε την ανώτατη πιστοληπτική αξιολόγηση. Για τον απλό λόγο ότι οι οικονομίες που βρίσκονται σε ύφεση δεν είναι δυνατό να δώσουν ισχυρά φορολογικά έσοδα.
Αλλά και η Ισπανία, που αποτελεί την τέταρτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης, παλεύει με ένα απίστευτα υψηλό ποσοστό ανεργίας που ξεπερνά το 20%, με τεράστιες τρύπες στην κεφαλαιακή βάση των περιφερειακών τραπεζών της και με μια αναιμική ανάπτυξη κάτω του 1%. Η Ιταλία, τέλος, η τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης ήδη δέχτηκε τις προειδοποιήσεις της Moody’s ότι η απουσία ανάπτυξης, τα ελλείμματα και το πολιτικό χάος που τη διακρίνει μπορεί να οδηγήσουν σε υποβάθμισή της.
Ας προσθέσουμε σε όλα αυτά και τις ενδείξεις οικονομικής επιβράδυνσης στην Αμερική και την Ευρώπη, για να μην αναφέρουμε την Κίνα, στο τέλος του δεύτερου κύματος ‘ποσοτικής χαλάρωσης’ των ΗΠΑ και το χειρότερο όλων, αυτή την ξαφνική συνειδητοποίηση ότι το πρόβλημα του επικίνδυνου συστημικού μεγέθους ορισμένων ιδρυμάτων που αποτυπώθηκε στην έκφραση ‘too big to fail’ μπορεί και να αποδειχτεί πολύ μικρότερο από το πρόβλημα της συστημικής διασύνδεσης κρατών και ιδρυμάτων που θα μπορούσε να αποτυπωθεί με την έκφραση ‘too interconnected to fail’ – και ιδού, έχουμε πάρα πολλούς λόγους να ανησυχούμε.
Όχι μόνο για την Ελλάδα. Να ανησυχούμε επίσης:
Για τις τρύπες στην κεφαλαιακή βάση των γερμανικών τραπεζών που έχουν στα βιβλία τους 23 δις ελληνικού χρέους
Για τους αμερικανικούς δήμους που βλέπουν με δέος τα επιτόκια τους να ανεβαίνουν σε απάντηση στη νευρικότητα των αγορών σχετικά με την κατάσταση της βελγογαλλικής τράπεζας Dexia, η οποία στηρίζει τα αμερικανικά δημοτικά ομόλογα αλλά είναι εκτεθειμένη στο ελληνικό χρέος.
Για τα αμερικανικά κεφάλαια που παρέχουν ρευστότητα στις ευρωπαϊκές τράπεζες οι οποίες έχουν ολόκληρα βουνά ελληνικών ομολόγων στους ισολογισμούς τους
Για τις γαλλικές τράπεζες, εκ των οποίων τρεις πολύ μεγάλες απειλούνται ήδη με υποβάθμιση επειδή έχουν ελληνικά ομόλογα ύψους 15 δις στα βιβλία τους
Για την έκθεση πολλών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ανά τον κόσμο στην σχεδόν αναπόφευκτη χρεοκοπία της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, με την Ισπανία και την Ιταλία να περιμένουν ίσως την ώρα τους.
Αλλά δεν υπάρχει φόβος. Η Γαλλία, η Αυστρία, το Λουξεμβούργο και η Δανία έχουν τη λύση και ζητούν από τον Ευρωπαίο Επίτροπο Μισέλ Μπαρνιέ να κάνει τα στραβά μάτια στα ζητούμενα της νέας συμφωνίας της Βασιλείας ΙΙΙ για την αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων των τραπεζών. Το μότο τους: ‘Αν όλα τα άλλα αποτύχουν, ρίξε τα στάνταρ’.
http://www.sofokleous10.gr/portal2/toprotothema/toprotothema/2011-06-20-23-49-00-2011062038175/
No comments:
Post a Comment