«Το 2010 θα σηματοδοτήσει άλλη μια περίοδο ανάκαμψης της οικονομίας, μολονότι στις περισσότερες περιπτώσεις η ανάπτυξη μάλλον δεν θα είναι πολύ ισχυρή, αλλά θα διατηρηθεί σε μέτρια επίπεδα», υποστηρίζει ο επικεφαλής του τμήματος Asset Allocation and Economics της BlackRock, Richard Urwin.
«Το τέλος του 2009 βρίσκει την παγκόσμια οικονομία σε εντελώς διαφορετική θέση απ’ ότι 12 μήνες πριν. Τα τελευταία τρίμηνα του 2008 και το πρώτο μέρος του 2009 χαρακτηρίζονταν από την κατάρρευση της οικονομικής δραστηριότητας τόσο στις ανεπτυγμένες, όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες. Αυτή η αδυναμία, σε συνδυασμό με την εξαιρετικά μεγάλη ευπάθεια του διεθνούς οικονομικού συστήματος, δημιούργησαν την ανησυχία ότι η ύφεση θα μπορούσε να εξελιχθεί σε παρατεταμένη, βαθιά οικονομική κρίση και αποπληθωρισμό. Τα γεγονότα απέδειξαν ότι αυτές οι ανησυχίες ήταν υπερβολικές. Η παγκόσμια οικονομία, αφού άρχισε να προσεγγίζει το χαμηλότερό της σημείο την άνοιξη του 2009, έδωσε σαφή σημάδια ανάκαμψης μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2009. Παρόλο που ο ρυθμός της ανάκαμψης των ανεπτυγμένων οικονομιών ήταν μάλλον υποτονικός σε σχέση με τα ιστορικά προηγούμενα, στις αναδυόμενες αγορές η ανάκαμψη ερχόταν με πολύ ταχύτερο βήμα», επισημαίνει ο Richard Urwin.
«Τι άλλαξε; Ο πιο σημαντικός παράγοντας που οδήγησε στη βελτίωση του μακροοικονομικού κλίματος ήταν το εξαιρετικά μεγάλο εύρος των παρεμβάσεων και της πολιτικής αναθέρμανσης της παγκόσμιας οικονομίας. Η πολιτική αυτή πήρε διάφορες μορφές: αύξηση του ελλείμματος του δημοσίου, στήριξη στους ευπαθείς τραπεζικούς οργανισμούς, χαμηλά επιτόκια και επιθετικές αγορές εταιρικών και κρατικών ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες. Παρόλο που οι παρεμβάσεις αυτές σημείωσαν επιτυχία, παραμένουν επίσης ενδεικτικές του πόσο τρωτή είναι η οικονομική ανάκαμψη. Ποτέ στο παρελθόν δεν έχει προκύψει μακροχρόνια οικονομική ανάκαμψη απλά και μόνο χάρη στα χαμηλά επιτόκια και τα μεγαλύτερα ελλείμματα των κρατικών προϋπολογισμών. Για το 2010 το βασικό θέμα είναι το κατά πόσο αυτές οι παρεμβάσεις θα συνεχιστούν, καθώς και ο βαθμός στον οποίο η ζήτηση στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας θα μπορέσει να αρχίσει να αντικαθιστά την κρατική στήριξη.
Για την επόμενη χρονιά, το ενδεχόμενο μετάβασης σε μια σημαντικά πιο σφιχτή πολιτική δε φαίνεται πολύ πιθανό. Παρόλο που ότι το δημόσιο έλλειμμα, για μια σειρά από χώρες, βρίσκεται σε μη διατηρήσιμα επίπεδα, η πιθανότητα να γίνουν νωρίς κινήσεις για τον περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, φαντάζει μικρή, ακόμη και στις περιπτώσεις της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ, όπου τα ελλείμματα είναι ιδιαιτέρως υψηλά. Οι κεντρικές τράπεζες μπορεί να βρίσκονται κοντά στην ολοκλήρωση των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, αλλά σε καμία περίπτωση δεν φαίνεται πιθανή μια πρώιμη κίνηση από την πλευρά τους για την πώληση των περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν λόγω της πολιτικής αυτής. Εκτός αυτού, στον ανεπτυγμένο κόσμο οι κεντρικές τράπεζες φαίνονται να επικεντρώνονται ακόμη στο πόσο εύθραυστη παραμένει η οικονομική ανάκαμψη, έτσι ώστε κάθε σκέψη για αύξηση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων να θεωρείται απίθανο να πραγματοποιηθεί πριν το δεύτερο εξάμηνο του έτους, ενώ η όποια αύξηση, εάν υλοποιηθεί στο δεύτερο εξάμηνο, θα είναι ιδιαίτερα μετριοπαθής. Βέβαια, ακόμη κι αν γίνουν τέτοιες κινήσεις, η παγκόσμια νομισματική πολιτική θα παραμείνει, σε διεθνές επίπεδο, ιδιαίτερα ευνοϊκή για την αναθέρμανση της οικονομίας. Είναι αλήθεια, ότι σε ορισμένες αναδυόμενες αγορές, όπως η Ινδία και η Βραζιλία, το ρίσκο αύξησης των επιτοκίων είναι μεγαλύτερο, αλλά και πάλι, γεγονός είναι ότι μια τέτοια κίνηση θα έχει ως αφετηρία επίπεδα που είναι ήδη πολύ χαμηλά. Συμπερασματικά, φαίνεται απίθανο να δούμε μέσα στο 2010 μια ουσιαστική στροφή προς την κατεύθυνση μιας πιο σφιχτής νομισματικής πολιτικής για την παγκόσμια οικονομία, ενώ υπάρχει το ενδεχόμενο να δούμε μερικές ακόμη μικρές κινήσεις αναθέρμανσης της οικονομίας.
Βασική προϋπόθεση για να διατηρηθεί η πολιτική αναθέρμανσης, είναι να παραμείνει ο πληθωρισμός σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Πιστεύουμε ότι ο κίνδυνος αύξησης του πληθωρισμού θα συνεχίσει να είναι μικρός.Ο κυριότερος λόγος είναι το ότι η παγκόσμια ύφεση έχει αφήσει περίσσεια παραγωγικού δυναμικού, σημαντικά μεγαλύτερη από εκείνη που υπήρχε, για παράδειγμα, μετά την βαθιά ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Θα ήταν εξαιρετικά ασυνήθιστο να δούμε τον πληθωρισμό να ανεβαίνει γρήγορα, ενόσω θα διατηρείται ένα τόσο υψηλό πλεόνασμα παραγωγικών πόρων. Για να απορροφηθεί όλο αυτό το δυναμικό γρήγορα, θα πρέπει να υπάρξει μια πάρα πολύ ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας. Ενδεχόμενο, το οποίο δεν περιμένουμε να συμβεί.
Ο πληθωριστικός κίνδυνος προέρχεται από τρεις πηγές. Πρώτον, την αύξηση στις τιμές των εμπορευμάτων. Ήδη, οι τιμές των προϊόντων αυτών φαίνεται να έχουν κάποια επίδραση στο δομικό πληθωρισμό, σε ολόκληρο τον κόσμο. Για παράδειγμα, ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ το περασμένο καλοκαίρι βρισκόταν περίπου στο – 1.5 %, επίπεδο στο οποίο αντικατοπτριζόταν η κατάρρευση στις τιμές των εμπορευμάτων που σημειώθηκε την προηγούμενη χρονιά. Η ανάκαμψη των τιμών που ακολούθησε, έφερε τον αμερικανικό πληθωρισμό στο μηδέν, ενώ θεωρείται πιθανή μια αυξητική τάση για τις αρχές του 2010. Παρόλα αυτά, και ενώ η αστάθεια του πληθωρισμού έχει σαφώς μεγαλώσει, ως αποτέλεσμα των αυξομειώσεων στις τιμές των εμπορευμάτων, οι τιμές των υπόλοιπων αγαθών είναι πιθανό να κινηθούν πτωτικά, κυρίως λόγω της μικρότερης αύξησης στους μισθούς.
Η δεύτερη πηγή κινδύνου όσον αφορά τον πληθωρισμό βρίσκεται σε μερικές από τις αναδυόμενες αγορές, όπου ο βαθμός αξιοποίησης του παραγωγικού δυναμικού είναι, ως συνήθως, μεγαλύτερος. Παρόλα αυτά, κάτι τέτοιο αποτελεί περισσότερο έναν κίνδυνο για τις τοπικές οικονομίες, και δεν δείχνει αρκετό για να διαμορφώσει μια ανάλογη τάση σε παγκόσμιο επίπεδο. Τέλος, υπάρχει μια διαρκής ανησυχία γύρω από το κατά πόσο η πολιτική των κεντρικών τραπεζών να χρηματοδοτούν τα μεγάλα ελλείμματα των κρατικών προϋπολογισμών, αποτελεί ενδεχομένως μια ιδιαιτέρως πληθωριστική πρακτική. Σε έναν “φυσιολογικό” κόσμο, μια τέτοια ανησυχία θα ήταν σωστή, αλλά στην περίπτωση αυτή ένα μεγάλο μέρος της πρόσθετης ρευστότητας έχει παραμείνει εντός του τραπεζικού συστήματος και δεν έχει διαχυθεί στην ευρύτερη οικονομία. Περιμένουμε ότι η κατάσταση αυτή δεν θα αλλάξει. Εάν, όμως, επαληθευτεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο μέσα στο 2010, τότε είναι πιθανό να δούμε τις κεντρικές τράπεζες να προχωρούν σε απότομη ρευστοποίηση στοιχείων του ενεργητικού τους, έτσι ώστε να μειωθεί η ρευστότητα.
Ποιες είναι οι προοπτικές για τη ζήτηση αγαθών κι υπηρεσιών του ιδιωτικού τομέα, μέσα στο 2010; Στον ανεπτυγμένο κόσμο υπάρχουν, σαφώς, ορισμένες δυσκολίες. Οι τραπεζικοί οργανισμοί παραμένουν διστακτικοί να δανείσουν, ενώ τα επιτόκια καταθέσεων ταμιευτηρίου ίσως θα πρέπει να ανέβουν περισσότερο, ώστε να αποπληρωθεί μέρος των στεγαστικών δανείων. Το γεγονός αυτό δεν καθιστά πολύ πιθανή μια μεγάλη αύξηση στην ιδιωτική κατανάλωση, παρόλο που η δραστική περικοπή των προσωπικών δαπανών που εμφανίστηκε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, έχει αντικατασταθεί από μία μέτρια ανοδική τάση, η οποία θα περιμέναμε να διατηρηθεί και μέσα στο 2010. Είναι πιθανό, η κατάρρευση στις τιμές των κατοικιών που παρατηρήθηκε στις πιο προβληματικές αγορές να σηματοδοτεί και το πιο χαμηλό σημείο των αγορών αυτών.
Πολλά, λοιπόν, θα εξαρτηθούν από το κατά πόσο οι επιχειρήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο θα καταφέρουν να αναθερμάνουν τη ζήτηση. Τον περασμένο χρόνο, στους περισσότερους κλάδους του ιδιωτικού τομέα επικράτησε μια πολύ συντηρητική λογική, η οποία οδήγησε σε δραστική μείωση των αποθεμάτων, της απασχόλησης και των επενδύσεων. Πρόσφατα, υπήρξαν ορισμένα σημάδια που έδειξαν μια μείωση στο ρυθμό περιορισμού των αποθεμάτων και της απασχόλησης. Αυτές οι αυξομειώσεις στα επίπεδα των αποθεμάτων έχει αποτελέσει κατά το παρελθόν έναν από τους πιο ισχυρούς παράγοντες ανάκαμψης της ζήτησης. Μέσα στο 2010, περιμένουμε ότι οι περικοπές προσωπικού θα σταματήσουν και ότι θα δούμε μια μικρή αύξηση στις επενδύσεις.
Όλα αυτά φαίνεται ότι θα ισχύσουν σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες. Όμως, για πολλές από τις αναδυόμενες αγορές, θα ήμασταν πιο θετικοί όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης, δεδομένου ότι στις αγορές αυτές τα προβλήματα εξαιτίας της κατάστασης των τραπεζικών ιδρυμάτων ή τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων, είναι πιθανό να έχουν μικρότερη επίδραση.
Συνοπτικά, περιμένουμε ότι το 2010 θα σηματοδοτήσει άλλη μια περίοδο ανάκαμψης της οικονομίας, μολονότι στις περισσότερες περιπτώσεις η ανάπτυξη μάλλον δεν θα είναι πολύ ισχυρή, αλλά θα διατηρηθεί σε μέτρια επίπεδα. Ο πληθωρισμός και τα επιτόκια, σε γενικές γραμμές, αναμένεται να παραμείνουν χαμηλά.
Εάν τα πράγματα εξελιχτούν κατ’ αυτό τον τρόπο, τότε οι κίνδυνοι είναι σχεδόν απολύτως συμμετρικοί. Το ρίσκο μιας θετικής ανατροπής σε όλα τα παραπάνω συνδέεται με το ενδεχόμενο η εφαρμοζόμενη πολιτική αναθέρμανσης της παγκόσμιας οικονομίας να αποδειχτεί περισσότερο αποτελεσματική όσον αφορά την αύξηση της ζήτησης στον ιδιωτικό τομέα, σε σχέση με όσα περιγράφονται εδώ. Από την άλλη, το ενδεχόμενο οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις να συνεχίσουν να είναι επιφυλακτικοί θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιδράσεις στην ανάπτυξη».
http://www.capital.gr/News.asp?id=875357
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment