4.5.11

Ανταλλάγματα για το τραπεζικό απόρρητο

Προς συμφωνία Βέρνη-Λονδίνο για τις μυστικές καταθέσεις Βρετανών σε ελβετικές τράπεζες
Κοσμογονική για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αλλά και αμφιλεγόμενη είναι η επικείμενη συμφωνία μεταξύ Βέρνης και Λονδίνου για τη φορολόγηση τόκων και υπεραξιών σε τραπεζικές καταθέσεις που διατηρούν Βρετανοί υπήκοοι στην Ελβετία, με στόχο την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Ανάλογες συμφωνίες συζητούνται μεταξύ Βέρνης και Βερολίνου, καθώς η ελβετική κυβέρνηση επιθυμεί σε αντάλλαγμα να προστατεύσει το καθεστώς απορρήτου στον τραπεζικό κλάδο, που αντανακλά το 11% του ΑΕΠ της χώρας και απασχολεί 200.000 άτομα.
Με βάση τους όρους της διακρατικής συμφωνίας, οι ελβετικές τράπεζες θα λειτουργούν, επί της ουσίας, σαν «μεσάζοντες» για τις βρετανικές φορολογικές αρχές. Θα καταβάλουν φόρο 50% επί των εισοδημάτων που προκύπτουν από κινητά περιουσιακά στοιχεία Βρετανών υπηκόων, προστατεύοντας, όμως, την ανωνυμία των πελατών τους, σύμφωνα με πληροφορίες της βρετανικής εφημερίδας Financial Times. Στη συμφωνία προβλέπεται, επίσης, εφάπαξ για την αναδρομική πληρωμή φόρων από προηγούμενες περιόδους. Συνολικά, το Λονδίνο αποβλέπει στην είσπραξη 3 δισ. στερλινών σε φόρους την επόμενη τετραετία από μια συμφωνία που, επί της ουσίας, «νομιμοποιεί» τις υπεραξίες από τις καταθέσεις Βρετανών στην Ελβετία, όπως αναφέρει το σχετικό δημοσίευμα της Financial Times.
Ετσι, η Ελβετία καταφέρνει να διατηρήσει το καθεστώς του τραπεζικού απορρήτου, με τις τράπεζες να αποδίδουν φόρους εκ μέρος πελατών τους, αποφεύγοντας την δίωξή τους από ξένες αρχές, όπως συνέβη με την περίπτωση της UBS με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης. Εγείρονται, ωστόσο, ερωτήματα περί ευνοϊκής μεταχείρισης Βρετανών που μέχρι σήμερα δεν λειτουργούσαν νομότυπα, και κατ’ επέκταση χωρίς καμία διαφάνεια σχετικά με τον τρόπο κτήσης των χρημάτων που διατηρούν στο εξωτερικό.
Αντιδράσεις διατυπώθηκαν επίσης από το Λιχτενστάιν, το οποίο τόνισε πως η διακρατική συμφωνία Βέρνης - Λονδίνου υποβαθμίζει συμφωνία φορολογικής αμνηστίας με το κρατίδιο. Σύμφωνα με τη LDF (Leichtenstein Disclosure Facility), 1.200 Βρετανοί υπήκοοι δήλωσαν στο πλαίσιο της συμφωνίας περιουσιακά στοιχεία που διατηρούσαν ή μετέφεραν σε τράπεζες του Λιχτενστάιν, πληρώνοντας πρόστιμο 10% επί των εισοδημάτων από αυτά, όπως και αναδρομικό φόρο για την τελευταία 10ετία αντί της καθιερωμένης 20ετίας. Το LDF απέδωσε στο βρετανικό κράτος έσοδα 3 δισ. στερλινών, τριπλάσια απ’ ό,τι αναμένονταν. Σήμερα, το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών εξετάζει την παράταση της LDF για ένα ακόμη έτος, δηλαδή μέχρι το 2016, αναγνωρίζοντας την αβεβαιότητα που διέπει τη συμφωνία με την Ελβετία και τα συνακόλουθα έσοδα.
Η διακρατική συμφωνία Βέρνης - Λονδίνου θεωρείται πάντως ένας ρεαλιστικός τρόπος για την άντληση εσόδων σε μια ευμετάβλητη οικονομική συγκυρία. Το περιεχόμενο της συμφωνίας αναμένεται να ανακοινωθεί την επόμενη εβδομάδα και να οριστικοποιηθεί μέχρι τα τέλη του έτους, καθώς θα πρέπει να προηγηθεί και σχετικό δημοψήφισμα του ελβετικού λαού.
Με το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης και την ανάγκη αύξησης των κρατικών εσόδων για την κάλυψη του κόστους εξυγίανσης των τραπεζών, η Ελβετία βρέθηκε στο στόχαστρο. Η UBS πλήρωσε πρόστιμο 780 εκατ. δολαρίων στις ΗΠΑ το 2009 για την παροχή βοήθειας σε Αμερικανούς που ήθελαν να μην πληρώσουν φόρους, παραδίδοντας και στοιχεία για 4.450 δικαιούχους λογαριασμών. Ως αποτέλεσμα, οι ελβετικές αρχές έχουν συλλάβει τραπεζικούς υπαλλήλους που παρέδωσαν στοιχεία σε ξένες κυβερνήσεις έναντι πληρωμής με την κατηγορία της παραβίασης του τραπεζικού απορρήτου. Στις ΗΠΑ, αντίθετα, έχουν συλληφθεί τραπεζικά στελέχη ελβετικών τραπεζών, επειδή οι υπηρεσίες τους βοήθησαν στη φοροδιαφυγή Αμερικανών.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_04/05/2011_440747

No comments: