By Martin Wolf
Στις 14 Ιουνίου έγραψα ένα άρθρο για τα σχέδια της βρετανικής κυβέρνησης να εφαρμόσει τις συστάσεις που διατύπωσε η Ανεξάρτητη Επιτροπή για τις τράπεζες, της οποίας επικεφαλής ήταν ο Sir John Vickers. Στην επιτροπή αυτή ήμουν κι εγώ μέλος. Σημείωσα ότι η κυβέρνηση είχε απορρίψει αρκετές από τις συστάσεις της επιτροπής προς όφελος των τραπεζών. Μετά το σκάνδαλο για την εσκεμμένη ψευδή αναφορά του Libor, αυτοί οι συμβιβασμοί θα πρέπει να αναθεωρηθούν.
Συγκεκριμένα, είχα γράψει:
«Η κυβέρνηση απέρριψε τις προτάσεις από την επιτροπή, βάσει των οποίων τα ίδια κεφάλαια θα πρέπει να χρηματοδοτούν τουλάχιστον το 4% του ισολογισμού στις συστημικά σημαντικές τράπεζες, αντί για το 3% που ορίζει η επιτροπή της Βασιλείας. Η κυβέρνηση προτείνει επίσης να επιτραπεί στις τράπεζες που έχουν επαρκή προστασία να προσφέρουν 'απλά παράγωγα προϊόντα' στους πελάτες τους, ενώ η πρόταση της επιτροπής είναι οι συγκεκριμένες τράπεζες να μπορούν να λειτουργούν μόνο ως μεσάζοντες για τους πελάτες τους. Επιπλέον, συμφώνησε να παραιτηθεί από προϋποθέσεις απορρόφησης ζημιών που είχαν προταθεί για τις ξένες θυγατρικές παγκοσμίως σημαντικών τραπεζών, υπό τον όρο ότι αυτές οι μονάδες δεν θα θεωρείται ότι εγκυμονούν κινδύνους για τον Βρετανό φορολογούμενο».
Η δική μου εκδοχή για το σκάνδαλο του Libor είναι η προφανής: Με τον τρόπο που έχουν σχηματιστεί και διοικούνται τώρα οι τράπεζες, δεν μπορεί να εμπιστευθεί κανείς ότι θα διατελέσουν οποιαδήποτε λειτουργία για το δημόσιο συμφέρον που αντιβαίνει στο συμφέρον των εργαζομένων τους. Οι σημερινές τράπεζες αντικατοπτρίζουν την ενσάρκωση της κερδοσκοπικής συμπεριφοράς των εργαζομένων τους στο έπακρο, ενώ το μόνο ερώτημα που τίθεται από τη διοίκηση δεν αφορά το καθήκον ή την υπευθυνότητά τους, αλλά κατά πόσον θα τους "πιάσουν".
Όπως έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει και ο συνάδελφός μου John Kay, αυτή η συμπεριφορά μπορεί να φαίνεται λογική συνέπεια της μεγιστοποίησης του κέρδους, αλλά είναι ασύμβατη με την επιβίωση μιας εξελιγμένης οικονομίας της αγοράς. Χωρίς εμπιστοσύνη στην εντιμότητα εκείνων με τους οποίους συνδιαλέγεσαι, κινδυνεύουν με κατάρρευση πολλοί πιθανώς επικερδείς μακροπρόθεσμοι διακανονισμοί. Στην τραπεζική, η εμπιστοσύνη δεν είναι ένα προαιρετικό πλεονέκτημα. Είναι η ουσία.
Δύσκολα μπορεί να δει κανείς πώς θα ανακτηθεί η αξιοπιστία αυτού του κλάδου. Αδιαμφισβήτητα, όμως, θα πρέπει να υπάρξει διαχωρισμός της σημερινής επενδυτικής κουλτούρας για το ιδιωτικό κέρδος στην επενδυτική τραπεζική από την κουλτούρα της εξυπηρέτησης στην οποία προσανατολίζεται η παραδοσιακή εμπορική τραπεζική. Για μένα, εξαρχής αυτό ήταν το πιο ισχυρό επιχείρημα για τον πλήρη διαχωρισμό της λιανικής τραπεζικής από το investment banking που πρότεινε και η επιτροπή.
Ορισμένοι μπορεί να αισθάνονται ότι θα έπρεπε να είχαμε προχωρήσει περισσότερο. Δεν το κάναμε, πιστεύοντας ότι σε καιρό κρίσης οι διαφοροποιημένοι ισολογισμοί μπορεί να αποδειχθούν παράγοντες σταθερότητας για τους ομίλους. Αυτό που είναι σαφές, ωστόσο, είναι πως η κυβέρνηση θα πρέπει τώρα να εξηγήσει γιατί αποδυνάμωσε τις προτάσεις μας στα σημεία που ανέφερα παραπάνω.
Πιστεύει κανείς, αλήθεια, ότι οι τράπεζες δεν θα κάνουν κατάχρηση του δικαιώματος να προσφέρουν «απλά παράγωγα προϊόντα» στους πελάτες τους; Παράλληλα, πόσοι πιστεύουν πραγματικά ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζονται οι τράπεζες τις μη εγχώριες θυγατρικές τους δεν θα βλάψει τον Βρετανό φορολογούμενο στο ενδεχόμενο παγκόσμιας κρίσης; Τέλος, πιστεύει κανείς ότι είναι πραγματικά βάσιμο το θεμελιώδες μοντέλο της σύγχρονης τραπεζικής - που είναι να λειτουργεί με το ελάχιστο ικανό κεφάλαιο για τη μεγιστοποίηση της προσδοκώμενης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων προς όφελος των αποδοχών των τραπεζιτών εις βάρος τόσο των φορολογουμένων όσο και των μετόχων;
Δεν βλέπω τον λόγο να ξεκινήσουμε και άλλες μακροσκελείς έρευνες. Γιατί να μην ξεκινήσουμε εφαρμόζοντας πλήρως τις συστάσεις της έρευνας που η ίδια η κυβέρνηση ζήτησε στην αρχή της θητείας της; Ο τραπεζικός κλάδος εκτελεί ζωτικής σημασίας λειτουργίες - την παροχή πίστωσης και τη διαχείριση του χρήματος. Η κουλτούρα του, όμως, δεν επικεντρώνεται πλέον στην εξυπηρέτηση των πελατών, αλλά στην εξυπηρέτηση τεράστιων μονάδων που ενεργούν μόνο για το δικό τους όφελος.
Ο πλήρης διαχωρισμός της λιανικής τραπεζικής από την επενδυτική τραπεζική, σε συνδυασμό με υψηλότερες κεφαλαιουχικές απαιτήσεις, θα ήταν μία καλή αρχή. Ο συνδυασμός αυτός, πιστεύω, θα εξαφανίσει μεγάλο μέρος αχρείαστων δραστηριοτήτων trading. Θα απαντήσω… Στο καλό.
Η Βρετανία, όμως, θα πρέπει επίσης να αποδεχθεί ότι το παρόν μοντέλο retail banking είναι ένας από τους λόγους για την πληθώρα των σκανδάλων. Στο τρέχον περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, το μοντέλο έχει διαρραγεί. Οι τράπεζες ενθαρρύνονται να χρεώνουν προμήθειες για τις υπηρεσίες τους αντί να πραγματοποιούν έσοδα από άλλους τρόπους.
Οι επικριτές θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι η επιτροπή θα μπορούσε να προχωρήσει περισσότερο. Θα πρέπει, όμως, επίσης να υποστηρίξουν ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε να εφαρμόσει τουλάχιστον τις προτάσεις της επιτροπής, ακόμα κι αν μπορούσαν να είχαν προχωρήσει περισσότερο.
ΠΗΓΗ: FT.com
Στις 14 Ιουνίου έγραψα ένα άρθρο για τα σχέδια της βρετανικής κυβέρνησης να εφαρμόσει τις συστάσεις που διατύπωσε η Ανεξάρτητη Επιτροπή για τις τράπεζες, της οποίας επικεφαλής ήταν ο Sir John Vickers. Στην επιτροπή αυτή ήμουν κι εγώ μέλος. Σημείωσα ότι η κυβέρνηση είχε απορρίψει αρκετές από τις συστάσεις της επιτροπής προς όφελος των τραπεζών. Μετά το σκάνδαλο για την εσκεμμένη ψευδή αναφορά του Libor, αυτοί οι συμβιβασμοί θα πρέπει να αναθεωρηθούν.
Συγκεκριμένα, είχα γράψει:
«Η κυβέρνηση απέρριψε τις προτάσεις από την επιτροπή, βάσει των οποίων τα ίδια κεφάλαια θα πρέπει να χρηματοδοτούν τουλάχιστον το 4% του ισολογισμού στις συστημικά σημαντικές τράπεζες, αντί για το 3% που ορίζει η επιτροπή της Βασιλείας. Η κυβέρνηση προτείνει επίσης να επιτραπεί στις τράπεζες που έχουν επαρκή προστασία να προσφέρουν 'απλά παράγωγα προϊόντα' στους πελάτες τους, ενώ η πρόταση της επιτροπής είναι οι συγκεκριμένες τράπεζες να μπορούν να λειτουργούν μόνο ως μεσάζοντες για τους πελάτες τους. Επιπλέον, συμφώνησε να παραιτηθεί από προϋποθέσεις απορρόφησης ζημιών που είχαν προταθεί για τις ξένες θυγατρικές παγκοσμίως σημαντικών τραπεζών, υπό τον όρο ότι αυτές οι μονάδες δεν θα θεωρείται ότι εγκυμονούν κινδύνους για τον Βρετανό φορολογούμενο».
Η δική μου εκδοχή για το σκάνδαλο του Libor είναι η προφανής: Με τον τρόπο που έχουν σχηματιστεί και διοικούνται τώρα οι τράπεζες, δεν μπορεί να εμπιστευθεί κανείς ότι θα διατελέσουν οποιαδήποτε λειτουργία για το δημόσιο συμφέρον που αντιβαίνει στο συμφέρον των εργαζομένων τους. Οι σημερινές τράπεζες αντικατοπτρίζουν την ενσάρκωση της κερδοσκοπικής συμπεριφοράς των εργαζομένων τους στο έπακρο, ενώ το μόνο ερώτημα που τίθεται από τη διοίκηση δεν αφορά το καθήκον ή την υπευθυνότητά τους, αλλά κατά πόσον θα τους "πιάσουν".
Όπως έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει και ο συνάδελφός μου John Kay, αυτή η συμπεριφορά μπορεί να φαίνεται λογική συνέπεια της μεγιστοποίησης του κέρδους, αλλά είναι ασύμβατη με την επιβίωση μιας εξελιγμένης οικονομίας της αγοράς. Χωρίς εμπιστοσύνη στην εντιμότητα εκείνων με τους οποίους συνδιαλέγεσαι, κινδυνεύουν με κατάρρευση πολλοί πιθανώς επικερδείς μακροπρόθεσμοι διακανονισμοί. Στην τραπεζική, η εμπιστοσύνη δεν είναι ένα προαιρετικό πλεονέκτημα. Είναι η ουσία.
Δύσκολα μπορεί να δει κανείς πώς θα ανακτηθεί η αξιοπιστία αυτού του κλάδου. Αδιαμφισβήτητα, όμως, θα πρέπει να υπάρξει διαχωρισμός της σημερινής επενδυτικής κουλτούρας για το ιδιωτικό κέρδος στην επενδυτική τραπεζική από την κουλτούρα της εξυπηρέτησης στην οποία προσανατολίζεται η παραδοσιακή εμπορική τραπεζική. Για μένα, εξαρχής αυτό ήταν το πιο ισχυρό επιχείρημα για τον πλήρη διαχωρισμό της λιανικής τραπεζικής από το investment banking που πρότεινε και η επιτροπή.
Ορισμένοι μπορεί να αισθάνονται ότι θα έπρεπε να είχαμε προχωρήσει περισσότερο. Δεν το κάναμε, πιστεύοντας ότι σε καιρό κρίσης οι διαφοροποιημένοι ισολογισμοί μπορεί να αποδειχθούν παράγοντες σταθερότητας για τους ομίλους. Αυτό που είναι σαφές, ωστόσο, είναι πως η κυβέρνηση θα πρέπει τώρα να εξηγήσει γιατί αποδυνάμωσε τις προτάσεις μας στα σημεία που ανέφερα παραπάνω.
Πιστεύει κανείς, αλήθεια, ότι οι τράπεζες δεν θα κάνουν κατάχρηση του δικαιώματος να προσφέρουν «απλά παράγωγα προϊόντα» στους πελάτες τους; Παράλληλα, πόσοι πιστεύουν πραγματικά ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζονται οι τράπεζες τις μη εγχώριες θυγατρικές τους δεν θα βλάψει τον Βρετανό φορολογούμενο στο ενδεχόμενο παγκόσμιας κρίσης; Τέλος, πιστεύει κανείς ότι είναι πραγματικά βάσιμο το θεμελιώδες μοντέλο της σύγχρονης τραπεζικής - που είναι να λειτουργεί με το ελάχιστο ικανό κεφάλαιο για τη μεγιστοποίηση της προσδοκώμενης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων προς όφελος των αποδοχών των τραπεζιτών εις βάρος τόσο των φορολογουμένων όσο και των μετόχων;
Δεν βλέπω τον λόγο να ξεκινήσουμε και άλλες μακροσκελείς έρευνες. Γιατί να μην ξεκινήσουμε εφαρμόζοντας πλήρως τις συστάσεις της έρευνας που η ίδια η κυβέρνηση ζήτησε στην αρχή της θητείας της; Ο τραπεζικός κλάδος εκτελεί ζωτικής σημασίας λειτουργίες - την παροχή πίστωσης και τη διαχείριση του χρήματος. Η κουλτούρα του, όμως, δεν επικεντρώνεται πλέον στην εξυπηρέτηση των πελατών, αλλά στην εξυπηρέτηση τεράστιων μονάδων που ενεργούν μόνο για το δικό τους όφελος.
Ο πλήρης διαχωρισμός της λιανικής τραπεζικής από την επενδυτική τραπεζική, σε συνδυασμό με υψηλότερες κεφαλαιουχικές απαιτήσεις, θα ήταν μία καλή αρχή. Ο συνδυασμός αυτός, πιστεύω, θα εξαφανίσει μεγάλο μέρος αχρείαστων δραστηριοτήτων trading. Θα απαντήσω… Στο καλό.
Η Βρετανία, όμως, θα πρέπει επίσης να αποδεχθεί ότι το παρόν μοντέλο retail banking είναι ένας από τους λόγους για την πληθώρα των σκανδάλων. Στο τρέχον περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, το μοντέλο έχει διαρραγεί. Οι τράπεζες ενθαρρύνονται να χρεώνουν προμήθειες για τις υπηρεσίες τους αντί να πραγματοποιούν έσοδα από άλλους τρόπους.
Οι επικριτές θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι η επιτροπή θα μπορούσε να προχωρήσει περισσότερο. Θα πρέπει, όμως, επίσης να υποστηρίξουν ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε να εφαρμόσει τουλάχιστον τις προτάσεις της επιτροπής, ακόμα κι αν μπορούσαν να είχαν προχωρήσει περισσότερο.
ΠΗΓΗ: FT.com
No comments:
Post a Comment