The Economist
Η αντιμετώπιση των μεταδοτικών ασθενειών συνήθως αρχίζει με την απομόνωση του ασθενούς, έτσι ώστε να προληφθεί τυχόν μετάδοση, και μετέπειτα μέσω της προσπάθειας θεραπείας της ασθένειας. Η απομόνωση δεν είναι πάντοτε δυνατή με τις φυσικές ασθένειες, ενώ στην περίπτωση των οικονομικών ασθενειών είναι σχεδόν αδύνατη. Με την ελληνική κυβέρνηση να βρίσκεται στα πρόθυρα χρεοκοπίας, οι επενδυτές και οι φορείς χάραξης πολιτικής αναρωτιούνται για το αν οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν προσβληθεί από κάτι σοβαρό. Αρκετοί συγκρίνουν τις επιλογές που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη και το ΔΝΤ με αυτές που αντιμετώπιζε το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ τις μέρες πριν από την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008.
Η σύγκριση δεν είναι ακριβής. Η ελληνική κυβέρνηση χρωστά περισσότερα από 300 δισ. ευρώ, ενώ ο ισολογισμός της Lehman Brothers πριν από την κατάρρευσή της διαμορφωνόταν στα 613 δισ. δολάρια. Η βασική διαφορά, ωστόσο, βρίσκεται στην πολυπλοκότητα και όχι στην κλίμακα. Η τέταρτη μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα της Wall Street βρισκόταν στο επίκεντρο δεκάδων χιλιάδων διασυνδεδεμένων συναλλαγών που ήταν κρυμμένες από το ευρύ κοινό και ήταν πολύ δύσκολο να αξιολογηθούν. Η πτώση της Lehman προκάλεσε πανικό, διότι οι παράγοντες της αγοράς δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν ποιοι ήταν συμβαλλόμενοι στις συναλλαγές τους, καθώς και για το αν η Lehman τους όφειλε τόσο πολλά που θα μπορούσαν να αποτύχουν και οι ίδιοι. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει στην περίπτωση της Ελλάδας. Κατ’ αρχάς, έχει πολύ λιγότερους πιστωτές, με τα δύο τρίτα του χρέους της να βρίσκεται στα χέρια περίπου 30 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Οσο περισσότερο φως διοχετεύεται στα σκοτεινά θησαυροφυλάκια των τραπεζών που κατέχουν ελληνικό χρέος, τόσο περισσότερο έχουν καθησυχαστεί οι αγορές ότι ελάχιστες, αν όχι καμία, ξένες τράπεζες είναι επικίνδυνα εκτεθειμένες.
Οι αριθμοί δείχνουν ότι μία ελληνική χρεοκοπία θα έχει ελάχιστες επιπτώσεις στο υπόλοιπο του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αυτό που όμως ανησυχεί περισσότερο είναι η σκέψη εξάπλωσης της κρίσης όχι μόνο στις ξένες τράπεζες αλλά και στις χώρες. Και γι’ αυτό η ΕΚΤ φαίνεται να είναι αντίθετη σε μία αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, εν μέρει γιατί θεωρεί ότι θα οδηγούσε τους επενδυτές να σταματήσουν να επενδύουν σε άλλες προβληματικές χώρες της Ευρωζώνης.
Οι αποδόσεις των ομολόγων τους θα μπορούσαν να αυξηθούν περισσότερο, και ενδεχομένως να οδηγούνταν και αυτές σε πτώχευση. Το τι μπορεί να συμβεί σε περίπτωση χρεοκοπίας της Ελλάδας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο συμπεριφοράς των φορέων χάραξης πολιτικής, και το κόστος μετάδοσης δεν χρειάζεται να είναι μεγάλο εάν δεν επικρατήσει πανικός. Η ΕΚΤ θα μπορούσε να καταπολεμήσει τυχόν μαζικές εκροές κεφαλαίων, παραδείγματος χάριν, μέσω της παροχής επιπλέον ρευστότητας, όπως είχε κάνει και η Fed μετά την κατάρρευση της Lehman. Ορισμένες καλές ιδέες έχουν ήδη συζητηθεί. Μία ήταν και η διεξαγωγή αξιόπιστων τεστ κοπώσεως και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που θα αποτύχουν στα τεστ. Στις 17 Ιουνίου, το ΔΝΤ προέτρεψε τις ευρωπαϊκές αρχές να επιταχύνουν την ανακεφαλαιοποίηση, προειδοποιώντας ότι εξακολουθούν να υπάρχουν αδύναμες τράπεζες.
Η ΕΚΤ έχει απειλήσει ότι δεν θα δεχθεί ελληνικά κρατικά ομόλογα ως εγγύηση, σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Αν πραγματοποιήσει την απειλή, μία κρίση ρευστότητας στην Ελλάδα, μία μαζική απόσυρση καταθέσεων από τους πελάτες των τραπεζών και άλλα δεινά ενδέχεται να προκύψουν. «Θα ήταν σχεδόν μία πράξη πολέμου», αναφέρει ανώτερο στέλεχος ελληνικής τράπεζας. «Δεν νομίζω ότι θα τραβήξουν την πρίζα».
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_24/06/2011_446846
Η αντιμετώπιση των μεταδοτικών ασθενειών συνήθως αρχίζει με την απομόνωση του ασθενούς, έτσι ώστε να προληφθεί τυχόν μετάδοση, και μετέπειτα μέσω της προσπάθειας θεραπείας της ασθένειας. Η απομόνωση δεν είναι πάντοτε δυνατή με τις φυσικές ασθένειες, ενώ στην περίπτωση των οικονομικών ασθενειών είναι σχεδόν αδύνατη. Με την ελληνική κυβέρνηση να βρίσκεται στα πρόθυρα χρεοκοπίας, οι επενδυτές και οι φορείς χάραξης πολιτικής αναρωτιούνται για το αν οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν προσβληθεί από κάτι σοβαρό. Αρκετοί συγκρίνουν τις επιλογές που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη και το ΔΝΤ με αυτές που αντιμετώπιζε το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ τις μέρες πριν από την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008.
Η σύγκριση δεν είναι ακριβής. Η ελληνική κυβέρνηση χρωστά περισσότερα από 300 δισ. ευρώ, ενώ ο ισολογισμός της Lehman Brothers πριν από την κατάρρευσή της διαμορφωνόταν στα 613 δισ. δολάρια. Η βασική διαφορά, ωστόσο, βρίσκεται στην πολυπλοκότητα και όχι στην κλίμακα. Η τέταρτη μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα της Wall Street βρισκόταν στο επίκεντρο δεκάδων χιλιάδων διασυνδεδεμένων συναλλαγών που ήταν κρυμμένες από το ευρύ κοινό και ήταν πολύ δύσκολο να αξιολογηθούν. Η πτώση της Lehman προκάλεσε πανικό, διότι οι παράγοντες της αγοράς δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν ποιοι ήταν συμβαλλόμενοι στις συναλλαγές τους, καθώς και για το αν η Lehman τους όφειλε τόσο πολλά που θα μπορούσαν να αποτύχουν και οι ίδιοι. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει στην περίπτωση της Ελλάδας. Κατ’ αρχάς, έχει πολύ λιγότερους πιστωτές, με τα δύο τρίτα του χρέους της να βρίσκεται στα χέρια περίπου 30 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Οσο περισσότερο φως διοχετεύεται στα σκοτεινά θησαυροφυλάκια των τραπεζών που κατέχουν ελληνικό χρέος, τόσο περισσότερο έχουν καθησυχαστεί οι αγορές ότι ελάχιστες, αν όχι καμία, ξένες τράπεζες είναι επικίνδυνα εκτεθειμένες.
Οι αριθμοί δείχνουν ότι μία ελληνική χρεοκοπία θα έχει ελάχιστες επιπτώσεις στο υπόλοιπο του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αυτό που όμως ανησυχεί περισσότερο είναι η σκέψη εξάπλωσης της κρίσης όχι μόνο στις ξένες τράπεζες αλλά και στις χώρες. Και γι’ αυτό η ΕΚΤ φαίνεται να είναι αντίθετη σε μία αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, εν μέρει γιατί θεωρεί ότι θα οδηγούσε τους επενδυτές να σταματήσουν να επενδύουν σε άλλες προβληματικές χώρες της Ευρωζώνης.
Οι αποδόσεις των ομολόγων τους θα μπορούσαν να αυξηθούν περισσότερο, και ενδεχομένως να οδηγούνταν και αυτές σε πτώχευση. Το τι μπορεί να συμβεί σε περίπτωση χρεοκοπίας της Ελλάδας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο συμπεριφοράς των φορέων χάραξης πολιτικής, και το κόστος μετάδοσης δεν χρειάζεται να είναι μεγάλο εάν δεν επικρατήσει πανικός. Η ΕΚΤ θα μπορούσε να καταπολεμήσει τυχόν μαζικές εκροές κεφαλαίων, παραδείγματος χάριν, μέσω της παροχής επιπλέον ρευστότητας, όπως είχε κάνει και η Fed μετά την κατάρρευση της Lehman. Ορισμένες καλές ιδέες έχουν ήδη συζητηθεί. Μία ήταν και η διεξαγωγή αξιόπιστων τεστ κοπώσεως και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που θα αποτύχουν στα τεστ. Στις 17 Ιουνίου, το ΔΝΤ προέτρεψε τις ευρωπαϊκές αρχές να επιταχύνουν την ανακεφαλαιοποίηση, προειδοποιώντας ότι εξακολουθούν να υπάρχουν αδύναμες τράπεζες.
Η ΕΚΤ έχει απειλήσει ότι δεν θα δεχθεί ελληνικά κρατικά ομόλογα ως εγγύηση, σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Αν πραγματοποιήσει την απειλή, μία κρίση ρευστότητας στην Ελλάδα, μία μαζική απόσυρση καταθέσεων από τους πελάτες των τραπεζών και άλλα δεινά ενδέχεται να προκύψουν. «Θα ήταν σχεδόν μία πράξη πολέμου», αναφέρει ανώτερο στέλεχος ελληνικής τράπεζας. «Δεν νομίζω ότι θα τραβήξουν την πρίζα».
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_24/06/2011_446846
No comments:
Post a Comment