Απολύτως αναγκαία για τη διασφάλιση των καταθέσεων, τη συμμετοχή της Ελλάδας στο αναπτυξιακό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης μέσω της ΕΤΕπ, αλλά και τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας, είναι η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, που θα πρέπει να ολοκληρωθεί έως το τέλος Ιουνίου με την καταβολή της δεύτερης δόσης, ύψους 23,5 δισ. ευρώ. Αυτό επισημαίνει μελέτη της Efg Eurobank για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, τονίζοντας τις επιπτώσεις ενός οριζόντιου, χωρίς κριτήρια «κουρέματος» των τραπεζικών δανείων, που προτείνεται από αρκετές πλευρές.
Σύμφωνα με τη μελέτη, πρωταρχικός στόχος του Δημοσίου στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης δεν θα πρέπει να είναι η κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και γι’ αυτό είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων. Με τον τρόπο αυτό, υποστηρίζει, θα ελαχιστοποιηθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια που θα αντληθούν από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, θα διασφαλιστεί η επιστροφή των κεφαλαίων προς το Ταμείο με ισόποση μείωση του δημοσίου χρέους και θα επιτραπεί η χρηματοδότηση της οικονομίας με ορθολογικά τραπεζικά κριτήρια. Η Eurobank υπεραμύνεται του ρόλου των ελληνικών τραπεζών στην κρίση, συμβάλλοντας αφενός στη στήριξη της χρηματοδότησης του Δημοσίου μέσω της κάλυψης των εκδόσεων των ομολόγων και στην υποβοήθηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, ο δανεισμός των οποίων διατηρήθηκε στα επίπεδα του 2009, παρά τη δραματική μείωση των καταθέσεων.
Επισημαίνει ότι το κόστος από ένα οριζόντιο και γενικευμένο χωρίς κριτήρια «κούρεμα» των τραπεζικών δανείων είναι άδικο, καθώς οδηγεί σε ανακατανομή του εισοδήματος εις βάρος εκείνων που δεν έχουν δανειστεί ή αποπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους κανονικά, νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό και υπονομεύει τα συναλλακτικά ήθη, με συνέπεια να το επωμίζονταν ξανά οι συνεπείς Ελληνες φορολογούμενοι. Μια τέτοια κίνηση, όπως εξηγεί, θα συνεπαγόταν ισόποσες ζημίες στους ισολογισμούς των τραπεζών και, κατά συνέπεια, περαιτέρω μείωση της κεφαλαιακής τους επάρκειας, με ζημία για τους μετόχους τους, ο κυριότερος εκ των οποίων θα είναι το ΤΧΣ και κατ’ επέκταση το ελληνικό Δημόσιο.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι από το τέλος του 2007 έως σήμερα οι μέτοχοι -μεταξύ των οποίων περίπου 500.00 ιδιώτες επενδυτές και ασφαλιστικά ταμεία- απώλεσαν άνω του 95% των επενδύσεών τους σε τραπεζικές μετοχές, καθώς η χρηματιστηριακή αξία του τραπεζικού κλάδου υπολείπεται σήμερα των 3,5 δισ. ευρώ έναντι 80 δισ. ευρώ το 2007. Την επίμαχη περίοδο, οι μέτοχοι δεν εισέπραξαν μέρισμα, ενώ συμμετείχαν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου συνολικού ύψους 13,7 δισ. ευρώ.
Αναλύοντας την κατανομή της ρευστότητας που έχουν αντλήσει μέσω των εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου και του ευρωσυστήματος, συνολικού ύψους 145 δισ. ευρώ, η Eurobank αντικρούει τους μύθους για τη χρήση αυτών των κεφαλαίων, από τα οποία το 90% αφορά εγγυήσεις. Οπως εξηγεί, η παροχή εγγυήσεων δεν συνεπάγεται την καταβολή πραγματικού χρήματος, ενώ μεγάλος ωφελημένος από τα μέτρα ρευστότητας είναι ο απλός καταθέτης, αλλά και η πραγματική οικονομία, η οποία απέφυγε την απομόχλευση, με τη δραστική μείωση των δανείων που θα μπορούσε να εντείνει σε δραματικό βαθμό την ύφεση.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_1_01/06/2012_483993
Σύμφωνα με τη μελέτη, πρωταρχικός στόχος του Δημοσίου στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης δεν θα πρέπει να είναι η κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και γι’ αυτό είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων. Με τον τρόπο αυτό, υποστηρίζει, θα ελαχιστοποιηθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια που θα αντληθούν από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, θα διασφαλιστεί η επιστροφή των κεφαλαίων προς το Ταμείο με ισόποση μείωση του δημοσίου χρέους και θα επιτραπεί η χρηματοδότηση της οικονομίας με ορθολογικά τραπεζικά κριτήρια. Η Eurobank υπεραμύνεται του ρόλου των ελληνικών τραπεζών στην κρίση, συμβάλλοντας αφενός στη στήριξη της χρηματοδότησης του Δημοσίου μέσω της κάλυψης των εκδόσεων των ομολόγων και στην υποβοήθηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, ο δανεισμός των οποίων διατηρήθηκε στα επίπεδα του 2009, παρά τη δραματική μείωση των καταθέσεων.
Επισημαίνει ότι το κόστος από ένα οριζόντιο και γενικευμένο χωρίς κριτήρια «κούρεμα» των τραπεζικών δανείων είναι άδικο, καθώς οδηγεί σε ανακατανομή του εισοδήματος εις βάρος εκείνων που δεν έχουν δανειστεί ή αποπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους κανονικά, νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό και υπονομεύει τα συναλλακτικά ήθη, με συνέπεια να το επωμίζονταν ξανά οι συνεπείς Ελληνες φορολογούμενοι. Μια τέτοια κίνηση, όπως εξηγεί, θα συνεπαγόταν ισόποσες ζημίες στους ισολογισμούς των τραπεζών και, κατά συνέπεια, περαιτέρω μείωση της κεφαλαιακής τους επάρκειας, με ζημία για τους μετόχους τους, ο κυριότερος εκ των οποίων θα είναι το ΤΧΣ και κατ’ επέκταση το ελληνικό Δημόσιο.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι από το τέλος του 2007 έως σήμερα οι μέτοχοι -μεταξύ των οποίων περίπου 500.00 ιδιώτες επενδυτές και ασφαλιστικά ταμεία- απώλεσαν άνω του 95% των επενδύσεών τους σε τραπεζικές μετοχές, καθώς η χρηματιστηριακή αξία του τραπεζικού κλάδου υπολείπεται σήμερα των 3,5 δισ. ευρώ έναντι 80 δισ. ευρώ το 2007. Την επίμαχη περίοδο, οι μέτοχοι δεν εισέπραξαν μέρισμα, ενώ συμμετείχαν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου συνολικού ύψους 13,7 δισ. ευρώ.
Αναλύοντας την κατανομή της ρευστότητας που έχουν αντλήσει μέσω των εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου και του ευρωσυστήματος, συνολικού ύψους 145 δισ. ευρώ, η Eurobank αντικρούει τους μύθους για τη χρήση αυτών των κεφαλαίων, από τα οποία το 90% αφορά εγγυήσεις. Οπως εξηγεί, η παροχή εγγυήσεων δεν συνεπάγεται την καταβολή πραγματικού χρήματος, ενώ μεγάλος ωφελημένος από τα μέτρα ρευστότητας είναι ο απλός καταθέτης, αλλά και η πραγματική οικονομία, η οποία απέφυγε την απομόχλευση, με τη δραστική μείωση των δανείων που θα μπορούσε να εντείνει σε δραματικό βαθμό την ύφεση.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_1_01/06/2012_483993
No comments:
Post a Comment