29.3.08

Οταν το κράτος επωμίζεται το κόστος διάσωσης του τραπεζικού συστήματος

Τhe Economist
H άνοδος και πτώση της Bear Stearns αναδεικνύουν μια παλαιά και μια νέα αλήθεια. Η παλαιά είναι όταν το ρευστό είναι δυσεύρευτο, αυτός που έχει τις τσέπες του γεμάτες είναι βασιλιάς. Η Bear Stearns μπορεί ακόμη και στέκεται όρθια λόγω της δυνατότητας της J.P. Morgan να τη στηρίξει. Η νέα αλήθεια είναι ότι η αμερικανική κεντρική τράπεζα (Fed) αναλαμβάνει πλέον τον ρόλο του «ύστατου» προξενητή, ανοίγοντας τον δρόμο για τη σύναψη μιας εξαγοράς. (Αν και πλέον η θέση της Fed παραμένει αβέβαιη με την πρωτοβουλία της J.P. Morgan να αυξήσει την προσφορά για την εξαγορά της Bear Stearns. Σύμφωνα με τους όρους της αρχικής προσφοράς, πάντως, ήταν διατεθειμένη να παρέχει εγγυήσεις 30 δισ. δολαρίων για τη στήριξη των πιο επίμαχων περιουσιακών στοιχείων της Bear Stearns).
Με την τρέχουσα πιστωτική κρίση, η J.P. Morgan αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα μεταξύ των ισχυρών επενδυτικών τραπεζών της Γουόλ Στριτ. Πολλές έχουν λυγίσει κάτω από το βάρος υπέρογκων διαγραφών. Και οι λύσεις που μπορεί να προσφέρει ο ιδιωτικός τομέας σε περιόδους κρίσεων απαιτούν χρηματοπιστωτικούς ομίλους με ισχυρή κεφαλαιακή βάση. Οταν οι τράπεζες έρχονται αντιμέτωπες με τον κίνδυνο της χρεοκοπίας, η κυβέρνηση αναλαμβάνει συχνά τον ρόλο του «λευκού ιππότη» γιατί το κράτος έχει τις τσέπες του γεμάτες. Καθώς η πιστωτική κρίση βαθαίνει, οι οικονομικοί παρατηρητές ανατρέχουν στην ιστορία γυρεύοντας απαντήσεις.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται
Ενα δίδαγμα είναι πως λίγο ή πολύ, η ιστορία επαναλαμβάνεται. Τα περισσότερα κράτη-μέλη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) έχουν βιώσει ανάλογες καταστάσεις από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 και έπειτα. Ενδεικτικό είναι ότι, σύμφωνα με έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας, η διάσωση του τραπεζικού συστήματος στην Αργεντινή επιβάρυνε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 κατά 55% το ΑΕΠ της χώρας.
Υψηλό, όμως, ήταν και το κόστος στηρίξης των τραπεζικών συστημάτων και στις πλούσιες χώρες του κόσμου. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, το κόστος διάσωσης των τραπεζών στη Φινλανδία αναλογούσε στο 8% του ΑΕΠ. Στη Σουηδία, ήταν λίγο χαμηλότερο. Οι ΗΠΑ δαπάνησαν το 3% του ΑΕΠ για να απαλλάξουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα από την κρίση δανείων και αποταμιεύσεων. Κατά τις εκτιμήσεις που έχουν διαμορφωθεί για το κόστος της τρέχουσας πιστωτικής κρίσης, οι απώλειες υπολογίζονται στα 1,1 δισ. δολάρια, το ήμισυ των οποίων θα επωμισθούν αμερικανικές τράπεζες, επενδυτές και φορολογούμενοι. Δηλαδή, το οικονομικό κόστος για την κυβέρνηση προβλέπεται να φθάσει τα 460 δισ. δολάρια ή στο 3% του περυσινού ΑΕΠ.
Η σκανδιναβική κρίση
Φυσικά, τα πακέτα διάσωσης που χαίρουν της οικονομικής στήριξης των κυβερνήσεων στοχεύουν στη διάσωση μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία έφθασαν στο χείλος του γκρεμού, κλονίζοντας, όμως, τα θεμέλια του ευρύτερου κλάδου. Αυτές ήταν, άλλωστε, και οι περιπτώσεις της αμερικανικής Continental όπως και της βρετανικής Matthey Bankers, καθώς οι τότε κυβερνήσεις φοβήθηκαν πως οι αλυσιδωτές αντιδράσεις από την κατάρρευσή τους θα ήταν καταστροφικές για την οικονομία.
Τέτοιας φύσεως κρίσεις προκύπτουν σε περιόδους μιας -φαινομενικής- ηρεμίας στις χρηματοοικονομικές αγορές. Χρήσιμοι, όμως, είναι οι παραλληλισμοί με την κρίση στις σκανδιναβικές χώρες, κατά τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Τότε όπως και σήμερα, η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος ήταν το αποτέλεσμα μιας περιόδου οικονομικής επέκτασης και ανόδου των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, πυροδοτούμενης από την απελευθέρωση της πίστωσης, τα χαμηλά επιτόκια και ενός χαλαρού νομοθετικού πλαισίου. Οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της Νορβηγίας κρατικοποιήθηκαν, αλλά το δημοσιονομικό κόστος ήταν αρκετά χαμηλότερο σε σχέση με αυτό της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Από τη στιγμή που η ιδιοκτησία αυτών των τραπεζών πέρασε σε κρατικό έλεγχο εξανεμίστηκε και κάθε αξία για τους μετόχους. Αν και το κόστος ανήλθε στο 2% του ΑΕΠ, το όφελος από την μετέπειτα ιδιωτικοποιησή τους ήταν πολλαπλάσιο.
Σε κάθε περίπτωση δεν θα άφηναν ποτέ να μπει λουκέτο στην Bear Stearns. Η περίπτωση της Bear Stearns αποδεικνύει, παράλληλα, πως ο συσχετισμός μεταξύ της εξάντλησης της ρευστότητας και της χρεοκοπίας καθίσταται πιο ισχυρός. Η τράπεζα παρολίγο να πουληθεί έναντι εξευτελιστικού τιμήματος γιατί εξαντλήθηκε η ρευστότητά της.
Στο τέλος, ένα πράγμα καθίσταται σαφές: είναι απαραίτητη η εφαρμογή δικλίδων ασφαλείας, προκειμένου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μιας ανάλογης πιστωτικής κρίσης.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_29/03/2008_264395

No comments: