Η σημερινή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας οφείλεται στη διεθνή κρίση, περισσότερο όμως στα εγγενή, διαρθρωτικά προβλήματά της και στην αδράνεια αντιμετώπισης των βασικών αιτίων τους. Με δυο λέξεις, συνοψίζονται στο ανεπαρκές «κοινωνικό κεφάλαιο».
Το υψηλό δημόσιο έλλειμμα και χρέος, η υπερκατανάλωση, η χαμηλή ανταγωνιστικότητα, το χαμηλό επίπεδο του «τριγώνου της γνώσης» (παιδεία - έρευνα - καινοτομία) κ. λπ. είναι τα ορατά συμπτώματα μιας βαριάς ασθένειας την οποία οι ιστορικοί έχουν ονομάσει φαυλοκρατία.
Μέχρι σήμερα, το πολιτικό σύστημα της χώρας είχε την πολυτέλεια να αγνοεί, με ορισμένες λαμπρές εξαιρέσεις και φωτεινά διαλείμματα, τα συμπτώματα αυτά. Για ένα συγκεκριμένο λόγο: Διότι τα ελλείμματα και η υπερκατανάλωση μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν από το εξωτερικό και μάλιστα με επιτόκια που ήταν σημαντικά χαμηλότερα από τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης.
Αυτή η κρίσιμη σχέση μεταξύ επιτοκίων δανεισμού του δημοσίου και ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης έχει, εδώ κι ένα χρόνο, αντιστραφεί και μάλιστα εντόνως. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με την εκτροπή του δημοσιονομικού ελλείμματος, το οποίο αναμένεται να ξεπεράσει φέτος, όπως και πέρυσι, το 7% του ΑΕΠ, οδηγεί σε ένα φαύλο κύκλο υψηλών ελλειμμάτων, αυξανόμενου δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ και χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης. Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί. Αυτό θα καταστεί φανερό και διά «γυμνού οφθαλμού» όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρχίσει να αποσύρει τη ρευστότητα την οποία έχει δανείσει και στις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες, με τη σειρά τους την έχουν τοποθετήσει σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Η οικονομία χρειάζεται επειγόντως την εφαρμογή μιας δέσμης μέτρων με τέσσερις συνιστώσες, οι οποίες στην ουσία εξειδικεύουν ένα νέο, σύγχρονο αναπτυξιακό πρότυπο:
1) Μέτρα θεσμικού χαρακτήρα: τα σημαντικότερα πρέπει να αποβλέπουν στην άρση της ομηρίας του κράτους και της δημόσιας διοίκησης από τα κομματικά, επιχειρηματικά και συνδικαλιστικά συμφέροντα και στην αύξηση του «κοινωνικού κεφαλαίου» της χώρας. Οι σημαντικότερες προτάσεις στην κατεύθυνση αυτή περιλαμβάνουν την αλλαγή του εκλογικού συστήματος με την κατάργηση του σταυρού προτίμησης, τη θεσμοθέτηση θέσεων εξωκοινοβουλευτικών υφυπουργών με 5ετή ή 7ετή θητεία κατά το βρετανικό πρότυπο με επιλογή τους μεταξύ ατόμων εγνωσμένης αξίας, εμπειρίας, ανεξαρτησίας και κύρους και, ει δυνατόν, με διακομματική συναίνεση, τη δραστική μείωση του αριθμού των υπουργείων, τη διαφάνεια στη ροή του πολιτικού χρήματος, τη μετατροπή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε Ανεξάρτητη Αρχή και της ΕΣΥΕ σε Νομικό Πρόσωπο, την ενίσχυση και τη διεύρυνση των εποπτικών αρμοδιοτήτων της Τραπέζης της Ελλάδος, την ενίσχυση της δημόσιας παιδείας με αλλαγές που δίνουν έμφαση στην κριτική ικανότητα των μαθητών και προωθούν την αριστεία όπως είναι η επαναφορά του θεσμού των πρότυπων δημόσιων σχολείων κ. λπ.
2) Μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης: η δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να είναι της τάξης του 4% του ΑΕΠ, δεδομένου ότι το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης για το 2009 υπολογίζεται σε τουλάχιστον 7% του ΑΕΠ. Αυτό απαιτεί ένα τριετές πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, με δεδομένες τις συνθήκες της διεθνούς οικονομικής κρίσης, που θα στηρίζεται τόσο στη (διαρθρωτική) μείωση των δαπανών όσο και στην (διαρθρωτική) αύξηση των εσόδων. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
α) Σταδιακή μείωση των δημοσίων δαπανών, κυρίως μέσω μέτρων που αφορούν την οργάνωση και τη λειτουργία του δημόσιου τομέα (κυρίως τη δημιουργία ενιαίου λογιστικού και πληροφοριακού συστήματος ελέγχου των δαπανών), τη διαφάνεια (μέσω ελέγχου από ορκωτούς ελεγκτές και δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων όλων των μονάδων που απαρτίζουν τον δημόσιο τομέα), καθώς και εξειδικευμένων μέτρων που αφορούν τις δαπάνες Υγείας (με λογιστικά και πληροφοριακά προγράμματα ελέγχου των δαπανών των νοσηλευτικών ιδρυμάτων), κοινωνικής ασφάλισης (με τη θέσπιση κανόνα βιωσιμότητας για τη σχέση μισθών - συντάξεων για κάθε ένα από τα 13 Ταμεία) και άμυνας (με ενοποίηση μονάδων, δημιουργία κοινών λογιστικών συστημάτων και συστημάτων πληροφορικής για τους τρεις κλάδους, αναθεώρηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων κ. λπ.). Επίσης, με την κατάργηση εκατοντάδων, κυριολεκτικά άχρηστων σήμερα, δημοσίων οργανισμών.
β) Σταδιακή αύξηση των κρατικών εσόδων, κυρίως μέσω της δημιουργίας κοινής ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων, ενοποίησης εισπρακτικών μηχανισμών (φόρων και εισφορών), δειγματοληπτικών ελέγχων μεταξύ μονάδων υψηλού κινδύνου φοροδιαφυγής, υπαγωγής σχεδόν όλων των εισοδημάτων στην ενιαία φορολογική κλίμακα χωρίς εξαιρέσεις και εξωλογιστικούς προσδιορισμούς εισοδήματος, πρόσβασης των φορολογικών αρχών σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία των φορολογουμένων.
γ) Μέτρα για την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα: η ελληνική οικονομία έχει σημαντικές, ανεκμετάλλευτες αναπτυξιακές δυνατότητες. Ο ΟΟΣΑ κατατάσσει σήμερα την ελληνική οικονομία στις τελευταίες, κυριολεκτικά, θέσεις όσον αφορά την ένταση του ανταγωνισμού στις αγορές, το επίπεδο της γραφειοκρατίας, την επίδοση του «τριγώνου της γνώσης», την αποτελεσματικότητα του κράτους και της εταιρικής διακυβέρνησης, τη θεσμική επάρκεια, το κοινωνικό κεφάλαιο. Επομένως, μία συστηματική προσπάθεια απελευθέρωσης της οικονομίας από περιορισμούς που επιβλήθηκαν σε άλλες εποχές (κλειστά επαγγέλματα, ιδιαίτερα στις μεταφορές, ωράρια λειτουργίας, ειδικά προνόμια συνδικαλιστών ΔΕΚΟ, παράλογες ασφαλιστικές ρυθμίσεις, πολυνομία και πλήθος ερμηνευτικών εγκυκλίων, έλλειψη κωδικοποίησης νομοθεσίας, πλήθος επικαλύψεων αρμοδιοτήτων δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών) μπορεί να προκαλέσει ένα νέο αναπτυξιακό κύμα, που θα διευκολύνει παράλληλα την απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή. Πρόχειροι υπολογισμοί δείχνουν ότι το όφελος σε βάθος χρόνου υπερβαίνει το 10% του ΑΕΠ.
δ) Μέτρα κοινωνικής πολιτικής: με δεδομένη τη σχεδόν απόλυτη δημοσιονομική στενότητα, η άσκηση μιας προοδευτικής κοινωνικής πολιτικής μπορεί να γίνει μόνο σε βάθος χρόνου: (α) Με τη σταδιακή καθιέρωση ενός ελάχιστου επιπέδου εισοδήματος για όλους. (β) Με την ίση πρόσβαση όλων σε υψηλής ποιότητας δημόσια παιδεία, υγεία, περιβάλλον και στα αγαθά του πολιτισμού. (γ) Με ένα προοδευτικό, αλλά συγχρόνως αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα χωρίς εξαιρέσεις. (δ) Με τη διατήρηση του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Γενικά, η κοινωνική πολιτική πρέπει να αποφεύγεται να ασκείται μέσω του παραγωγικού συστήματος και κυρίως των τιμολογίων των δημοσίων επιχειρήσεων, τα οποία πρέπει να αντανακλούν το μακροχρόνιο οριακό κόστος. Διαφορετικά, δημιουργούνται σοβαρές στρεβλώσεις, ιδιαίτερα στην ενέργεια (κίνητρα για εξοικονόμηση, για επενδύσεις σε οικολογικά φιλικές μορφές ενέργειας κ. λπ.).
* Καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Αθηνών, επιστημονικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.
No comments:
Post a Comment