Μέσα στη δεκαετία του 2020, ένας λεπτός και εύθραυστος κορμός εργαζομένων θα προσπαθεί να συγκρατήσει ένα ευτραφές μανιτάρι ηλικιωμένων και συνταξιούχων. Η καθ’ όλα ανησυχητική αυτή εικόνα, αντικατοπτρίζει το σχήμα της δημογραφικής πυραμίδας στην Ελλάδα. Παράλληλα δείχνει πως με δεδομένο ότι για το άμεσο μέλλον, το κοντινό μας 2010, το κράτος θα εξακολουθεί να εγγυάται τις συντάξεις, παρά τις νάρκες πάνω στις οποίες πέφτει το οικονομικό επιτελείο, για το μεσοπρόθεσμο μέλλον, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Κι αυτό, γιατί κινδυνεύει να μείνει πραγματικά χωρίς συντάξεις, η σημερινή γενιά των 40άρηδων.
Τα στοιχεία της αναλογιστικής μελέτης -που συνέταξε η Εθνική Αναλογιστική Αρχή και απέστειλε στην Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να συνταχθεί η έκθεση για το Συνταξιοδοτικό των κρατών-μελών- αφορούν σε βάθος χρόνου 53 ετών, μέχρι το μακρινό και απρόσιτο 2060, δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος αλλά και τα κύρια αίτια.
Κυρίως όμως δείχνουν, πως οποιεσδήποτε αλλαγές στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και το ύψος των συντάξεων, στους νέους ασφαλισμένους, δεν θα μπορέσει να διασώσει το σύστημα. Κι αυτό, γιατί πέρα από το ότι το ελληνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης εκτίθεται άμεσα στους κινδύνους που συνεπάγεται ο γηράσκων πληθυσμός (το δημογραφικό πρόβλημα προβλέπεται σταθερά μεγαλύτερο από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι προβολές της Eurostat αναφέρουν επιδείνωση του δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων από 27,8% το 2008 σε 57,1% το 2060), μέσα στο επίμαχο διάστημα, θα συνταξιοδοτηθεί η μεγαλύτερη μάζα των λεγόμενων «παλαιών ασφαλισμένων».
Πρόκειται ουσιαστικά για τους σημερινούς εργαζόμενους οι οποίοι ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά πριν από το 1993, βάσει του διαχωρισμού που επέφερε ο γνωστός νόμος Σιούφα. Πάνω σε αυτούς, «πάτησαν» όλες οι παραμετρικές αλλαγές σε όρια ηλικίας και συντάξεις των επόμενων του 1993 μεταρρυθμίσεων και συνεπώς, δεν υπάρχει χώρος αλλά και χρόνος για άλλες.
Έτσι, η επίδραση της γήρανσης του πληθυσμού, σε συνδυασμό με τη συνταξιοδότηση των προ του 1993 ασφαλισμένων, θα γίνεται όλο και πιο έκδηλη έως το 2035. Αυτή είναι άλλωστε και η περίοδος κατά την οποία παρουσιάζεται η μεγαλύτερη αύξηση της δαπάνης συντάξεων και με τους γοργότερους ρυθμούς.
Στη συνέχεια, αυτή η επίδραση περνάει, λόγω της εδραίωσης μιας καινούργιας ισορροπίας, μεταξύ συνταξιούχων και ενεργού πληθυσμού, αλλά και λόγω του γεγονότος ότι οι μετά το 1992 συνταξιούχοι εισπράττουν κατά μέσο όρο χαμηλότερες συντάξεις, όπως στο ΙΚΑ ΕΤΑΜ ή ότι σε αντίθεση με προηγούμενα χρόνια συνεισφέρουν συνολικά για τις συντάξεις τους, όπως στον ΟΓΑ.
Όπως καταδεικνύεται στη μελέτη, αν και ο συνολικός δείκτης αναπλήρωσης (το ποσοστό δηλαδή του μισθού που αντιστοιχεί στις τελικές συντάξεις) είναι της τάξης του 60,6%, αποκρύπτει σημαντικές διαφορές στη... γενναιοδωρία των συντάξεων μεταξύ των διαφόρων συνταξιοδοτικών ταμείων. Οι επιμέρους δείκτες αναπλήρωσης κυμαίνονται ανάμεσα στο 10,6% για τους αγρότες έως το 149,8% για τους δημοσίους υπαλλήλους (περιλαμβάνονται τόσο οι επικουρικές συντάξεις όσο και τα εφάπαξ).
Παράλληλα, διαπιστώνονται σημαντικές διαφορές και μέσα στην ίδια επαγγελματική κατηγορία ακόμη και του ίδιου συνταξιοδοτικού ταμείου. Αναλυτικά, ο δείκτης αναπλήρωσης για το ΙΚΑ, το 2008 ήταν 84,2%, για τον ΟΑΕΕ 79,8%, το Δημόσιο 149,8%, τον ΟΓΑ 10,6% και τους υπόλοιπους φορείς κοινωνικής ασφάλισης 48,2%. Το σωτήριον έτος 2020, για το σύνολο των ταμείων, το ποσοστό αναπλήρωσης αυξάνεται στο 67,9%, αφού για το ΙΚΑ υπολογίζεται στο 87,1%, τον ΟΑΕΕ σε 108,5%, το Δημόσιο 130,5%, τον ΟΓΑ 11,5% και τους λοιπούς φορείς 45%.
http://www.capital.gr/News.asp?id=864386
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment