H πορεία ανάκαμψης της ευάλωτης (ακόμη) αμερικανικής οικονομίας θα διασφαλιστεί με τα χαμηλά επιτόκια, διαβεβαίωσε ο Μπεν Μπερνάνκι την οικονομική ελίτ της Ουάσιγκτον. Βεβαίως, είναι μια επιθετική μορφή άμυνας για να συνεχίσει την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων που προστάζει ο Λευκός Οίκος, ώστε με το μηδενικό κόστος του χρήματος ως «δικλίδα ασφαλείας» να αντιμετωπιστεί ο εφιάλτης της ανεργίας.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες βιάζονται, καθώς η παγκόσμια ύφεση οδεύει στο τέλος της. Και καθώς οι εταιρείες ανανεώνουν τα αποθέματά τους, η παγκόσμια ανάπτυξη μπορεί να ενισχυθεί τους επόμενους μήνες. Αυτή θα ήταν μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη. Αλλά, τίποτα δεν είναι δεδομένο. Στην προκειμένη περίπτωση, η ανάκαμψη φαίνεται αρκετά ευάλωτη. Η αύξηση της ζήτησης που πυροδοτείται, κυρίως, από τα κρατικά κεφάλαια ενίσχυσης, δεν μπορεί να αντέξει σε βάθος χρόνου.
Στην ομιλία του στο οικονομικό κλαμπ της Ουάσιγκτον, επίσης, διέψευσε τα σενάρια περί πληθωριστικής έκρηξης από την ανορθόδοξη νομισματική πολιτική των μη συμβατικών μεθόδων που αναγκάστηκε να εφαρμόσει στην 95χρονη ιστορία της η Fed. Προσπάθησε να αποθερμάνει τους φόβους για τις πληθωριστικές συνέπειες, λέγοντας ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει υποτονικός για τα επόμενα δύο χρόνια. O πρόεδρος της Fed περιέγραψε μια εικόνα καθησυχασμού για τις πληθωριστικές παρενέργειες της «quantitative easing».
Η άντληση από το σύστημα της τεράστιας ποσότητας ρευστότητας θα γίνει με δύο τρόπους διευκρίνισε ο κ. Μπερνάνκι. Η Fed, πρώτον, θα πληρώσει αυξημένο επιτόκιο στις δεσμευμένες καταθέσεις των τραπεζών επιδιώκοντας την προσέλκυσή τους και, δεύτερον, θα πουλήσει στην αγορά τα μακροπρόθεσμα ομόλογα που έχει αγοράσει, απορροφώντας, όμως, τη ρευστότητα που θα προκληθεί. Ωστόσο, τα δύο αυτά εργαλεία που καθόρισε ο κ. Μπερνάνκι συνήθως χρησιμοποιούνται για ομαλές συνθήκες και θεωρούνται ανεπαρκή για στρατηγική εξόδου από μη συμβατικές πολιτικές.
Ομως, η θλιβερή αλήθεια είναι, όπως επισήμανε ο κ. Μπερνάνκι, πως οι πιστωτικές συνθήκες παραμένουν σφικτές, με συνέπεια τα νοικοκυριά να υποφέρουν και υπονομεύονται η πρόσφατη σταθεροποίηση των καταναλωτικών δαπανών και η ανάκαμψη της οικονομίας.
Η αντιμετώπιση της χειρότερης ύφεσης από το 1930 έχει δικαιολογήσει την υιοθέτηση ριζοσπαστικών μεθόδων όπως αυτή της «quantitative easing». Πώς θα πετύχει, όμως, η ανακύκλωση; Στο μείζον αυτό πρόβλημα ο κ. Μπερνάνκι αμφισβητήθηκε χθες. Επίσης, απέτυχε να πείσει τη Wall Street.
Ενα ακόμη μήνυμα προσπάθησε να μεταδώσει, χθες, ο κ. Μπερνάνκι. «Τα επιτόκια θα παραμείνουν στα μηδενικά επίπεδα για αρκετό ακόμη χρονικό διάστημα…». Το βασικό επιτόκιο (επιτόκιο που είναι καθοριστικής σημασίας, αφού προσδιορίζει το κόστος χρήματος επί της οικονομίας) παραμένει στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα μεταξύ 0 - 0,25% από πέρυσι τον Δεκέμβριο.
Παράλληλα, η Fed έχει επεκτείνει χρονικά μέχρι την 1η Φεβρουαρίου του 2010 τις διευκολύνσεις ρευστότητας καθώς, επίσης, και τις συμφωνίες swap συναλλάγματος (currency swap lines) που έχει συνάψει με 13 κεντρικές τράπεζες σε ολόκληρο τον κόσμο, ώστε να διασφαλιστεί η χορήγηση δολαρίων απ’ ευθείας στις εμπορικές τράπεζες. Πάντως, ένα είναι βέβαιο, ότι ο Αμερικανός κεντρικός τραπεζίτης Μπεν Μπερνάνκι θέλει να κερδίσει χρόνο.
Η άποψη πως ο κόσμος των επενδύσεων είναι διασπαρμένος από συνεχείς πιθανές «παγίδες», παραμένει κραταιά. Και με τους Αμερικανούς να επιπλέουν ήδη σε πελάγη χρέους, ουδείς μπορεί να επαναπαύεται με τη σκέψη ότι θα εξακολουθήσουν να δανείζονται περισσότερα με τα μηδενικά επιτόκια που θα παραμείνουν επί μακρόν ακόμη.
Τα χειρότερα της πιστωτικής κρίσης πιθανότατα να έχουν περάσει, αλλά τα μεγάλα ερωτήματα που άφησε πίσω μένουν να απαντηθούν. Βεβαίως, οι γενναίες ενέσεις ρευστότητας και η μείωση των αμερικανικών επιτοκίων σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα έχουν λειάνει τις οδυνηρές συνέπειες της κρίσης. Αλλά οι ελπίδες ανάκαμψης, επειδή η κατανάλωση είναι η ατμομηχανή της αμερικανικής οικονομίας και ολόκληρου του κόσμου, έσβησαν. Οι φόβοι που υπήρχαν πως οι Aμερικανοί έχουν σταματήσει να καταναλώνουν εξ αιτίας της ανεργίας παραμένουν.
No comments:
Post a Comment