Την αντίθεσή τους - και μάλιστα σε αυστηρούς τόνους - εκφράζουν τα Ελληνικά Καζίνο αναφορικά με το δοθέν προς δημόσια διαβούλευση πλαίσιο νομοθετικής πρωτοβουλίας για την «ρύθμιση της αγοράς παιγνίων».
Με κοινή τους τοποθέτηση και τα εννέα αδειοδοτηθέντα καζίνο που λειτουργούν στην Ελλάδα κάνουν λόγο για προχειρότητα στην προετοιμασία του κειμένου της διαβούλευσης, τονίζοντας πως τα εισαγωγικά στοιχεία είναι βασισμένα σε αυθαίρετες, ανακριβείς και προδήλως εσφαλμένες παραδοχές, εντελώς αποσπασματικά, ελλιπή και τα οποία δεν καλύπτουν επεξηγηματικά τα προβλεπόμενα κεφάλαια και, κυρίως, τα επιμέρους άρθρα τους.
Αποτέλεσμα είναι, σημειώνουν, να καθίσταται αντικειμενικά αδύνατη η διακρίβωση και αξιολόγηση των πραγματικών προθέσεων και στόχων του νομοθέτη, αλλά και η διασταύρωση της ακρίβειας των δεδομένων που παρατίθενται.
Η Ένωση σημειώνει ότι παρά τον εμφατικό τίτλο του και το φιλόδοξο στόχο του και παρά το γεγονός ότι το οικείο νομοσχέδιο βρίσκεται, προφανώς, σε φάση της εκπόνησής του από το Υπουργείο Οικονομικών, δεν κινείται προς την σωστή κατεύθυνση.
Συγκεκριμένα, αναφέρουν τα Ελληνικά Καζίνο, "όχι μόνον δεν κινείται προς την κατεύθυνση μιας ενιαίας (συνολικής) ρύθμισης της αγοράς των παιχνιδιών στην ελληνική επικράτεια (και ειδικά ρύθμισης για την, απολύτως και αντικειμενικώς αναγκαία, ενιαία – κεντρική - εποπτεία και έλεγχο της οργάνωσης, λειτουργίας και διεξαγωγής των παιχνιδιών), αλλά, αντίθετα, έρχεται με την σειρά του να προστεθεί στις ήδη κατακερματισμένες, αποσπασματικού χαρακτήρα, νομοτεχνικά πρόχειρες και ελλιπείς, αμφιλεγόμενης συμβατότητας με το κοινοτικό δίκαιο και διάσπαρτες στην ελληνική έννομη τάξη νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις, που αφορούν την οργάνωση, λειτουργία, διεξαγωγή και διαχείριση των παιχνιδιών στην ελληνική επικράτεια και της ρύθμισης, εποπτείας και ελέγχου τους από την πολιτεία".
Μάλιστα, προειδοποιούν ότι το προβλεπόμενο πλαίσιο νομοθετικής πρωτοβουλίας κινείται σε παντελώς λανθασμένη κατεύθυνση. Εάν μάλιστα υιοθετηθεί ως προβλέπεται, η Επιτροπή του ν. 3229/2004 τελικώς θα παραμείνει στα χαρτιά (στην καλύτερη των περιπτώσεων) ή θα καταργηθεί, αφήνοντας και τυπικά χωρίς εποπτεία και έλεγχο τα τυχερά παιχνίδια, τα οποία σήμερα εμπίπτουν τυπικά στις αρμοδιότητές της. “Η συνεπής, συστηματική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των πάσης φύσεως προβλημάτων, τα οποία σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τα ψυχαγωγικά τεχνικά και τα τυχερά (σε μεγαλύτερο συγκριτικά βαθμό) παιχνίδια, προϋποθέτει την ενοποίηση και όχι τον κατακερματισμό των διαδικασιών και των μηχανισμών ρύθμισης, εποπτείας και ελέγχου των παιχνιδιών από την ελληνική πολιτεία”, αναφέρεται.
Το πρόβλημα, λένε τα Καζίνο, εντοπίζεται διαχρονικά στην αυταπόδεικτη έλλειψη βούλησης ή/και ικανότητας και στην παταγώδη αποτυχία των εκάστοτε κυβερνήσεων να ρυθμίσουν, να εποπτεύσουν και να ελέγξουν την ελληνική αγορά παιχνιδιών με ενιαίο, συνεπή και συστηματικό τρόπο, να διαφυλάξουν τα έννομα συμφέροντα της ελληνικής πολιτείας και των νομίμων παρόχων, να προστατεύσουν τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες και να επιβάλλουν, μέσω θεσμοθετημένων μηχανισμών πρόληψης και καταστολής, την νομιμότητα, όπως τουλάχιστον γίνεται σε όλα τα ευνομούμενα κράτη.
“Εκ των βασικών λόγων της ανωτέρω αποτυχίας είναι, αφενός, η επί 6 και πλέον συναπτά έτη αδικαιολόγητη μη στελέχωση και ενεργοποίηση της συσταθείσας με τον ν. 3229/2004 Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών του Υπουργείου Οικονομικών (αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία το γεγονός ότι, επί 6 και πλέον έτη, η ελληνική πολιτεία διαθέτει επιτροπή υφιστάμενη μόνο στα χαρτιά) και, αφετέρου, η πλήρης απουσία επίσημης κρατικής πολιτικής και κεντρικού σχεδιασμού για την ποινική και διοικητική δίωξη και για την συστηματική επιβολή των διεξοδικά προβλεπόμενων εκ της κείμενης νομοθεσίας ποινικών και διοικητικών κυρώσεων σε όσους διοργανώνουν, συμμετέχουν σε ή διαφημίζουν τυχερά παιχνίδια διεξαγόμενα ανά την ελληνική επικράτεια κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας”.
Στην πραγματικότητα, σημειώνει η Ένωση, οι επικαλούμενοι από το Υπουργείο Οικονομικών λόγοι ανάληψης της δοθείσας προς δημόσια διαβούλευση νομοθετικής πρωτοβουλίας είναι προδήλως ανακριβείς και προσχηματικοί. Είναι σαφές ότι το προτεινόμενο πλαίσιο νομοθετικής πρωτοβουλίας αποτελεί απλώς μέτρο υλοποίησης του Μνημονίου Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, το οποίο υπέγραψε η Ελληνική Δημοκρατία με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όπως αυτό κυρώθηκε με τον ν. 3845/2010 (ΦΕΚ Α’/6-5-2010, Αριθμός Φύλλου 65) και ενσωματώνεται σε αυτόν ως Παράρτημα ΙΙΙ, σύμφωνα με το οποίο, αφενός, για την υλοποίηση των στόχων του προγράμματος προβλέπεται ότι θα γίνει χρήση όλων των διαθέσιμων δημοσιονομικών, χρηματοπιστωτικών και διαρθρωτικών πολιτικών (ενότητα Οικονομικές Πολιτικές, περίπτωση 7) και, αφετέρου, στα δημοσιονομικά μέτρα τα οποία περιλαμβάνει το πρόγραμμα ρητά προβλέπονται, για το έτος 2011, η είσπραξη 200 εκατ. ευρώ από δικαιώματα τυχερών παιχνιδιών και 500 εκατ. ευρώ από άδειες τυχερών παιχνιδιών, πρόβλεψη εκ της οποίας, σαφέστατα και πέραν πάσης αμφιβολίας, προκύπτει ότι η κυβέρνηση θα αντιμετωπίζει εφεξής τα τυχερά παιχνίδια ως μια συνήθη οικονομική δραστηριότητα, δημοσιονομικού μάλιστα χαρακτήρα και στοχεύσεων.
Μάλιστα, η Ένωση προειδοποιεί ότι με το προτεινόμενο πλαίσιο νομοθετικής πρωτοβουλίας, το Υπουργείο Οικονομικών πρακτικά αφίσταται (για πρώτη φορά και με προφανή σοβαρότατο κίνδυνο για τα συμφέροντα της ελληνικής πολιτείας) των παγίων θέσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας, τόσο ενώπιον των εθνικών Δικαστηρίων, όσο και ενώπιον των οργάνων και των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβαλλόμενων προς υπεράσπιση του εθνικού μονοπωλίου στα τυχερά παιχνίδια.
Με κοινή τους τοποθέτηση και τα εννέα αδειοδοτηθέντα καζίνο που λειτουργούν στην Ελλάδα κάνουν λόγο για προχειρότητα στην προετοιμασία του κειμένου της διαβούλευσης, τονίζοντας πως τα εισαγωγικά στοιχεία είναι βασισμένα σε αυθαίρετες, ανακριβείς και προδήλως εσφαλμένες παραδοχές, εντελώς αποσπασματικά, ελλιπή και τα οποία δεν καλύπτουν επεξηγηματικά τα προβλεπόμενα κεφάλαια και, κυρίως, τα επιμέρους άρθρα τους.
Αποτέλεσμα είναι, σημειώνουν, να καθίσταται αντικειμενικά αδύνατη η διακρίβωση και αξιολόγηση των πραγματικών προθέσεων και στόχων του νομοθέτη, αλλά και η διασταύρωση της ακρίβειας των δεδομένων που παρατίθενται.
Η Ένωση σημειώνει ότι παρά τον εμφατικό τίτλο του και το φιλόδοξο στόχο του και παρά το γεγονός ότι το οικείο νομοσχέδιο βρίσκεται, προφανώς, σε φάση της εκπόνησής του από το Υπουργείο Οικονομικών, δεν κινείται προς την σωστή κατεύθυνση.
Συγκεκριμένα, αναφέρουν τα Ελληνικά Καζίνο, "όχι μόνον δεν κινείται προς την κατεύθυνση μιας ενιαίας (συνολικής) ρύθμισης της αγοράς των παιχνιδιών στην ελληνική επικράτεια (και ειδικά ρύθμισης για την, απολύτως και αντικειμενικώς αναγκαία, ενιαία – κεντρική - εποπτεία και έλεγχο της οργάνωσης, λειτουργίας και διεξαγωγής των παιχνιδιών), αλλά, αντίθετα, έρχεται με την σειρά του να προστεθεί στις ήδη κατακερματισμένες, αποσπασματικού χαρακτήρα, νομοτεχνικά πρόχειρες και ελλιπείς, αμφιλεγόμενης συμβατότητας με το κοινοτικό δίκαιο και διάσπαρτες στην ελληνική έννομη τάξη νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις, που αφορούν την οργάνωση, λειτουργία, διεξαγωγή και διαχείριση των παιχνιδιών στην ελληνική επικράτεια και της ρύθμισης, εποπτείας και ελέγχου τους από την πολιτεία".
Μάλιστα, προειδοποιούν ότι το προβλεπόμενο πλαίσιο νομοθετικής πρωτοβουλίας κινείται σε παντελώς λανθασμένη κατεύθυνση. Εάν μάλιστα υιοθετηθεί ως προβλέπεται, η Επιτροπή του ν. 3229/2004 τελικώς θα παραμείνει στα χαρτιά (στην καλύτερη των περιπτώσεων) ή θα καταργηθεί, αφήνοντας και τυπικά χωρίς εποπτεία και έλεγχο τα τυχερά παιχνίδια, τα οποία σήμερα εμπίπτουν τυπικά στις αρμοδιότητές της. “Η συνεπής, συστηματική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των πάσης φύσεως προβλημάτων, τα οποία σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τα ψυχαγωγικά τεχνικά και τα τυχερά (σε μεγαλύτερο συγκριτικά βαθμό) παιχνίδια, προϋποθέτει την ενοποίηση και όχι τον κατακερματισμό των διαδικασιών και των μηχανισμών ρύθμισης, εποπτείας και ελέγχου των παιχνιδιών από την ελληνική πολιτεία”, αναφέρεται.
Το πρόβλημα, λένε τα Καζίνο, εντοπίζεται διαχρονικά στην αυταπόδεικτη έλλειψη βούλησης ή/και ικανότητας και στην παταγώδη αποτυχία των εκάστοτε κυβερνήσεων να ρυθμίσουν, να εποπτεύσουν και να ελέγξουν την ελληνική αγορά παιχνιδιών με ενιαίο, συνεπή και συστηματικό τρόπο, να διαφυλάξουν τα έννομα συμφέροντα της ελληνικής πολιτείας και των νομίμων παρόχων, να προστατεύσουν τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες και να επιβάλλουν, μέσω θεσμοθετημένων μηχανισμών πρόληψης και καταστολής, την νομιμότητα, όπως τουλάχιστον γίνεται σε όλα τα ευνομούμενα κράτη.
“Εκ των βασικών λόγων της ανωτέρω αποτυχίας είναι, αφενός, η επί 6 και πλέον συναπτά έτη αδικαιολόγητη μη στελέχωση και ενεργοποίηση της συσταθείσας με τον ν. 3229/2004 Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών του Υπουργείου Οικονομικών (αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία το γεγονός ότι, επί 6 και πλέον έτη, η ελληνική πολιτεία διαθέτει επιτροπή υφιστάμενη μόνο στα χαρτιά) και, αφετέρου, η πλήρης απουσία επίσημης κρατικής πολιτικής και κεντρικού σχεδιασμού για την ποινική και διοικητική δίωξη και για την συστηματική επιβολή των διεξοδικά προβλεπόμενων εκ της κείμενης νομοθεσίας ποινικών και διοικητικών κυρώσεων σε όσους διοργανώνουν, συμμετέχουν σε ή διαφημίζουν τυχερά παιχνίδια διεξαγόμενα ανά την ελληνική επικράτεια κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας”.
Στην πραγματικότητα, σημειώνει η Ένωση, οι επικαλούμενοι από το Υπουργείο Οικονομικών λόγοι ανάληψης της δοθείσας προς δημόσια διαβούλευση νομοθετικής πρωτοβουλίας είναι προδήλως ανακριβείς και προσχηματικοί. Είναι σαφές ότι το προτεινόμενο πλαίσιο νομοθετικής πρωτοβουλίας αποτελεί απλώς μέτρο υλοποίησης του Μνημονίου Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, το οποίο υπέγραψε η Ελληνική Δημοκρατία με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όπως αυτό κυρώθηκε με τον ν. 3845/2010 (ΦΕΚ Α’/6-5-2010, Αριθμός Φύλλου 65) και ενσωματώνεται σε αυτόν ως Παράρτημα ΙΙΙ, σύμφωνα με το οποίο, αφενός, για την υλοποίηση των στόχων του προγράμματος προβλέπεται ότι θα γίνει χρήση όλων των διαθέσιμων δημοσιονομικών, χρηματοπιστωτικών και διαρθρωτικών πολιτικών (ενότητα Οικονομικές Πολιτικές, περίπτωση 7) και, αφετέρου, στα δημοσιονομικά μέτρα τα οποία περιλαμβάνει το πρόγραμμα ρητά προβλέπονται, για το έτος 2011, η είσπραξη 200 εκατ. ευρώ από δικαιώματα τυχερών παιχνιδιών και 500 εκατ. ευρώ από άδειες τυχερών παιχνιδιών, πρόβλεψη εκ της οποίας, σαφέστατα και πέραν πάσης αμφιβολίας, προκύπτει ότι η κυβέρνηση θα αντιμετωπίζει εφεξής τα τυχερά παιχνίδια ως μια συνήθη οικονομική δραστηριότητα, δημοσιονομικού μάλιστα χαρακτήρα και στοχεύσεων.
Μάλιστα, η Ένωση προειδοποιεί ότι με το προτεινόμενο πλαίσιο νομοθετικής πρωτοβουλίας, το Υπουργείο Οικονομικών πρακτικά αφίσταται (για πρώτη φορά και με προφανή σοβαρότατο κίνδυνο για τα συμφέροντα της ελληνικής πολιτείας) των παγίων θέσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας, τόσο ενώπιον των εθνικών Δικαστηρίων, όσο και ενώπιον των οργάνων και των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβαλλόμενων προς υπεράσπιση του εθνικού μονοπωλίου στα τυχερά παιχνίδια.
Ανταγωνισμός επί ίσοι όροις
Από την πλευρά της η Betfair σε ανάλογη τοποθέτηση εκφράζει την ελπίδα ότι η δημόσια διαβούλευση θα αποτελέσει το πρώτο βήμα που θα της επιτρέψει να αποκτήσει άδεια στο πλαίσιο μιας ελεγχόμενης ελληνικής αγοράς στοιχηματισμού στο διαδίκτυο.
Ο Tim Phillips, Director of European Public Affairs της Betfair, αναφέρει ότι η Betfair θα υποβάλλει μία λεπτομερέστερη έκθεση στον Υπουργό Οικονομικών και όλους τους ενδιαφερόμενους συμμετόχους, επαναλαμβάνοντας την πρόθεση του ομίλου να επενδύσει στην Ελλάδα.
Ωστόσο, η εταιρεία εκτιμά πως για να επιτύχει το εγχείρημα, η κυβέρνηση πρέπει να διασφαλίσει την εφαρμογή μιας ανταγωνιστικής αγοράς, η οποία θα επιτρέπει σε όλους τους παρόχους να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις. Για να συμβεί αυτό, σημειώνει, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι θα εφαρμοστεί ένα μοντέλο πολλαπλών αδειών, όπου οι πάροχοι που πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις, οι οποίες έχουν τεθεί από την Επιτροπή Εποπτείας Παιχνιδιών, να μπορέσουν να αποκτήσουν άδεια λειτουργίας σε ένα λογικό κόστος. Επιπλέον, να εφαρμοστεί ένα σύστημα φορολόγησης το οποίο εξασφαλίζει ότι όλα τα προϊόντα που θα προσφέρονται στην αγορά θα είναι ανταγωνιστικά με τα προϊόντα που προσφέρονται εκτός συνόρων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της φορολόγησης επί των μεικτών κερδών (Gross Profits tax structure).
Η Betfair, πάντως, εμφανίζεται προβληματισμένη με την ανακριβή άποψη που διατυπώνεται – ότι δηλαδή τα Ανταλλακτήρια Στοιχημάτων θα χρειαστούν επιπρόσθετους ρυθμιστικούς ελέγχους σε σχέση με την υπόλοιπη αγορά στοιχηματισμού στο διαδίκτυο. Η βρετανική εταιρεία δηλώνει πρόθυμη να συνεργαστεί με τη κυβέρνηση και τους ενδιαφερόμενους συμμετόχους για να εξασφαλίσει ότι υπάρχει μια ολοκληρωμένη εικόνα και κατανόηση των Ανταλλακτηρίων και των πλεονεκτημάτων που προσφέρουν σε κυβερνήσεις, ρυθμιστικές αρχές τυχερών παιγνίων και καταναλωτές ανά τον κόσμο.
http://www.capital.gr/Articles.asp?id=1044374
No comments:
Post a Comment