Το σκάνδαλο του Libor εκθέτει την Τράπεζα της Αγγλίας και πυροδοτεί πολιτικές αντιπαραθέσεις
Της Κατερινας Καπερναρακου
Οταν το 2007-2008 ξέσπασε η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση, η Βarclays ήταν μία από τις βρετανικές τράπεζες η οποία δεν στηρίχθηκε από το κράτος για να αντεπεξέλθει - και υπερηφανευόταν γι’ αυτό. Αφού αρνήθηκε την κρατική βοήθεια, προτίμησε να πωλήσει μερίδιά της στο Αμπου Ντάμπι και το Κατάρ, ώστε να εξασφαλίσει ρευστότητα. Μέχρι να αποκαλυφθεί το σκάνδαλο χειραγώγησης του διατραπεζικού επιτοκίου Libor είχε διέλθει της στενωπού των υπολοίπων τραπεζών και του ελέγχου του κράτους, ακολουθώντας μια θετική πορεία, η οποία της επέτρεπε να κερδοφορεί και, μέχρι πρότινος, να παράσχει υψηλές αποδοχές στον (τέως πια διευθύνοντα σύμβουλό της) Μπομπ Ντάιαμοντ.
ΜπόνουςMε προηγούμενη θητεία στον βραχίονα επενδυτικής τραπεζικής της MorgaStanley και της Credit Suisse, o Αμερικανός Mπομπ Ντάιαμοντ εισέρχεται στην Barclays το 1996 ως επικεφαλής του κλάδου Διεθνών Κεφαλαιαγορών της τράπεζας και ακολουθεί την μετεξέλιξή του στην επενδυτική Barclays Capital. Οπως επισημαίνει ο Economist, ο τραπεζίτης παρέλαβε τις επενδυτικές δραστηριότητες της Barclays, όταν ισοδυναμούσαν με μικρό μέρος των συνολικών της και τις ανέδειξε σε πηγή του 50% των εσόδων της.
Οντας στην επενδυτική τραπεζική, τον αποκαλούσαν «ο τραπεζίτης των 100 εκατομμυρίων στερλινών». Ο πρώην υπουργός Ανάπτυξης της κυβέρνησης των Εργατικών, Πίτερ Μάντελσον, το 2010 τον είχε χαρακτηρίσει «το απαράδεκτο πρόσωπο της τραπεζικής» υπό συνθήκες γενικευμένης κατακραυγής για τις παχυλές αμοιβές των στελεχών. Ωστόσο, η Barclays είχε πάντα το αντεπιχείρημα πως δεν είχε διασωθεί από την κρίση με χρήματα φορολογουμένων, τα οποία μετατρέπονταν σε μπόνους. Τη χρονιά εκείνη (2010) ο Μπομπ Ντάιαμοντ είχε αποκομίσει 6,5 εκατ. στερλίνες. Τον Ιανουάριο του 2011 αναλαμβάνει καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου, που εγκατέλειψε υπό το βάρος του σκανδάλου χειραγώγησης του Libor στις αρχές της περασμένης εβδομάδας. Προσπαθώντας να αποτρέψει τον στιγματισμό του, o κ. Ντάιαμοντ εξέφρασε την πρόθεσή του για πλήρη συνεργασία με τις αρχές και καταδίκασε τις «απαράδεκτες συμπεριφορές 14 μεμονωμένων διαπραγματευτών της Barclays επί συνόλου 2.000 στελεχών στην υπόθεση χειραγώγησης του Libor». Το βρετανικό Κοινοβούλιο, αλλά και οι καθ’ ύλην αρμόδιες αρχές στη Βρετανία και τις ΗΠΑ διεξάγουν ενδελεχείς έρευνες για την ανάμειξη και άλλων μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Στα μέσα της εβδομάδας ο Μπομπ Ντάιαμοντ κατέθεσε για την υπόθεση στο υπουργείο Οικονομικών της Βρετανίας, αποκαλύπτοντας και την ηλεκτρονική του επικοινωνία με την Τράπεζα της Αγγλίας το 2008. Σύμφωνα με τα γραφόμενα, η τράπεζα τού μετέφερε τις κυβερνητικές ανησυχίες για το υψηλό κόστος δανεισμού της Barclays στη διατραπεζική αγορά. Εκείνος είχε απαντήσει ότι οι υπόλοιπες τράπεζες δεν αναφέρουν πάντα το πραγματικό ύψος του επιτοκίου, με το οποίο δανείζονται. Στη συνέχεια, τα στελέχη της Barclays έδωσαν εντολή στους διαπραγματευτές να «διαμορφωθούν» χαμηλότερα τα επιτόκια Libor για την τράπεζα.
ΜπούμερανγκH Βarclays διεξήγαγε τα τελευταία τρία χρόνια μια εξαντλητική έρευνα, η οποία της κόστισε σχεδόν 100 εκατ. στερλίνες για να διαλευκάνει την υπόθεση. Ενημέρωσε τις αρχές σε Βρετανία και ΗΠΑ και ήλθε σε εξωδικαστικό διακανονισμό μαζί τους, καταβάλλοντάς τους πρόστιμο 450 εκατ. δολαρίων. Ηταν η πρώτη από τις τράπεζες στο «καρτέλ των επιτοκίων», η οποία αυτοβούλως συμμετείχε στην κάθαρση και ευελπιστούσε ότι θα δημιουργούσε πολιτικό κεφάλαιο προς όφελός της και θα περιόριζε τις διεκδικήσεις από μελλοντικές προσφυγές στη Δικαιοσύνη. Τόση διαφάνεια, όμως, δεν την αντέχει κανείς, όσο κι αν τη διακηρύσσει. Στη Βρετανία το σκάνδαλο προς το παρόν κόστισε τρία στελέχη της Barclays, εξέθεσε τη διοίκηση της Τράπεζας της Αγγλίας και απειλεί να πυροδοτήσει πολιτικές αντιπαραθέσεις μεταξύ της νυν κυβέρνησης των Συντηρητικών με την προηγούμενη των Εργατικών.
Σωστή απόφαση, λάθος αποτέλεσμαΗ υπερβολική δόση διαφάνειας δεν είναι πάντα εύπεπτη στον κόσμο των ρυθμιστικών αρχών του τραπεζικού συστήματος. Η απόφαση της Barclays να προσφερθεί εθελοντικά να διακανονίσει την υπόθεση πρώτη μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία τελούν υπό έρευνα, βασίστηκε στο εξής σκεπτικό: να διεξαχθεί τάχιστα εσωτερική έρευνα και να υπάρξει διακανονισμός με τις αρχές πριν ολοκληρωθούν οι έρευνες στις άλλες τράπεζες. Δεν επιδίωξε να συντονιστεί με τις τελευταίες, αποβλέποντας πιθανώς σε μια συλλογική αναγνώριση της ενοχής και σε πιο περιορισμένο αρνητικό αντίκτυπο. Ο Μπομπ Ντάιαμοντ θέλησε να εκμεταλλευθεί το πλεονέκτημα της πρωτιάς. «Το σημαντικότερο για την Barclays ήταν να επιλύσει γρήγορα το ζήτημα, να αναλάβει τις ευθύνες της, να εξασφαλίσει επιείκεια, όπερ και εγένετο με χαμηλότερο πρόστιμο από το αρχικό και να αποδεσμευθεί, αφήνοντας την υπόθεση πίσω της», παρατηρεί ο Κρις Γουίλερ, αναλυτής στην Mediobanca. «Στο μέλλον ο Μπομπ Ντάιαμοντ θα δικαιωθεί, ο διάδοχος του θα κεφαλαιοποιήσει τα θετικά, αλλά αυτή τη στιγμή δίνεται η εντύπωση πως η απόφασή του ήταν εσφαλμένη», προσθέτει.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_08/07/2012_488283
Της Κατερινας Καπερναρακου
Οταν το 2007-2008 ξέσπασε η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση, η Βarclays ήταν μία από τις βρετανικές τράπεζες η οποία δεν στηρίχθηκε από το κράτος για να αντεπεξέλθει - και υπερηφανευόταν γι’ αυτό. Αφού αρνήθηκε την κρατική βοήθεια, προτίμησε να πωλήσει μερίδιά της στο Αμπου Ντάμπι και το Κατάρ, ώστε να εξασφαλίσει ρευστότητα. Μέχρι να αποκαλυφθεί το σκάνδαλο χειραγώγησης του διατραπεζικού επιτοκίου Libor είχε διέλθει της στενωπού των υπολοίπων τραπεζών και του ελέγχου του κράτους, ακολουθώντας μια θετική πορεία, η οποία της επέτρεπε να κερδοφορεί και, μέχρι πρότινος, να παράσχει υψηλές αποδοχές στον (τέως πια διευθύνοντα σύμβουλό της) Μπομπ Ντάιαμοντ.
ΜπόνουςMε προηγούμενη θητεία στον βραχίονα επενδυτικής τραπεζικής της MorgaStanley και της Credit Suisse, o Αμερικανός Mπομπ Ντάιαμοντ εισέρχεται στην Barclays το 1996 ως επικεφαλής του κλάδου Διεθνών Κεφαλαιαγορών της τράπεζας και ακολουθεί την μετεξέλιξή του στην επενδυτική Barclays Capital. Οπως επισημαίνει ο Economist, ο τραπεζίτης παρέλαβε τις επενδυτικές δραστηριότητες της Barclays, όταν ισοδυναμούσαν με μικρό μέρος των συνολικών της και τις ανέδειξε σε πηγή του 50% των εσόδων της.
Οντας στην επενδυτική τραπεζική, τον αποκαλούσαν «ο τραπεζίτης των 100 εκατομμυρίων στερλινών». Ο πρώην υπουργός Ανάπτυξης της κυβέρνησης των Εργατικών, Πίτερ Μάντελσον, το 2010 τον είχε χαρακτηρίσει «το απαράδεκτο πρόσωπο της τραπεζικής» υπό συνθήκες γενικευμένης κατακραυγής για τις παχυλές αμοιβές των στελεχών. Ωστόσο, η Barclays είχε πάντα το αντεπιχείρημα πως δεν είχε διασωθεί από την κρίση με χρήματα φορολογουμένων, τα οποία μετατρέπονταν σε μπόνους. Τη χρονιά εκείνη (2010) ο Μπομπ Ντάιαμοντ είχε αποκομίσει 6,5 εκατ. στερλίνες. Τον Ιανουάριο του 2011 αναλαμβάνει καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου, που εγκατέλειψε υπό το βάρος του σκανδάλου χειραγώγησης του Libor στις αρχές της περασμένης εβδομάδας. Προσπαθώντας να αποτρέψει τον στιγματισμό του, o κ. Ντάιαμοντ εξέφρασε την πρόθεσή του για πλήρη συνεργασία με τις αρχές και καταδίκασε τις «απαράδεκτες συμπεριφορές 14 μεμονωμένων διαπραγματευτών της Barclays επί συνόλου 2.000 στελεχών στην υπόθεση χειραγώγησης του Libor». Το βρετανικό Κοινοβούλιο, αλλά και οι καθ’ ύλην αρμόδιες αρχές στη Βρετανία και τις ΗΠΑ διεξάγουν ενδελεχείς έρευνες για την ανάμειξη και άλλων μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Στα μέσα της εβδομάδας ο Μπομπ Ντάιαμοντ κατέθεσε για την υπόθεση στο υπουργείο Οικονομικών της Βρετανίας, αποκαλύπτοντας και την ηλεκτρονική του επικοινωνία με την Τράπεζα της Αγγλίας το 2008. Σύμφωνα με τα γραφόμενα, η τράπεζα τού μετέφερε τις κυβερνητικές ανησυχίες για το υψηλό κόστος δανεισμού της Barclays στη διατραπεζική αγορά. Εκείνος είχε απαντήσει ότι οι υπόλοιπες τράπεζες δεν αναφέρουν πάντα το πραγματικό ύψος του επιτοκίου, με το οποίο δανείζονται. Στη συνέχεια, τα στελέχη της Barclays έδωσαν εντολή στους διαπραγματευτές να «διαμορφωθούν» χαμηλότερα τα επιτόκια Libor για την τράπεζα.
ΜπούμερανγκH Βarclays διεξήγαγε τα τελευταία τρία χρόνια μια εξαντλητική έρευνα, η οποία της κόστισε σχεδόν 100 εκατ. στερλίνες για να διαλευκάνει την υπόθεση. Ενημέρωσε τις αρχές σε Βρετανία και ΗΠΑ και ήλθε σε εξωδικαστικό διακανονισμό μαζί τους, καταβάλλοντάς τους πρόστιμο 450 εκατ. δολαρίων. Ηταν η πρώτη από τις τράπεζες στο «καρτέλ των επιτοκίων», η οποία αυτοβούλως συμμετείχε στην κάθαρση και ευελπιστούσε ότι θα δημιουργούσε πολιτικό κεφάλαιο προς όφελός της και θα περιόριζε τις διεκδικήσεις από μελλοντικές προσφυγές στη Δικαιοσύνη. Τόση διαφάνεια, όμως, δεν την αντέχει κανείς, όσο κι αν τη διακηρύσσει. Στη Βρετανία το σκάνδαλο προς το παρόν κόστισε τρία στελέχη της Barclays, εξέθεσε τη διοίκηση της Τράπεζας της Αγγλίας και απειλεί να πυροδοτήσει πολιτικές αντιπαραθέσεις μεταξύ της νυν κυβέρνησης των Συντηρητικών με την προηγούμενη των Εργατικών.
Σωστή απόφαση, λάθος αποτέλεσμαΗ υπερβολική δόση διαφάνειας δεν είναι πάντα εύπεπτη στον κόσμο των ρυθμιστικών αρχών του τραπεζικού συστήματος. Η απόφαση της Barclays να προσφερθεί εθελοντικά να διακανονίσει την υπόθεση πρώτη μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία τελούν υπό έρευνα, βασίστηκε στο εξής σκεπτικό: να διεξαχθεί τάχιστα εσωτερική έρευνα και να υπάρξει διακανονισμός με τις αρχές πριν ολοκληρωθούν οι έρευνες στις άλλες τράπεζες. Δεν επιδίωξε να συντονιστεί με τις τελευταίες, αποβλέποντας πιθανώς σε μια συλλογική αναγνώριση της ενοχής και σε πιο περιορισμένο αρνητικό αντίκτυπο. Ο Μπομπ Ντάιαμοντ θέλησε να εκμεταλλευθεί το πλεονέκτημα της πρωτιάς. «Το σημαντικότερο για την Barclays ήταν να επιλύσει γρήγορα το ζήτημα, να αναλάβει τις ευθύνες της, να εξασφαλίσει επιείκεια, όπερ και εγένετο με χαμηλότερο πρόστιμο από το αρχικό και να αποδεσμευθεί, αφήνοντας την υπόθεση πίσω της», παρατηρεί ο Κρις Γουίλερ, αναλυτής στην Mediobanca. «Στο μέλλον ο Μπομπ Ντάιαμοντ θα δικαιωθεί, ο διάδοχος του θα κεφαλαιοποιήσει τα θετικά, αλλά αυτή τη στιγμή δίνεται η εντύπωση πως η απόφασή του ήταν εσφαλμένη», προσθέτει.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_08/07/2012_488283
No comments:
Post a Comment