24.9.12

ΔΝΤ: Επίθεση σε Motor Oil-ΕΛΠΕ για τις τιμές

Η έλλειψη ανταγωνισμού στον ελληνικό κλάδο διύλισης κοστίζει στους έλληνες καταναλωτές περισσότερα από 1 δισ. δολάρια ετησίως, σύμφωνα με προσχέδιο εσωτερικής έκθεσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, υποστηρίζει η Wall Street Journal. Πώς απαντούν τα EΛΠΕ. "Ουδεν" σχόλιο από την Motor Oil.

Oπως αναφέρει το δημοσίευμα, παρά τα πέντε χρόνια ύφεσης, την εκτίναξη της ανεργίας και τις επανειλημμένες προσπάθειες να «ανοίξει» η οικονομία, οι τιμές στην Ελλάδα παραμένουν πεισματικά υψηλές –ένα μέγιστο εμπόδιο στην αποκατάσταση της χαμένης ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης της χώρας. Ένας λόγος, σύμφωνα με το ΔΝΤ και άλλους αναλυτές, είναι ένας συνδυασμός κυρίαρχων εταιρειών και υπερβολικής ρύθμισης που «πνίγει» τους ανταγωνιστές. Οι προσπάθειες για την απελευθέρωση δεκάδων τομέων, συμπεριλαμβανομένων των νομικών υπηρεσιών και του τομέα της κρουαζιέρας, έχουν κάνει μέτρια πρόοδο.

Οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ αποτελούν μέρος μιας τρόικας διεθνών επιθεωρητών που ελέγχουν τις ανατροπές στην Αθήνα στο πλαίσιο της τελευταίας συμφωνίας διάσωσης της χώρας, ύψους 173 δισ. ευρώ. Η εσωτερική έκθεση, που προετοιμάστηκε από την ομάδα του ΔΝΤ που βρίσκεται στην Αθήνα, δίνει λεπτομέρειες της γραφειοκρατίας και των ελλείψεων στην επιβολή του νόμου που, όπως αναφέρει, επιτρέπουν στους μεγάλους «παίκτες» να κυριαρχήσουν στις αγορές αερίου, diesel και πετρελαίου θέρμανσης, βλάπτοντας την οικονομία.

Η νέα κυβέρνηση συνασπισμού της Ελλάδας, που ορκίστηκε τον Ιούνιο, λέει πως θέλει να το διορθώσει αυτό και κάνει κινήσεις για την καταπολέμηση των αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών στην αγορά.

«Μια πιο εύρυθμη αγορά καυσίμων είναι κάτι που επιθυμούμε και θα εξετάσουμε κάθε πρόταση για το πώς να γίνει αυτό», δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Σίμος Κεδίκογλου. «Ήδη το κάνουμε αυτό με το να εντείνουμε τους ελέγχους μας διότι γνωρίζουμε πολύ καλά ότι λόγω των υψηλών φόρων» -η Ελλάδα έχει τους υψηλότερους φόρους καυσίμων στην Ευρώπη- «οι Έλληνες, λόγω της κρίσης, πληρώνουν πολύ υψηλές τιμές για καύσιμα γενικά».

Ο κ. Κεδίκογλου δεν σχολίασε τις λεπτομέρειες της έκθεσης, ωστόσο, λέγοντας πως το περιεχόμενό της δεν έχει αποκαλυφθεί στην κυβέρνηση.

Η έκθεση, την οποία έχει δει η Wall Street Journal, κατευθύνει επίσης την κριτική της στις δυο μεγαλύτερες εταιρείες διύλισης πετρελαίου της χώρας, που όπως επισημαίνει χρησιμοποιούν την ισχύ τους στην αγορά προκειμένου να έχουν αποτελεσματικό έλεγχο επί της βαρέως ρυθμιζόμενης αγοράς.

Ως παράδειγμα, η έκθεση σκιαγραφεί μια αλυσίδα εμποδίων που όπως υποστηρίζει αποτρέπουν ουσιαστικά τα ανεξάρτητα βενζινάδικα από το να αγοράσουν καύσιμα από το εξωτερικό. Όλοι οι εισαγωγείς πρέπει να διαθέτουν εγκαταστάσεις που θα διατηρούν αποθέματα 60 ημερών, κάτι που δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν πολλές μικρότερες επιχειρήσεις. Και τα καύσιμα μπορούν να μεταφέρονται μόνο σε μεγάλα βυτιοφόρα, αν και τα βενζινάδικα δεν επιτρέπεται να διαθέτουν τόσο μεγάλα οχήματα. «Αυτό καθιστά αδύνατο για τους ανεξάρτητους πρατηριούχους να μεταφέρουν καύσιμα στην Ελλάδα», τονίζεται στην έκθεση.

Το ΔΝΤ αρνήθηκε να σχολιάσει το προσχέδιο, ωστόσο επιβεβαίωσε την αυθεντικότητά του.

Αν και προσχέδιο έκθεσης, το οποίο εξακολουθεί να υπόκειται σε αναθεωρήσεις, πολλοί από τους ισχυρισμούς που περιέχει δεν είναι καινούριοι. Οι de facto περιορισμοί στις εισαγωγές στην Ελλάδα –όπως για παράδειγμα οι κανόνες που σχετίζονται με τις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι ανεξάρτητοι πρατηριούχοι- αποτελούν εδώ και πάνω από δυο δεκαετίες το θέμα παραπόνων που απευθύνουν προς την Ελλάδα οι αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αρμόδια αρχή της Ελλάδας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, πραγματοποίησε έρευνα στην αγορά καυσίμων στα τέλη του 2006 και εξέδωσε τέσσερις εκθέσεις και δυο αποφάσεις που έδιναν εντολή στην κυβέρνηση να ανοίξει την αγορά, με μικρό όμως αποτέλεσμα. Το προσχέδιο της έκθεσης του ΔΝΤ υποδηλώνει ότι το Ταμείο ενδιαφέρεται τώρα και αυτό για την αγορά καυσίμων της Ελλάδας, και ενδεχομένως θα πιέσει την κυβέρνηση να ανοίξει τον κλάδο στο πλαίσιο των μακροπρόθεσμων ανατροπών που πρέπει να κάνει η Ελλάδα προκειμένου να συνεχίσει να λαμβάνει βοήθεια.

Πολλοί οικονομολόγοι και επιχειρηματίες παραπονούνται για παρόμοια προβλήματα σε δεκάδες κλάδους, όμως η αγορά των καυσίμων έχει ίσως την μεγαλύτερη επίπτωση στην οικονομία.

«Οι μη ανταγωνιστικές αγορές προκαλούν υψηλά κόστη για τους Έλληνες καταναλωτές», αναφέρεται στην έκθεση. «Δεδομένου του πόσο σημαντική είναι η ενέργεια στην συνολική οικονομία, η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας θα βελτιώνονταν από μια αγορά καυσίμων που θα λειτουργούσε καλύτερα. Αυτή η αγορά χρειάζεται μεταρρύθμιση».

«Η Ελληνική αγορά παρουσιάζει υψηλό ποσοστό συγκέντρωσης και ελέγχεται βασικά από τα δυο εγχώρια διυλιστήρια», σημειώνεται στην έκθεση του ΔΝΤ, προσθέτοντας ότι οι χαμηλότερες τιμές καυσίμων θα μπορούσαν να συμβάλουν στην μείωση του πληθωρισμού της Ελλάδας κατά περισσότερο από 1%. Αναφέρει ότι τα περιθώρια κέρδους για τα προϊόντα καυσίμων στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, και στην περίπτωση του πετρελαίου θέρμανσης, υπερδιλπάσια του μέσου όρου της ΕΕ.

Η έκθεση ισχυρίζεται επίσης ότι τα δυο μεγάλα διυλιστήρια, που ελέγχονται από δυο από τους γνωστότερους και πλουσιότερους μεγιστάνες της χώρας, εμπλέκονται σε πρακτικές χειραγώγησης και αντι-ανταγωνιστικές. Αναφερόμενη στην έρευνα της Ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού του 2006 και σε δυο αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τονίζει ότι η Motor Oil Ελλάς Διυλιστήρια Κορίνθου και η Ελληνικά Πετρέλαια –που μαζί ελέγχουν ολόκληρη την δυνατότητα διύλισης της χώρας, το 70% της αγοράς χονδρικής και το 60% όλων των πρατηρίων καυσίμων- έχουν πλήξει τους λιανοπωλητές με προσαυξήσεις, έχουν αποτύχει να δημοσιοποιήσουν πληροφορίες για την τιμολόγηση και έχουν χειραγωγήσει διεθνείς δείκτες.

Η Motor Oil, η οποία ελέγχεται από τον Βαρδή Βαρδινογιάννη, αρνήθηκε να σχολιάσει την έκθεση.

Στελέχη των Ελληνικών Πετρελαίων, που ελέγχονται εν μέρει από την ελληνική κυβέρνηση, δήλωσαν πως το πρόβλημα της αγοράς είναι άλλο. «Η Ελληνικά Πετρέλαια πιστεύει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής αγοράς καυσίμων είναι το λαθρεμπόριο καυσίμων, η νοθεία και η απάτη, που οδηγούν σε στρεβλώσεις στην αγορά που επιβαρύνουν τον τελικό καταναλωτή καθώς και τις νόμιμες εταιρείες», ανέφερε εκπρόσωπος της εταιρείας. «Η Ελληνικά Πετρέλαια έχει υποβάλλει στις αρχές γραπτή πρόταση 10 σημείων με τις θέσεις της ως προς το πώς να εξαλειφθούν οι στρεβλώσεις».
Η Ελληνικά Πετρέλαια, η μεγαλύτερη από τις δυο εταιρίες, ελέγχεται από τον μεγιστάνα της ναυτιλίας και των πετρελαίων Σπύρο Λάτση, που κατέχει το 41,9%. Η ελληνική κυβέρνηση κατέχει ποσοστό 35,5%.

Οι κ.κ. Βαρδινογιάννης και Λάτσης έχουν «υψηλό προφίλ» στην Ελλάδα, σημειώνει η εφημερίδα. Ο κ. Λάτσης, η οικογένεια του οποίου ελέγχει επίσης τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελλάδας και μια κορυφαία εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων, είναι ο δεύτερος πλουσιότερος άνθρωπος στην Ελλάδα, σύμφωνα με το Forbes. Η καθαρή "αξία" του που ανέρχεται σε 2,6 δισ. δολάρια, τον φέρνει λίγο χαμηλότερα από την αμερικανίδα τηλεοπτική σελέμπριτι, Oprah Winfrey στην παγκόσμια κατάταξη των δισεκατομμυριούχων.

Η έκθεση σημειώνει ότι «οι καταναλωτές και οι παραγωγοί, οι φορολογούμενοι, οι ανεξάρτητοι και τα franchised βενζινάδικα» θα επωφελούνταν από την απελευθέρωση. Όμως προειδοποιεί ότι «οι ιδιοκτήτες και οι εργαζόμενοι στα δυο διυλιστήρια και οι χονδρέμποροί τους» καθώς και οι «τελωνιακοί αξιωματούχοι» πιθανότατα θα αντισταθούν στις αλλαγές.

Τι απαντούν τα Ελληνικά Πετρέλαια
Στις 22 Σεπτεμβρίου 2012, η εφημερίδα Wall Street Journal δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «ΔΝΤ: Η Έλλειψη Ανταγωνισμού Πλήττει την Ελληνική Αγορά Καυσίμων», μέρος του οποίου αναπαρήγαγαν τα Ελληνικά ΜΜΕ.

Το άρθρο αυτό, το οποίο βασίζεται σε έκθεση που αποδίδεται στο ΔΝΤ, ξεκινάει αναφέροντας ότι «η έλλειψη ανταγωνισμού στην Ελληνική βιομηχανία διύλισης κοστίζει στους Έλληνες καταναλωτές περισσότερο από €1 δισ. ετησίως».

Τα Ελληνικά Πετρέλαια ζήτησαν και έλαβαν αντίγραφο της αποδιδόμενης στο ΔΝΤ, ανυπόγραφης έκθεσης από τον συντάκτη της WSJ και διαψεύδουν πλήρως, ως ανυπόστατους, διάφορους ισχυρισμούς που περιέχονται σε αυτήν.

Συγκεκριμένα:

1. Ο ισχυρισμός ότι – δήθεν – οι Έλληνες καταναλωτές επιβαρύνονται με €1 δισ. ετησίως είναι παντελώς αναληθής και στηρίζεται σε πρόχειρη ανάλυση και λανθασμένους υπολογισμούς. Η δήθεν «επιβάρυνση» προκύπτει από το γεγονός ότι, ο αναλυτής χρησιμοποίησε μια εσφαλμένη προ φόρων τιμή για το πετρέλαιο θέρμανσης, υπερτιμημένη κατά €367/m3 έναντι της πραγματικής.

Προφανώς, αυτό συνέβη διότι ο αναλυτής χρησιμοποίησε λιανικές τιμές Σεπτεμβρίου 2012, αλλά αφαίρεσε τον μειωμένο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης που ισχύει μόνο τους χειμερινούς μήνες και είναι 7 φορές χαμηλότερος.

Αυτή η λανθασμένη προ φόρων τιμή, πολλαπλασιαζόμενη με το σύνολο της ετήσιας εγχώριας κατανάλωσης σε πετρέλαιο θέρμανσης, έχει σαν αποτέλεσμα υπολογισμό πλασματικής «επιβάρυνσης» €1 δισ. τον χρόνο. Στην πραγματικότητα, ο Έλληνας καταναλωτής πληρώνει προ φόρων για το πετρέλαιο θέρμανσης τιμή αντίστοιχη με τον μέσο όρο των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Το άρθρο αναφέρει επίσης ότι, λόγω της «έλλειψης ανταγωνισμού», οι Έλληνες καταναλωτές πληρώνουν πολύ ακριβά την αμόλυβδη βενζίνη. Η αλήθεια είναι ότι οι υψηλές τιμές προκύπτουν από τον ιδιαίτερα αυξημένο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και τον ΦΠΑ 23% που εφαρμόστηκαν το 2010. Οι προ φόρων λιανικές τιμές για την αμόλυβδη βενζίνη στην Ελλάδα κυμαίνονται κοντά στον μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα, λόγω της γεωμορφολογίας της, έχει υψηλότερο κόστος διακίνησης.

3. Ακόμη, το άρθρο κάνει αναφορά στη δήθεν έλλειψη ανταγωνισμού στην Ελληνική αγορά καυσίμων. Πρόκειται για μια επαναλαμβανόμενη παρανόηση καθ’ ό,τι, παρά το μικρό της μέγεθος, η Ελληνική αγορά καυσίμων χαρακτηρίζεται από έντονο ανταγωνισμό.

Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα υπάρχουν δυο εταιρείες διύλισης όταν, σε άλλες μικρές Ευρωπαϊκές χώρες (Αυστρία, Ουγγαρία, Βουλγαρία, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Φινλανδία, Σλοβακία, Λιθουανία, Τσεχία, Σλοβενία, Κύπρος, Μάλτα), λειτουργεί μια ή καμία εταιρεία διύλισης.

Επίσης, στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 19 εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, εκ των οποίων οι 13 είναι εντελώς ανεξάρτητες από τους δυο ομίλους που διαθέτουν διυλιστήρια. Ακόμη, λειτουργούν 6.500 πρατήρια καυσίμων, αριθμός υψηλότερος ακόμα και από πολύ μεγαλύτερες Ευρωπαϊκές αγορές, με συνέπεια ο αριθμός πρατηρίων ανά 1.000 κατοίκους ή ανά 1.000 αυτοκίνητα να είναι υπερδιπλάσιος του Ευρωπαϊκού μέσου όρου και ο υψηλότερος στην Ευρώπη.

4. Επίσης, εδώ και πολλά χρόνια δεν υφίσταται απολύτως καμία νομοθετική ρύθμιση που να απαγορεύει τις εισαγωγές καυσίμων από τις εταιρείες εμπορίας στην Ελλάδα. Οι χαμηλές εισαγωγές καυσίμων στη χώρα μας οφείλονται αποκλειστικά στις ανταγωνιστικές τιμές διάθεσης των προϊόντων από τα εγχώρια διυλιστήρια και όχι σε δήθεν περιορισμό αποθηκευτικών χώρων, όπως συχνά αναφέρεται.

Συνεπώς, η έκθεση που επικαλείται η WSJ και αποδίδεται από αυτήν στο ΔΝΤ περιέχει σοβαρές ανακρίβειες και οι ισχυρισμοί περί δήθεν έλλειψης ανταγωνισμού και περί δήθεν κερδοσκοπίας στην Ελληνική αγορά καυσίμων δεν ευσταθούν.

Απ’ εναντίας, οι φερόμενες ως προτεινόμενες «λύσεις» είναι μάλλον προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης του φαινομένου της λαθρεμπορίας. Η χρονίζουσα μη επίλυση των προβλημάτων που το λαθρεμπόριο δημιουργεί, στερεί το Ελληνικό Δημόσιο από επί πλέον 500 εκ. € ετησίως, σε ΕΦΚ και ΦΠΑ.

Τα Ελληνικά Πετρέλαια πλήττονται από τέτοιες ανυπόστατες και ανακριβείς θέσεις και επιφυλάσσονται να προβούν σε όλες τις ενδεικνυόμενες νόμιμες ενέργειες για την προστασία της φήμης τους. 

http://www.euro2day.gr/news/economy/124/articles/727552/Article.aspx



No comments: