Τον παρακολουθώ, είναι δεδομένο.
Είναι ο μεγαλύτερος CEO αυτής της χώρας, με την μεγαλύτερη - σε σημασία - επένδυση σε άλλη χώρα.
Από τις προηγούμενες φορές που ανέδειξα δηλώσεις του, τόσο για μια μίνι-κωλοτούμπα όσο και για την εκτίμηση για βίαιη ανάκαμψη των αγορών, νομίζω ότι το σημερινό του άρθρο είναι πολύ πιο ολοκληρωμένο.
(τα bold δικά μου)
Η κρίση και οι επιπτώσεις σε αγορές και οικονομίες
Η διαδικασία εξόδου από την κρίση αναμένεται να διαρκέσει πολύ περισσότερο από όσο αρχικά νομίζαμε
ΤΑΚΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΥ
Στην περυσινή γενική συνέλευση της Εθνικής Τράπεζας, τον Μάιο του 2007, ανέφερα στην ομιλία μου ότι «δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί για πόσο ακόμη θα διατηρηθούν οι ιδανικές συνθήκες ανάπτυξης της διεθνούς οικονομίας μέσα στις οποίες λειτουργούν σήμερα οι τράπεζες παγκοσμίως, ιδίως η σημερινή υπερβάλλουσα ρευστότητα και το χαμηλό ασφάλιστρο κινδύνου». Ηδη τότε είχαν αρχίσει να διαφαίνονται οι πρώτες ενδείξεις του προβλήματος εξυπηρέτησης των στεγαστικών δανείων προς πελάτες μειωμένης πιστοληπτικής ικανότητας στις ΗΠΑ.
Στο δεύτερο εξάμηνο του 2007 η επιθετική πολιτική χορηγήσεων που ακολούθησε σημαντική μερίδα του τραπεζικού συστήματος κατά την περίοδο 2003-2007 ήρθε σε αντίθεση με την περιοριστική νομισματική πολιτική στις ΗΠΑ, όπου τα επιτόκια αυξήθηκαν από 1% το 2004 σε 5,25% στις αρχές του 2007, ανοίγοντας τον δρόμο για την εμφάνιση των πρώτων επισφαλειών. Το φαινόμενο επιταχύνθηκε όταν οι τράπεζες, κυρίως στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη, άρχισαν να εγγράφουν σημαντικού ύψους ζημιές στα χαρτοφυλάκια των στεγαστικών δανείων τους και τίτλων που καλύπτονταν από ακίνητα. Η μη ύπαρξη ακριβούς πληροφόρησης, καθώς και κοινής διεθνούς μεθόδου αποτίμησης αυτών των εξειδικευμένων στοιχείων του ενεργητικού, ενίσχυε και ενισχύει ως και σήμερα την έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ κυρίως των μεγάλων πιστωτικών ιδρυμάτων.
Ως αποτέλεσμα αυτής της κρίσης εμπιστοσύνης, η πιστωτική κρίση επέφερε σημαντικό πλήγμα στη διαθεσιμότητα και στο κόστος της χρηματοδότησης καταλήγοντας σε κρίση ρευστότητας. Οι επενδυτές μείωσαν δραστικά τη διάθεσή τους να δανείζουν τις τράπεζες μέσω αγοράς τίτλων και οι τράπεζες, με τη σειρά τους, μη έχοντας τη δυνατότητα άντλησης ρευστότητας για να δώσουν νέα δάνεια, μείωσαν τις δανειοδοτήσεις τους, αφού η μόνη εναλλακτική λύση εξεύρεσης ρευστότητας, η διατραπεζική αγορά, ήταν για τους ίδιους λόγους περιορισμένη και παρείχε μόνο βραχυπρόθεσμη ρευστότητα. Μπροστά στα προβλήματα αυτά και καθώς η γενεσιουργός αιτία της κρίσεως - των στεγαστικών δανείων χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης - άρχισε να επεκτείνεται και σε άλλες κατηγορίες δανείων περιορίζοντας ακόμη παραπάνω τη ρευστότητα και αυξάνοντας το κόστος της, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες στην Ευρώπη και στην Αμερική έδρασαν συντονισμένα προσφέροντας ρευστότητα σημαντικού ύψους στο σύστημα. Ειδικά στην περίπτωση των ΗΠΑ τα επιτόκια, παρά τις πληθωριστικές πιέσεις της οικονομίας, μειώθηκαν δραστικά με στόχο την ενίσχυση της ρευστότητας και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος.
Τα μέτρα αυτά λειτούργησαν θετικά αλλά δεν μπόρεσαν να καλύψουν την τεράστια έλλειψη ρευστότητας, πόσο μάλλον να αναστείλουν την έλλειψη εμπιστοσύνης και την αβεβαιότητα στις αγορές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική πτώση των αγορών των μετοχών παγκοσμίως και τη διεύρυνση του ασφαλίστρου κινδύνου στα εταιρικά ομόλογα και ειδικότερα αυτά των χρηματοπιστωτικών εταιρειών. Σήμερα έχει γίνει πλέον ξεκάθαρο το μέγεθος του προβλήματος στις ΗΠΑ. Υπερβάλλον χρέος, υπερτιμήσεις αξιών, αδύναμοι ισολογισμοί νοικοκυριών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων καταδεικνύονται ως ο πυρήνας του προβλήματος. Αυτή η αλληλουχία πρέπει τώρα να ολοκληρώσει τον κύκλο της για να επιστρέψουμε σε πιο σταθερά και διατηρήσιμα δεδομένα.
Το εύρος της επιρροής που έχουν δεχθεί οι οικονομίες της Αμερικής και της Ευρώπης από την πιστωτική κρίση και την απομόχλευση γίνεται ευκολότερα αντιληπτό από τη μεταβολή - επί τα χείρω - των εκτιμήσεων των διεθνών οίκων για την εξέλιξη του ΑΕΠ κατά το 2008. Σήμερα οι εκτιμήσεις για την αύξηση του αμερικανικού ΑΕΠ τοποθετούνται στο 1% από 2,7% στα μέσα του 2007. Αντίστοιχα, για την ευρωζώνη οι προσδοκίες για το 2008 «προσγειώθηκαν» στο 1,4% από 2,2% στα μέσα του 2007, παρουσιάζουν δηλαδή συγκριτικά μικρότερη επιδείνωση σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις. Αλλωστε είναι γνωστό ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανησυχεί περισσότερο για την πορεία του πληθωρισμού και ως εκ τούτου δεν προβλέπεται μείωση των επιτοκίων παρέμβασης εντός του έτους.
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=15340&m=D04&aa=2
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment