Το μερίδιο της εγχώριας παραγωγής στο σύνολο της κατανάλωσης μειώνεται διαχρονικά, ενώ η εισαγωγική διείσδυση αυξάνεται, κυμαινόμενη μεταξύ του 43%-48,5%, την τελευταία εξαετία, ήταν το συμπέρασμα, που προέκυψε από την κλαδική μελέτη «Κρέας» της Icap Group. Διαπίστωση της μελέτης αποτελεί η μείωση, που παρουσιάζεται την τελευταία δεκαετία, στην εγχώρια αγορά κρέατος.
Το κρέας αποτελεί βασικό είδος διατροφής στη χώρα μας και η ζήτηση του συνολικά χαρακτηρίζεται από χαμηλή ελαστικότητα ως προς την τιμή. Οι μεταβολές στην τιμή δεν επηρεάζουν δραστικά τη συνολική κατανάλωση κρέατος, ωστόσο μπορούν να καθορίζουν το βαθμό υποκατάστασης μεταξύ των διαφόρων ειδών κρέατος. Οι παράγοντες που επηρεάζουν περισσότερο τη ζήτηση είναι η αντίληψη περί ποιότητας του κρέατος, η οποία συνδέεται συχνά με την προέλευσή του, οι διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών, τα έθιμα και οι παραδόσεις, τα οποία ευνοούν την κατανάλωση συγκεκριμένης κατηγορίας κρέατος σε συγκεκριμένες περιόδους κλπ.
Κύριο γνώρισμα του κλάδου είναι η πληθώρα επιχειρήσεων στον παραγωγικό τομέα. Στην αγορά του κρέατος, λειτουργούν λίγες μεγάλες βιομηχανίες, που λειτουργούν και ως σύνθετες καθετοποιημένες μονάδες, πλήθος χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων-μονάδων παραγωγής χοιρινού κρέατος και πτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων-μονάδων παραγωγής κρέατος πουλερικών, βοοτροφικές μονάδες κα. Επίσης, η επεξεργασία και τυποποίηση κρέατος αποτελεί το αντικείμενο πολλών εταιριών, οι οποίες διευρύνουν την παρουσία τους στην αγορά. Οι μονάδες αυτές προμηθεύονται κρέας είτε από την εγχώρια αγορά είτε από το εξωτερικό και αναλαμβάνουν τον τεμαχισμό, την αποστέωση, την τυποποίηση, σε συσκευασίες που προορίζονται είτε για «επαγγελματική» χρήση είτε για λιανική πώληση ή ακόμη την παραγωγή κρεατοσκευασμάτων.
Κατά το διάστημα 1986-2008, η εγχώρια ανθρώπινη κατανάλωση αυξήθηκε, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 0,67%, αν και παρουσίασε διακυμάνσεις. Ωστόσο, την τελευταία δεκαετία, η εξέλιξη ήταν φθίνουσα, όπως προαναφέρθηκε. Σε γενικές γραμμές, το μερίδιο της εγχώριας παραγωγής στην κατανάλωση μειώνεται διαχρονικά, ενώ η εισαγωγική διείσδυση αυξάνεται - κυμάνθηκε μεταξύ 43%-48,5% - την τελευταία εξαετία. Η άνοδος αυτή των εισαγωγών αποδίδεται στις εγγενείς αδυναμίες της πρωτογενούς εγχώριας παραγωγής και τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα των εγχώριων προϊόντων. Από την άλλη πλευρά, οι εξαγωγικές επιδόσεις της εγχώριας παραγωγής παραμένουν εξαιρετικά χαμηλές. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής αγοράς απέσπασε το χοιρινό κρέας - ποσοστό 32,8%, το 2008, ενώ ακολουθεί το κρέας πουλερικών, με ποσοστό 26,8%, το 2008, και το βόειο κρέας, 18,3%.
Ο τομέας της εκτροφής και παραγωγής κρέατος αντιμετωπίζει προβλήματα, όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, αλλά και τον ανταγωνισμό από τα εισαγόμενα προϊόντα. Βασικό χαρακτηριστικό του κλάδου είναι ο κατακερματισμός της πρωτογενούς αγροτικής παραγωγής εν γένει και η ύπαρξη μεγάλου αριθμού κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, συνήθως μικρής παραγωγικής δυναμικότητας και χαμηλού ή μέτριου επιπέδου οργάνωσης.
Η ελλιπής οργάνωση των περισσότερων εκτροφικών μονάδων δημιουργεί το επιπλέον πρόβλημα της χαμηλής απόδοσης του ζωικού κεφαλαίου σε κρέας. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την καλή οργάνωση των εκτροφικών μονάδων και το χαμηλότερο κόστος παραγωγής σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιουργεί έντονο ανταγωνισμό μεταξύ των εγχωρίως παραγομένων και εισαγομένων προϊόντων, ο οποίος είναι εμφανής κυρίως στο επίπεδο των τιμών. Η εισαγωγική διείσδυση είναι μεγάλη στις κατηγορίες βοείου και χοιρινού κρέατος, ενώ στον τομέα της πτηνοτροφίας οι συνθήκες διαφέρουν και οι εισαγωγές παραμένουν σε περιορισμένα επίπεδα, λόγω του υψηλότερου επιπέδου οργάνωσης και του μεγάλου μεγέθους των κορυφαίων μονάδων.
Στο πλαίσιο της μελέτης συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός των παραγωγικών επιχειρήσεων κρέατος, βάσει δείγματος 37 εταιριών, για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα δημοσιευμένα στοιχεία τόσο για το 2006 όσο και για το 2007. Το σύνολο ενεργητικού των εταιριών αυτών αυξήθηκε κατά 4,52%, το 2007, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην αύξηση των απαιτήσεων και των διαθεσίμων. Οι συνολικές πωλήσεις των 37 εταιριών του δείγματος αυξήθηκαν το 2007 κατά 25,14%. Τα EBITDA παρουσίασαν αύξηση 85,87%, το 2007, ωστόσο σε απόλυτο μέγεθος κυμάνθηκαν σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τις αντίστοιχες πωλήσεις. Το τελικό καθαρό αποτέλεσμα παρέμεινε ζημιογόνο και τα δύο έτη, με τις ζημίες να μειώνονται, το 2007.
Ουσιαστικά, η ζημιογόνα κατάληξη είναι συνέπεια των υψηλών λειτουργικών εξόδων, που επιβαρύνουν δραστικά τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων του δείγματος. Περαιτέρω, από τον ομαδοποιημένο ισολογισμό των εισαγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου του κρέατος, βάσει δείγματος 61 εταιριών, προέκυψαν τα εξής: Το σύνολο ενεργητικού αυξήθηκε κατά 13,3%, το 2007, σε σχέση με το 2006. Οι συνολικές πωλήσεις των εταιριών του δείγματος μειώθηκαν, το 2007, κατά 2,5%. Τα EBITDA αυξήθηκαν κατά 1,8%, το 2007, και τελικά το κέρδος προ φόρου εισοδήματος διαμορφώθηκε στα 19,6 εκατ. ευρώ, το 2007, σημειώνοντας μείωση 11,7%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
No comments:
Post a Comment