Σχετικά ανθεκτικές εμφανίζονται οι τιμές των κατοικιών της Ελλάδας, όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με την οποία οι τιμές των διαμερισμάτων μειώθηκαν, κατά το 2009, με μέσο ετήσιο ρυθμό 5% στην Αθήνα και 6,2% στη Θεσσαλονίκη.
Το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης που ξεπερνά το 80%, η χαμηλή συχνότητα μεταπώλησης των ακινήτων, ο πολύ μικρός συναλλαγών σε σχέση με το διαθέσιμο απόθεμα, το υψηλό κόστος συναλλαγών και ο μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο αποτελούν, κατά την έκθεση, τις αιτίες για τις οποίες το ελληνικό real estate εμφανίζει “σημάδια” αντίστασης.
Παράλληλα, ο λόγος του δείκτη τιμών των κατοικιών προς το δείκτη των ενοικίων (P/E – αντιπροσωπεύει τα “κέρδη” που προκύπτουν από την κατοχή του σπιτιού με τη μορφή εσόδων από ενοίκια) φαίνεται να έχει υποχωρήσει σταδιακά τα τελευταία τρία έτη, γεγονός που αποδεικνύει ότι η αγορά οικιστικών ακινήτων δεν είναι υπερτιμημένη, βάσει πάντα της έκθεσης.
Την ίδια στιγμή, κατά την τελευταία διετία, η ελληνική αγορά ακινήτων χαρακτηρίζεται από υπερβάλλουσα προσφορά και ταυτόχρονη επιφυλακτικότητα από την πλευρά της ζήτησης. “Η επιφυλακτική στάση των νοικοκυριών όσον αφορά την αγορά κατοικίας είναι κυρίως αποτέλεσμα της αυξημένης αβεβαιότητας για την απασχόληση και τα μελλοντικά τους εισοδήματα, η οποία επιτείνεται τους τελευταίους μήνες από την αβεβαιότητα όσον αφορά τις γενικότερες προοπτικές της οικονομίας και την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας. Επιπλέον, οι αυξημένες προσδοκίες των νοικοκυριών για χαμηλότερα επίπεδα τιμών των κατοικιών στο μέλλον είναι πιθανό να τα έχουν οδηγήσει σε αναβολή της απόφασης για αγορά κατοικίας” αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με το πλεονάζον απόθεμα των κατοικιών που εκτιμάται ότι είχε δημιουργηθεί τα τελευταία έτη, σύμφωνα με την ΤτΕ, φαίνεται ότι απορροφάται σταδιακά, παρά τη σχετική επιφυλακτικότητα από την πλευρά της ζήτησης.
Κατά το 2009, μεγάλη κάμψη κατέγραψε η αγορά εξοχικής κατοικίας, με τον αριθμό των συναλλαγών να καταγράφει μείωση κατά περίπου 50% έναντι του 2008. Το ίδιο ισχύει και για τις αγοραπωλησίες αγροτεμαχίων επιφάνειας μικρότερης των 20 στρεμμάτων. Αντίθετα, οι πράξεις που αφορούν εκτάσεις άνω των 20 στρεμμάτων είναι σχετικά μειωμένες στη νησιωτική χώρα και στις παραθαλάσσιες περιοχές αλλά αυξημένες στις ορεινές περιοχές.
Το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης που ξεπερνά το 80%, η χαμηλή συχνότητα μεταπώλησης των ακινήτων, ο πολύ μικρός συναλλαγών σε σχέση με το διαθέσιμο απόθεμα, το υψηλό κόστος συναλλαγών και ο μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο αποτελούν, κατά την έκθεση, τις αιτίες για τις οποίες το ελληνικό real estate εμφανίζει “σημάδια” αντίστασης.
Παράλληλα, ο λόγος του δείκτη τιμών των κατοικιών προς το δείκτη των ενοικίων (P/E – αντιπροσωπεύει τα “κέρδη” που προκύπτουν από την κατοχή του σπιτιού με τη μορφή εσόδων από ενοίκια) φαίνεται να έχει υποχωρήσει σταδιακά τα τελευταία τρία έτη, γεγονός που αποδεικνύει ότι η αγορά οικιστικών ακινήτων δεν είναι υπερτιμημένη, βάσει πάντα της έκθεσης.
Την ίδια στιγμή, κατά την τελευταία διετία, η ελληνική αγορά ακινήτων χαρακτηρίζεται από υπερβάλλουσα προσφορά και ταυτόχρονη επιφυλακτικότητα από την πλευρά της ζήτησης. “Η επιφυλακτική στάση των νοικοκυριών όσον αφορά την αγορά κατοικίας είναι κυρίως αποτέλεσμα της αυξημένης αβεβαιότητας για την απασχόληση και τα μελλοντικά τους εισοδήματα, η οποία επιτείνεται τους τελευταίους μήνες από την αβεβαιότητα όσον αφορά τις γενικότερες προοπτικές της οικονομίας και την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας. Επιπλέον, οι αυξημένες προσδοκίες των νοικοκυριών για χαμηλότερα επίπεδα τιμών των κατοικιών στο μέλλον είναι πιθανό να τα έχουν οδηγήσει σε αναβολή της απόφασης για αγορά κατοικίας” αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με το πλεονάζον απόθεμα των κατοικιών που εκτιμάται ότι είχε δημιουργηθεί τα τελευταία έτη, σύμφωνα με την ΤτΕ, φαίνεται ότι απορροφάται σταδιακά, παρά τη σχετική επιφυλακτικότητα από την πλευρά της ζήτησης.
Κατά το 2009, μεγάλη κάμψη κατέγραψε η αγορά εξοχικής κατοικίας, με τον αριθμό των συναλλαγών να καταγράφει μείωση κατά περίπου 50% έναντι του 2008. Το ίδιο ισχύει και για τις αγοραπωλησίες αγροτεμαχίων επιφάνειας μικρότερης των 20 στρεμμάτων. Αντίθετα, οι πράξεις που αφορούν εκτάσεις άνω των 20 στρεμμάτων είναι σχετικά μειωμένες στη νησιωτική χώρα και στις παραθαλάσσιες περιοχές αλλά αυξημένες στις ορεινές περιοχές.
Προβλέψεις
Για τα επόμενα τρίμηνα, η ΤτΕ προβλέπει συγκρατημένη μείωση του λόγου των τιμών των κατοικιών προς τα ενοίκια, ενώ εκτιμά ότι οι συνθήκες στην αγορά οικιστικών ακινήτων θα επιδεινωθούν σε μικρό βαθμό.
“Ο κίνδυνος απότομης διόρθωσης των τιμών στην ελληνική αγορά ακινήτων απομακρύνεται όλο και περισσότερο, αν και οι πτωτικές πιέσεις στις τιμές είναι πιθανόν να συνεχιστούν και τους επόμενους μήνες” σημειώνεται στη σχετική έκθεση.
Όσον αφορά την ανάκαμψη της ελληνικής αγοράς ακινήτων, δεν προσδιορίζεται χρονικά στην έκθεση, επισημαίνεται όμως, ότι σχετίζεται με τις προσδοκίες των νοικοκυριών για την απασχόληση και τα μελλοντικά τους εισοδήματα, την χρηματοδότηση της αγοράς από το τραπεζικό σύστημα, αλλά και τη γενικότερη ανάκαμψη της οικονομίας.
http://www.capital.gr/News.asp?id=931049
No comments:
Post a Comment