Μέχρι πρόσφατα, η συνήθης κριτική που δεχόταν η Αγκελα Μέρκελ ήταν ότι παρακολουθούσε με σαδιστική αδιαφορία τη δημοσιονομική κρίση των περιφερειακών χωρών, τις οποίες άφηνε απροστάτευτες έναντι των αγρίως κερδοσκοπικών αγορών. Αυτή την εβδομάδα, όμως, η Γερμανίδα καγκελάριος προκάλεσε επικρίσεις για τον ακριβώς αντίθετο λόγο: Γιατί προχώρησε αιφνιδιαστικά και μονομερώς σε δέσμη πρωτοβουλιών με πρόσχημα την προστασία του ευρώ από τους κερδοσκόπους και πραγματικό στόχο την επανίδρυση της Ευρωζώνης κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν της Γερμανίας.
Ο χορός άνοιξε με την απαγόρευση των «ανοικτών πωλήσεων» ασφαλίστρων έναντι πτώχευσης. Οτι οι εν λόγω πωλήσεις ενθαρρύνουν όργια κερδοσκοπίας, είναι αναμφίβολο. Ωστόσο, η απόφαση ελέγχεται ως μονομερής, αλλά και δημαγωγική, καθώς ο μεγάλος όγκος των αμφιλεγόμενων συναλλαγών γίνεται στο Λονδίνο, επομένως δεν επηρεάζεται άμεσα από το Βερολίνο.
Ακολούθησαν ανακοινώσεις της κ. Μέρκελ για την επιβολή ειδικών φόρων στις τράπεζες και τις χρηματιστηριακές συναλλαγές και για τη δημιουργία ευρωπαϊκής υπηρεσίας αξιολόγησης, ώστε χώρες σαν την Ελλάδα να μη βρίσκονται στο έλεος των διαβόητων «οίκων» της Γουόλ Στριτ. Το εύγλωττο ερώτημα είναι γιατί έπρεπε η ελληνική οικονομία να υποστεί αυτή την πολύμηνη αφαίμαξη από τους διεθνείς τοκογλύφους και ο ελληνικός λαός να γίνει το ιδανικό πειραματόζωο του ΔΝΤ, μέχρις ότου η κυρία Μέρκελ ανακαλύψει το αυτονόητο;
Μπορεί κανείς να υποθέσει ότι τα «μέτρα εναντίον των κερδοσκόπων» απλώς ζαχαρώνουν το πικρό χάπι που ακολουθεί: την αναθεώρηση, επί το αυστηρότερον, του Συμφώνου Σταθερότητας. Σ’ αυτή την κατεύθυνση κινούνται οι γερμανικές προτάσεις για υποβολή των κρατικών προϋπολογισμών προς έγκριση στις Βρυξέλλες και για αυστηρή τιμωρία των «απείθαρχων» χωρών, μέχρι την πτώχευση και τον εξοστρακισμό από την Ευρωζώνη.
Η κ. Μέρκελ έχει δίκιο ότι «το ευρώ αντιμετωπίζει υπαρξιακή απειλή». Κινδύνεψε πραγματικά να καταρρεύσει τη «Μαύρη Παρασκευή», στις 7 Mαΐου, όταν ο Νικολά Σαρκοζί απείλησε, στη δραματική σύνοδο κορυφής, ότι η Γαλλία θα έφευγε από το ευρώ αν η Γερμανία δεν συναινούσε στη δημιουργία ενός είδους Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, με μαζική διοχέτευση χρήματος. Οι Γάλλοι κέρδισαν εκείνο τον γύρο, αλλά όχι και τον πόλεμο. Οι Γερμανοί επανέρχονται τώρα δριμύτεροι, ζητώντας να συντονιστούν όλοι, με πρωσική αυστηρότητα, στον βηματισμό του Βερολίνου: Είναι χαρακτηριστική η αξίωση του κ. Σόιμπλε να εισαγάγουμε όλοι στα συντάγματά μας διάταξη που θα προβλέπει «οροφή» του ελλείμματος, όπως έκαναν ήδη οι Γερμανοί!
Για να δικαιολογήσει την αξίωση αυτή, η Γερμανία επικαλείται την υπεροχή της στο πεδίο της ανταγωνιστικότητας. Αυτή όμως δεν οφείλεται στην άνοδο της παραγωγικότητας, η οποία, κατά την τελευταία δεκαετία, ήταν μόλις 1,2% σε ετήσια βάση, έναντι 2,4% στην Ελλάδα. Ούτε στην εργατικότητα, αφού, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το 2008 ο μέσος Ελληνας δούλευε 2.120 ώρες τον χρόνο, ενώ ο μέσος Γερμανός 1.432. Οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι κυβερνήσεις Σρέντερ και Μέρκελ, χάρη στη φτηνή εργατική δύναμη από την Ανατολική Γερμανία, τσάκισαν κυριολεκτικά το κόστος εργασίας, ασκώντας πολιτική κοινωνικού ντάμπινγκ εις βάρος των εταίρων τους.
Αλλά και αν δεχθούμε ότι η Ελλάδα κατανάλωνε «πέραν των δυνατοτήτων της», αυτό ενθαρρύνθηκε από το φτηνό χρήμα που διοχέτευε στις τράπεζες η ΕΚΤ, έτσι ώστε να μπορούν να αγοράζουν μέσω πιστωτικών καρτών και δανείων οι ελληνες καταναλωτές τα προϊόντα των βορείων χωρών. Κατ’ αυτό τον τρόπο η Γερμανία δημιουργούσε τεράστια πλεονάσματα, τα οποία δεν διοχέτευε ούτε στην εσωτερική κατανάλωση ούτε στον κοινοτικό προϋπολογισμό ούτε καν σε επενδύσεις κεφαλαίων σε χώρες της Ευρωζώνης, αφού προτιμούσε να επενδύει σε χώρες με χαμηλά μεροκάματα, όπως στην Τουρκία. Ο ίδιος ο κ. Σόιμπλε αναγκάστηκε να παραδεχτεί στους Financial Times: «Γιατί η Γερμανία ευημερεί τόσο πολύ; Μα γιατί ωφελείται από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση περισσότερο από κάθε άλλη χώρα–μέλος»!
Το πρόβλημα για το γερμανικό κεφάλαιο είναι ότι το πάρτι κάποτε θα τελειώσει. Οταν η κ. Μέρκελ απειλεί διαρκώς ότι θα οδηγήσει τα αδύνατα κράτη σε στάση πληρωμών και έξοδο από το ευρώ, θα πρέπει να αναλογισθεί ότι κάποια στιγμή μπορεί να εισπράξει αυτό ακριβώς που φαντασιώνεται. Στην Αργεντινή, λένε ότι «υπάρχουν δύο τύποι τρελών, οι τρελοί που δανείζουν και οι θεότρελοι που τους ξεπληρώνουν». Δεν είναι βέβαιο ότι θα είμαστε για πάντα οι πιο τρελοί του χωριού.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_22/05/2010_401901
No comments:
Post a Comment