The New York Times
Η συμφωνία της Παρασκευής στις Βρυξέλλες για την επαναχάραξη των κανόνων της Ευρωζώνης μπορεί να έσωσε πρόσκαιρα το κοινό νόμισμα, όμως ίσως είναι λιγότερη από όσο φαίνεται. Τουλάχιστον τέσσερα σημαντικά ζητήματα θα πρέπει να επιλυθούν: πόσα χρήματα χρειάζονται για να προστατευθεί τώρα η Ιταλία από κερδοσκοπική επίθεση, αν οι τράπεζες θα καταρρεύσουν λόγω της κρίσης, η απομόνωση της Βρετανίας που δεν είναι μέλος της Ευρωζώνης και αν το φάρμακο των Βρυξελλών, με συνταγή της Γερμανίας, ταιριάζει στην ασθένεια.
Καθώς η Ευρώπη έχει να αναχρηματοδοτήσει τεράστια χρέη στις αρχές του ερχόμενου έτους, η κρίση κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει. «Θα έρθουν κι άλλες δοκιμασίες και μάλιστα σύντομα» προβλέπει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γιόσκα Φίσερ. Αλλωστε, κίνδυνοι ελλοχεύουν ακόμα και αν επικυρωθεί η συμφωνία των Βρυξελλών, κάτι που δεν θα συμβεί τουλάχιστον πριν από τα τέλη καλοκαιριού του 2012.
Η συμφωνία, υπό την οποία οι 17 της Ευρωζώνης αποδέχονται μεγαλύτερη εποπτεία και έλεγχο των εθνικών προϋπολογισμών από την Ευρωπαϊκή Ενωση, «ήταν ένα μεγάλο βήμα, στο οποίο εξώθησαν τους Ευρωπαίους οι αγορές», σύμφωνα με τον κ. Φίσερ. Ο ίδιος υπήρξε σφοδρός επικριτής της απρόθυμης και βραδείας διαχείρισης της κρίσης από την καγκελάριο Μέρκελ, υποστηρίζει όμως ότι «εν τέλει, οι αγορές περιόρισαν τις επιλογές των πολιτικών ηγετών, ιδίως της Μέρκελ, και τους εξώθησαν να στηρίξουν περισσότερο το ευρώ».
Οι κανόνες της συμφωνίας δεν είναι καινούργιοι: επανακαθορίζουν τα πλαφόν που ορίσθηκαν στο Μάαστριχτ πριν από 20 χρόνια, όταν δημιουργήθηκε το ευρώ, με ελλείμματα στο 3% του ΑΕΠ και σωρευτικό χρέος ώς το 60% του ΑΕΠ. Τώρα οι κανόνες γίνονται πιο αυστηροί. Πολλοί, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι στον πυρήνα του προβλήματος βρίσκονται λιγότερο η πειθαρχία και περισσότερο η έλλειψη ανάπτυξης και οι βαθιές ανισορροπίες στα εμπορικά ισοζύγια εντός της Ευρωζώνης. Η λιτότητα φέρνει ύφεση, όχι ανάπτυξη, και η Ευρώπη χρειάζεται ανάπτυξη για να αντιμετωπίσει το χρέος της. Ομως, οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι επενδύσεις για επιτάχυνση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας χρειάζονται χρόνια για να αποφέρουν καρπούς.
«Η σχέση μεταξύ του 3% και των δημοσιονομικών προβλημάτων είναι ισχνή» υποστηρίζει ο Ζαν Πιζανί-Φερί του ινστιτούτου Bruegel των Βρυξελλών. Ισπανία και Ιρλανδία παρουσίαζαν ακόμα και δημοσιονομικά πλεονάσματα τα τελευταία χρόνια, έγιναν όμως στόχοι κερδοσκοπίας κατά την πιστωτική κρίση. Η Ιταλία έχει ένα από τα χαμηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα της Ευρωζώνης και πρωτογενές πλεόνασμα. «Οι χώρες δεν βρέθηκαν σε κρίση λόγω κακής διαχείρισης των δημοσιονομικών» τονίζει ο Ζαν Πολ Φιτουσί, καθηγητής Οικονομικών στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού, χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία «μάλλον απογοητευτική, εφόσον σημαίνει μεγαλύτερη αυστηρότητα, λιτότητα και λιγότερη ανάπτυξη».
Το ζήτημα είναι πώς θα προωθηθούν η ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα στις φτωχότερες χώρες της περιφέρειας με τα μεγάλα χρέη και τα εμπορικά ελλείμματα. «Χρειάζεται πειθαρχία για λόγους σταθεροποίησης, όμως και πολύ ισχυρότερη αναπτυξιακή στρατηγική», επιμένει ο κ. Φίσερ. Ο Μπέρναρντ Αβισάι του περιοδικού Harvard Business Review θεωρεί πως τα ερωτήματα πρέπει πλέον να είναι τα εξής: «Υπό ποια σενάρια είναι πιθανότερο να αναπτυχθούν οι οικονομίες του νότου; Στο πλαίσιο αυτό, Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα κ.λπ. μήπως θα είναι καλύτερα με το νόμισμά τους; Δεν θα ήταν πιο ανταγωνιστικές αν απλώς το υποτιμούσαν;».
Ο ίδιος απαντά πως όχι: μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία απαιτεί σταθερό νόμισμα. «Ο δρόμος για την ανάπτυξη δεν είναι τα φθηνά εργατικά χέρια, αλλά τα πλούσια μυαλά», καταλήγει
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_13/12/2011_465881
Η συμφωνία της Παρασκευής στις Βρυξέλλες για την επαναχάραξη των κανόνων της Ευρωζώνης μπορεί να έσωσε πρόσκαιρα το κοινό νόμισμα, όμως ίσως είναι λιγότερη από όσο φαίνεται. Τουλάχιστον τέσσερα σημαντικά ζητήματα θα πρέπει να επιλυθούν: πόσα χρήματα χρειάζονται για να προστατευθεί τώρα η Ιταλία από κερδοσκοπική επίθεση, αν οι τράπεζες θα καταρρεύσουν λόγω της κρίσης, η απομόνωση της Βρετανίας που δεν είναι μέλος της Ευρωζώνης και αν το φάρμακο των Βρυξελλών, με συνταγή της Γερμανίας, ταιριάζει στην ασθένεια.
Καθώς η Ευρώπη έχει να αναχρηματοδοτήσει τεράστια χρέη στις αρχές του ερχόμενου έτους, η κρίση κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει. «Θα έρθουν κι άλλες δοκιμασίες και μάλιστα σύντομα» προβλέπει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γιόσκα Φίσερ. Αλλωστε, κίνδυνοι ελλοχεύουν ακόμα και αν επικυρωθεί η συμφωνία των Βρυξελλών, κάτι που δεν θα συμβεί τουλάχιστον πριν από τα τέλη καλοκαιριού του 2012.
Η συμφωνία, υπό την οποία οι 17 της Ευρωζώνης αποδέχονται μεγαλύτερη εποπτεία και έλεγχο των εθνικών προϋπολογισμών από την Ευρωπαϊκή Ενωση, «ήταν ένα μεγάλο βήμα, στο οποίο εξώθησαν τους Ευρωπαίους οι αγορές», σύμφωνα με τον κ. Φίσερ. Ο ίδιος υπήρξε σφοδρός επικριτής της απρόθυμης και βραδείας διαχείρισης της κρίσης από την καγκελάριο Μέρκελ, υποστηρίζει όμως ότι «εν τέλει, οι αγορές περιόρισαν τις επιλογές των πολιτικών ηγετών, ιδίως της Μέρκελ, και τους εξώθησαν να στηρίξουν περισσότερο το ευρώ».
Οι κανόνες της συμφωνίας δεν είναι καινούργιοι: επανακαθορίζουν τα πλαφόν που ορίσθηκαν στο Μάαστριχτ πριν από 20 χρόνια, όταν δημιουργήθηκε το ευρώ, με ελλείμματα στο 3% του ΑΕΠ και σωρευτικό χρέος ώς το 60% του ΑΕΠ. Τώρα οι κανόνες γίνονται πιο αυστηροί. Πολλοί, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι στον πυρήνα του προβλήματος βρίσκονται λιγότερο η πειθαρχία και περισσότερο η έλλειψη ανάπτυξης και οι βαθιές ανισορροπίες στα εμπορικά ισοζύγια εντός της Ευρωζώνης. Η λιτότητα φέρνει ύφεση, όχι ανάπτυξη, και η Ευρώπη χρειάζεται ανάπτυξη για να αντιμετωπίσει το χρέος της. Ομως, οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι επενδύσεις για επιτάχυνση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας χρειάζονται χρόνια για να αποφέρουν καρπούς.
«Η σχέση μεταξύ του 3% και των δημοσιονομικών προβλημάτων είναι ισχνή» υποστηρίζει ο Ζαν Πιζανί-Φερί του ινστιτούτου Bruegel των Βρυξελλών. Ισπανία και Ιρλανδία παρουσίαζαν ακόμα και δημοσιονομικά πλεονάσματα τα τελευταία χρόνια, έγιναν όμως στόχοι κερδοσκοπίας κατά την πιστωτική κρίση. Η Ιταλία έχει ένα από τα χαμηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα της Ευρωζώνης και πρωτογενές πλεόνασμα. «Οι χώρες δεν βρέθηκαν σε κρίση λόγω κακής διαχείρισης των δημοσιονομικών» τονίζει ο Ζαν Πολ Φιτουσί, καθηγητής Οικονομικών στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού, χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία «μάλλον απογοητευτική, εφόσον σημαίνει μεγαλύτερη αυστηρότητα, λιτότητα και λιγότερη ανάπτυξη».
Το ζήτημα είναι πώς θα προωθηθούν η ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα στις φτωχότερες χώρες της περιφέρειας με τα μεγάλα χρέη και τα εμπορικά ελλείμματα. «Χρειάζεται πειθαρχία για λόγους σταθεροποίησης, όμως και πολύ ισχυρότερη αναπτυξιακή στρατηγική», επιμένει ο κ. Φίσερ. Ο Μπέρναρντ Αβισάι του περιοδικού Harvard Business Review θεωρεί πως τα ερωτήματα πρέπει πλέον να είναι τα εξής: «Υπό ποια σενάρια είναι πιθανότερο να αναπτυχθούν οι οικονομίες του νότου; Στο πλαίσιο αυτό, Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα κ.λπ. μήπως θα είναι καλύτερα με το νόμισμά τους; Δεν θα ήταν πιο ανταγωνιστικές αν απλώς το υποτιμούσαν;».
Ο ίδιος απαντά πως όχι: μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία απαιτεί σταθερό νόμισμα. «Ο δρόμος για την ανάπτυξη δεν είναι τα φθηνά εργατικά χέρια, αλλά τα πλούσια μυαλά», καταλήγει
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_13/12/2011_465881
No comments:
Post a Comment