Αντιδράσεις από τον Μπεν Μπερνάνκι στις περικοπές αρμοδιοτήτων της Fed Διίστανται οι απόψεις για το νομοσχέδιο που υπέβαλε ο πρόεδρος της τραπεζικής επιτροπής στη Γερουσία, Κρίστοφερ Ντοντ, για τη μεταρρύθμιση του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού κλάδου, με ορισμένους επικριτές να ισχυρίζονται ότι δεν ανταποκρίνεται στις αρχικές προσδοκίες, αλλά και το τραπεζικό λόμπι να μάχεται για ριζικές τροποποιήσεις. Τον Δεκέμβριο του 2009, όταν είχε περάσει από την επιτροπή χρηματοοικονομικών υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, είχε χαρακτηριστεί το πιο τολμηρό σχέδιο μεταρρύθμισης των τελευταίων 80 χρόνων. Το κόμμα των Ρεπουμπλικανών και ορισμένοι Δημοκρατικοί διαφωνούν κάθετα με προβλέψεις του. Η τελική μάχη θα δοθεί στη Γερουσία, όπου ο Λευκός Οίκος πρέπει να διασφαλίσει 60 θετικές ψήφους, όταν οι Δημοκρατικοί κατέχουν πλέον μόνον 59 έδρες. Οι Ρεπουμπλικανοί φοβούνται, κυρίως, για το μέγεθος του παρεμβατισμού στις τράπεζες από τις ρυθμιστικές αρχές. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), από την οποία αφαιρείται η αρμοδιότητα της εποπτείας 5.000 τραπεζικών ομίλων και 850 περιφερειακών τραπεζών, σύμφωνα με το νομοσχέδιο. Απομένει η αποκλειστική εποπτεία χρηματοοικονομικών ομίλων με περιουσιακά στοιχεία άνω των 50 δισ. δολαρίων. Την πρόταση αυτή απέρριψε εμμέσως ο πρόεδρος της Fed, Μπεν Μπερνάνκι, σε γραπτή κατάθεσή του στο Κογκρέσο. Δίχως να αναφερθεί στο νομοσχέδιο, ο 54χρονος κ. Μπερνάνκι δήλωσε ότι η Fed πρέπει να διατηρήσει την εποπτεία του συνολικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, εφ’ όσον ήδη κατέχει την απαραίτητη εμπειρία και τους μηχανισμούς επίβλεψης, προκειμένου να έχει μια σφαιρική εικόνα των δεδομένων όταν χαράσσει νομισματική πολιτική. Ο κ. Ντοντ, όπως και άλλα μέλη του Κογκρέσου, όμως, έχουν επικρίνει την ανεπάρκεια της Fed στη θωράκιση της οικονομίας εν μέσω της κρίσης. Ο 83χρονος Πολ Βόλκερ, κορυφαίος οικονομικός σύμβουλος του Μπαράκ Ομπάμα και κεντρικός τραπεζίτης των ΗΠΑ στην τραπεζική κρίση της δεκαετίας του ’80, συντάσσεται με τη θέση του κ. Μπερνάνκι. Οπως δήλωσε ο κ. Βόλκερ, η χάραξη νομισματικής πολιτικής, όπως και κάθε ζήτημα που ανακύπτει, είτε για τη δομή των τραπεζών είτε του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού συστήματος, είναι τομείς που αλληλοεπηρεάζονται. Ενα από τα πλέον αμφιλεγόμενα σημεία του νομοσχεδίου αφορά στη δημιουργία εποπτικής αρχής προστασίας των καταναλωτών στον χρηματοπιστωτικό κλάδο (CFPA). Αν και η αρχή αυτή θα υπάγεται στη Fed, θα λειτουργεί ανεξάρτητα, με τις αρμοδιότητές της να αγγίζουν ομίλους με περιουσιακά στοιχεία άνω των 10 δισ. δολαρίων, ενώ ο επικεφαλής θα ορίζεται από τον πρόεδρο των ΗΠΑ. Σημείο αιχμής για τις τράπεζες αποτελεί πρόταση που αποκλείει τραπεζικούς ομίλους που βρίσκονται υπό την εποπτεία της Fed να συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο των περιφερειακών ομοσπονδιακών τραπεζών. Αυτό σημαίνει π. χ. ότι ο διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan Chase, Τζέιμι Ντίμον, θα πρέπει να παραιτηθεί από το διοικητικό συμβούλιο της Fed στη Νέα Υόρκη. Επιπροσθέτως, συστήνεται μη δεσμευτική ψήφος των μετόχων σε θέματα αποζημίωσης των στελεχών, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε νέες διεκδικήσεις. Οι τελευταίες πινελιές στο νομοσχέδιο από την τραπεζική επιτροπή αναμένεται να δοθούν την επόμενη εβδομάδα. Πολλοί, ωστόσο, φοβούνται ότι οι διαβουλεύσεις θα είναι χρονοβόρες. Ο κ. Ντοντ, πάντως, δήλωσε ότι δεν θα υποβάλει εκ νέου υποψηφιότητα στις εκλογές της Γερουσίας το Νοέμβριο, οπότε λήγει η θητεία του, γεγονός που μειώνει τα χρονικά περιθώρια και εντείνει την αβεβαιότητα για την τελική μορφή του νομοσχεδίου. Ο κανόνας Βόλκερ, νερωμένος Ο κανόνας Βόλκερ για τη θέσπιση αυστηρών ορίων στην επένδυση ιδίων κεφαλαίων από εμπορικές τράπεζες –αλλά και των κεφαλαίων που παραχωρούν σε κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds) και ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity funds) – θεωρείται ότι έχει συμβιβαστεί έτσι όπως ενσωματώνεται στο νομοσχέδιο του Κρίστοφερ Ντοντ. Επικριτές του σχολιάζουν ότι δεν υιοθετούνται ενιαία κριτήρια, αλλά η οποιαδήποτε αξιολόγηση θα γίνεται κατά περίπτωση. Τα hedge funds με περιουσιακά στοιχεία άνω των 100 εκατ. δολαρίων θα πρέπει να λογοδοτούν στην αμερικανική επιτροπή κεφαλαιαγοράς (SEC) και την επιτροπή διαπραγμάτευσης εμπορευμάτων στις ΗΠΑ, ενώ σε θεσμικό πλαίσιο ενσωματώνονται και τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. Ομως, οι ρυθμιστικές αρχές δεν θα μπορούν να απορρίψουν ένα προϊόν ή ομόλογο swap για την προστασία του συστήματος από τον κίνδυνο αλυσιδωτών αντιδράσεων, όπως αρχικά προβλεπόταν, καθώς ο ρόλος τους θα είναι καθαρά εποπτικός. Τέλος, προβλέπεται δημιουργία ταμείου με τραπεζικά κεφάλαια 50 δισ. δολαρίων, αποστολή του οποίου θα είναι να αναλαμβάνει τη στήριξη ή την εκκαθάριση των μεγαλύτερων ομίλων που θα βρίσκονται στα όρια της πτώχευσης, για να μην επιβαρύνονται το κόστος αυτό οι Αμερικανοί φορολογούμενοι.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_20/03/2010_394832
|
No comments:
Post a Comment