ZZ
Οταν οι λαοί -και μεταξύ αυτών οι Ελληνες- δικαίως φοβούνται πως η κρατική χρεοκοπία διαλύει με ισχυρούς ρυθμούς την ελληνική οικονομία, τότε για να περιγράψουμε την κατάσταση πρέπει να παραφράσουμε τον Μαρξ: Ενα φάντασμα πλανιέται πάνω στην περιφέρεια της Ευρωζώνης - το φάντασμα του οικονομικού χάους. Οντως, η κρίση χρεών «υποθηκεύει» στην κυριολεξία την οικονομική ανεξαρτησία των πάντων.
Ομως, αν η «σοσιαλιστική» υποχώρηση ήταν η θυσία κάθε ιδεολογίας, η συντηρητική έξαρση οδήγησε στην απαξίωση της ίδιας της πολιτικής. Το βρετανικό παράδειγμα αποτελεί ήδη, με πιο έμμεση μορφή, τον κανόνα σε όλη την Ευρώπη. Το βλέπουμε στη γερμανική βύθιση στη μετριότητα, στο γαλλικό τέλμα ιδεών, στην ιταλική κατάρρευση κάθε σοβαρότητας και βέβαια στο πολιτικό Βατερλώ της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το βλέπουμε καθαρότερα στη χώρα μας, όταν έχει καταστεί ολοφάνερο ότι οι (σχεδόν) πάντες παλινδρομούν στο ψέμα, όταν δεν υπάρχει πεδίο της δημόσιας ζωής που να μην έχει (ξανα) κυλιστεί στον βούρκο.
Τίποτα απ’ όσα λέγονται δεν σημαίνεται, καμία υπόσχεση δεν πρόκειται να τηρηθεί, καμία πράξη δεν έχει σύνδεση με ό, τι θα μπορούσε να νοηθεί ως κοινωνικό συμφέρον.
Το ζήτημα δεν είναι γιατί γίνεται αυτό (η απάντηση είναι εύκολη και την ξέρουμε όλοι: γιατί επιτρέπουμε να γίνει), αλλά αν θα αφήσουμε οριστικά την πολιτική να αποκολληθεί από το στοίχημα της αναστροφής που δεν μπορεί να κερδηθεί από τις σημερινές εξουσίες.
Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί, υπό την ηγεσία της καγκελαρίου Μέρκελ, προσπαθούν να αρνηθούν σκοπίμως δύο γεγονότα: πρώτον, ότι η Ελλάδα έχει πτωχεύσει στον κρατικό τομέα και, δεύτερον, ότι οι εταίροι της του Βορρά θα χρειαστεί να πληρώσουν τουλάχιστον μέρος του λογαριασμού, είτε μεταφέροντας κεφάλαια στον Νότο είτε διοχετεύοντάς τα στις δικές τους τράπεζες, για να τις στηρίξουν.
Απέτυχαν να αναδιαρθρώσουν σωτήρια και αποτελεσματικά το ελληνικό χρέος και η χώρα συνεχίζει να μην έχει ουσιαστική ευκαιρία ανάκαμψης.
Κανένας δεν εξηγεί καλύτερα τις συνέπειες αυτών που συμβαίνουν απ’ ό, τι ο Κένεθ Ρογκόφ, καθηγητής Οικονομικών στο Χάρβαρντ, ο οποίος πρόσφατα υποστήριξε σε ένα δοκίμιο ότι δεν βρισκόμαστε σε μια Μεγάλη Υφεση αλλά σε μια Μεγάλη Πιστωτική Συρρίκνωση. «Γιατί όλοι αναφέρονται στην πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση μιλώντας για Μεγάλη Υφεση;» ρωτούσε ο Ρογκόφ. «Η φράση Μεγάλη Υφεση δημιουργεί την εντύπωση ότι η οικονομία ακολουθεί το περίγραμμα μιας τυπικής ύφεσης, η οποία είναι μόνο πιο σοβαρή - κάτι σαν ένα πραγματικά κακό κρυολόγημα. Ωστόσο, το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι η παγκόσμια οικονομία πάσχει από σοβαρή ανισορροπία και δεν υπάρχει γρήγορη διαφυγή χωρίς ένα πρόγραμμα για τη μεταφορά πλούτου από πιστωτές σε οφειλέτες μέσω χρεοκοπιών, χρηματοπιστωτικής καταπίεσης ή πληθωρισμού».
«Σε μια συμβατική ύφεση, η επαναφορά της ανάπτυξης σημαίνει μια ευλόγως ταχεία επιστροφή στην ομαλότητα. Η οικονομία όχι μόνον ανακτά το χαμένο έδαφος, αλλά μέσα σε ένα χρόνο συνήθως αποκαθιστά την ανοδική μακροπρόθεσμη τάση της. Επειτα από μια βαθιά χρηματοπιστωτική κρίση, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Συνήθως μια οικονομία χρειάζεται περισσότερα από τέσσερα χρόνια, μόνο για να φτάσει στο ίδιο επίπεδο κατά κεφαλήν εισοδήματος που υπήρχε πριν από την κρίση. Πολλοί σχολιαστές έχουν επιχειρηματολογήσει πως τα χρηματοπιστωτικά κίνητρα απέτυχαν, όχι επειδή δεν ήταν ορθά, αλλά επειδή δεν ήταν αρκετά μεγάλα για να καταπολεμήσουν τη Μεγάλη Υφεση. Σε μια Μεγάλη Συρρίκνωση, όμως, το υπ’ αριθμόν 1 πρόβλημα είναι το υπερβολικά μεγάλο χρέος». Μέχρι να βρούμε τρόπους για να αναδιαρθρώσουμε και να διαγράψουμε κάποια από αυτά τα χρέη για καταναλωτές, εταιρείες, τράπεζες και κυβερνήσεις, οι δαπάνες για να κινηθεί η ανάπτυξη δεν πρόκειται να επιστρέψουν στην κλίμακα που χρειαζόμαστε.
Οταν οι λαοί -και μεταξύ αυτών οι Ελληνες- δικαίως φοβούνται πως η κρατική χρεοκοπία διαλύει με ισχυρούς ρυθμούς την ελληνική οικονομία, τότε για να περιγράψουμε την κατάσταση πρέπει να παραφράσουμε τον Μαρξ: Ενα φάντασμα πλανιέται πάνω στην περιφέρεια της Ευρωζώνης - το φάντασμα του οικονομικού χάους. Οντως, η κρίση χρεών «υποθηκεύει» στην κυριολεξία την οικονομική ανεξαρτησία των πάντων.
Η καταστροφή από μια επερχόμενη κρίση συχνά έρχεται πολύ αργά. Πρόκειται για αξίωμα, κάτι σαν «βρώμικο» μυστικό, της οικονομικής πολιτικής. Αυτοί που τη χαράσσουν και είναι υπεύθυνοι για την πορεία της οικονομίας, αργούν να αντιληφθούν (;) τις συνέπειες που εκκολάπτει η καταστροφή. Επειτα αργούν να αντιδράσουν. Το εξοργιστικό είναι ότι, ενώ οι κοινοί θνητοί έχουν πλήρη επίγνωση των προβλημάτων και των κινδύνων, πολύ προτού αυτά γίνουν αντιληπτά (;) στους φωστήρες των υπουργείων Οικονομικών και των τραπεζιτών, εν τούτοις αυτοί καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα.
Η οικονομία μπορεί να είναι παγκοσμιοποιημένη, αλλά η πολιτική παραμένει τοπική υπόθεση. Το δεύτερο πακέτο βοήθειας της 21ης Ιουλίου δεν έχει αλλάξει τα δεδομένα στη χώρα. Η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν έχει ούτε στρατηγικό αναπτυξιακό σχέδιο ούτε χρήματα. Συνεχίζει να φορολογεί ό, τι κινείται. Το Δημόσιο είναι σαν ζόμπι που έχει βγει στους δρόμους και ζητάει να ρουφήξει το αίμα των ζωντανών. Οπως και τα ομόλογα του Δημοσίου που ρουφάνε το αίμα των τραπεζών και των καταθετών.Ομως, αν η «σοσιαλιστική» υποχώρηση ήταν η θυσία κάθε ιδεολογίας, η συντηρητική έξαρση οδήγησε στην απαξίωση της ίδιας της πολιτικής. Το βρετανικό παράδειγμα αποτελεί ήδη, με πιο έμμεση μορφή, τον κανόνα σε όλη την Ευρώπη. Το βλέπουμε στη γερμανική βύθιση στη μετριότητα, στο γαλλικό τέλμα ιδεών, στην ιταλική κατάρρευση κάθε σοβαρότητας και βέβαια στο πολιτικό Βατερλώ της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το βλέπουμε καθαρότερα στη χώρα μας, όταν έχει καταστεί ολοφάνερο ότι οι (σχεδόν) πάντες παλινδρομούν στο ψέμα, όταν δεν υπάρχει πεδίο της δημόσιας ζωής που να μην έχει (ξανα) κυλιστεί στον βούρκο.
Τίποτα απ’ όσα λέγονται δεν σημαίνεται, καμία υπόσχεση δεν πρόκειται να τηρηθεί, καμία πράξη δεν έχει σύνδεση με ό, τι θα μπορούσε να νοηθεί ως κοινωνικό συμφέρον.
Το ζήτημα δεν είναι γιατί γίνεται αυτό (η απάντηση είναι εύκολη και την ξέρουμε όλοι: γιατί επιτρέπουμε να γίνει), αλλά αν θα αφήσουμε οριστικά την πολιτική να αποκολληθεί από το στοίχημα της αναστροφής που δεν μπορεί να κερδηθεί από τις σημερινές εξουσίες.
Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί, υπό την ηγεσία της καγκελαρίου Μέρκελ, προσπαθούν να αρνηθούν σκοπίμως δύο γεγονότα: πρώτον, ότι η Ελλάδα έχει πτωχεύσει στον κρατικό τομέα και, δεύτερον, ότι οι εταίροι της του Βορρά θα χρειαστεί να πληρώσουν τουλάχιστον μέρος του λογαριασμού, είτε μεταφέροντας κεφάλαια στον Νότο είτε διοχετεύοντάς τα στις δικές τους τράπεζες, για να τις στηρίξουν.
Απέτυχαν να αναδιαρθρώσουν σωτήρια και αποτελεσματικά το ελληνικό χρέος και η χώρα συνεχίζει να μην έχει ουσιαστική ευκαιρία ανάκαμψης.
Κανένας δεν εξηγεί καλύτερα τις συνέπειες αυτών που συμβαίνουν απ’ ό, τι ο Κένεθ Ρογκόφ, καθηγητής Οικονομικών στο Χάρβαρντ, ο οποίος πρόσφατα υποστήριξε σε ένα δοκίμιο ότι δεν βρισκόμαστε σε μια Μεγάλη Υφεση αλλά σε μια Μεγάλη Πιστωτική Συρρίκνωση. «Γιατί όλοι αναφέρονται στην πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση μιλώντας για Μεγάλη Υφεση;» ρωτούσε ο Ρογκόφ. «Η φράση Μεγάλη Υφεση δημιουργεί την εντύπωση ότι η οικονομία ακολουθεί το περίγραμμα μιας τυπικής ύφεσης, η οποία είναι μόνο πιο σοβαρή - κάτι σαν ένα πραγματικά κακό κρυολόγημα. Ωστόσο, το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι η παγκόσμια οικονομία πάσχει από σοβαρή ανισορροπία και δεν υπάρχει γρήγορη διαφυγή χωρίς ένα πρόγραμμα για τη μεταφορά πλούτου από πιστωτές σε οφειλέτες μέσω χρεοκοπιών, χρηματοπιστωτικής καταπίεσης ή πληθωρισμού».
«Σε μια συμβατική ύφεση, η επαναφορά της ανάπτυξης σημαίνει μια ευλόγως ταχεία επιστροφή στην ομαλότητα. Η οικονομία όχι μόνον ανακτά το χαμένο έδαφος, αλλά μέσα σε ένα χρόνο συνήθως αποκαθιστά την ανοδική μακροπρόθεσμη τάση της. Επειτα από μια βαθιά χρηματοπιστωτική κρίση, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Συνήθως μια οικονομία χρειάζεται περισσότερα από τέσσερα χρόνια, μόνο για να φτάσει στο ίδιο επίπεδο κατά κεφαλήν εισοδήματος που υπήρχε πριν από την κρίση. Πολλοί σχολιαστές έχουν επιχειρηματολογήσει πως τα χρηματοπιστωτικά κίνητρα απέτυχαν, όχι επειδή δεν ήταν ορθά, αλλά επειδή δεν ήταν αρκετά μεγάλα για να καταπολεμήσουν τη Μεγάλη Υφεση. Σε μια Μεγάλη Συρρίκνωση, όμως, το υπ’ αριθμόν 1 πρόβλημα είναι το υπερβολικά μεγάλο χρέος». Μέχρι να βρούμε τρόπους για να αναδιαρθρώσουμε και να διαγράψουμε κάποια από αυτά τα χρέη για καταναλωτές, εταιρείες, τράπεζες και κυβερνήσεις, οι δαπάνες για να κινηθεί η ανάπτυξη δεν πρόκειται να επιστρέψουν στην κλίμακα που χρειαζόμαστε.
No comments:
Post a Comment