(σε συνδυασμό με το αμέσως προηγούμενο άρθρο)
The Washington Post
Tο 2006, όταν ο πρώην καθηγητής του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, Μπεν Μπερνάνκι, και ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs, Χένρι Πόλσον, αναλάμβαναν αντιστοίχως επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed) και του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, μάλλον δεν μπορούσαν να φανταστούν ποτέ τι θα αντιμετώπιζαν μόλις μία διετία αργότερα. Στο διάστημα αυτό αναγκάσθηκαν να θέσουν τις υπηρεσίες τους σε εγρήγορση, προσπαθώντας να αποφύγουν τη διάλυση της οικονομίας.
Οπως συμβαίνει σε έναν πόλεμο, οι δύο αξιωματούχοι αντιμετώπισαν πολλά απρόοπτα. Ακριβώς όπως όταν βρίσκεται κάποιος σε εμπόλεμη κατάσταση, χρειάσθηκε συχνά να λάβουν γρήγορες αποφάσεις, σχεδόν στο... γόνατο. Οπως, για παράδειγμα όταν αποφασίσθηκε η διάθεση 85 δισ. δολαρίων για τη διάσωση του ασφαλιστικού κολοσσού American International Group (AIG). Η πρακτική τους αυτή, της αντιμετώπισης επιμέρους προβλημάτων, αποδείχθηκε ευάλωτη την περασμένη εβδομάδα. Ευάλωτη ήταν και τότε που ο Πόλσον ζήτησε τη λήψη ριζικών μέτρων, από τα οποία προβλέπεται η εξαγορά από το κράτος, τεραστίας αξίας επισφαλών δανείων, έτσι, ώστε να ενισχυθεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας.
Ολα έχουν να κάνουν σε τελική ανάλυση με την εμπιστοσύνη. Κάθε χρηματοπιστωτικό σύστημα στηρίζεται στην εμπιστοσύνη. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί με τους οποίους συναλλάσσονται θα «συμπεριφέρονται» κατά τα αναμενόμενα. Ο λόγος για τον οποίο βρισκόμαστε σήμερα σε κρίση έγκειται στο ότι τα στελέχη τους -των εμπορικών και επενδυτικών τραπεζών καθώς και των αμοιβαίων κεφαλαίων- έχουν χάσει την εμπιστοσύνη του κόσμου, καθώς και την εμπιστοσύνη μεταξύ τους. Οι τράπεζες διστάζουν να δανείσουν η μία την άλλη, οι επενδυτές υποχωρούν. Μεγάλο κακό θα αποτελούσε η δημιουργία κλίματος πανικού και αυτό ακριβώς προσπαθεί να αποφύγει ο κ. Πόλσον.
Από τον Αύγουστο του 2007, η Fed έχει λάβει σειρά μέτρων για να την αντιμετωπίσει. Κατόπιν, η Fed αλλά και το υπουργείο των Οικονομικών παρενέβησαν επανειλημμένως για να αποτρέψουν την κατάληξη σε πτώχευση κολοσσούς της χρηματοπιστωτικής, αλλά και της ασφαλιστικής αγοράς. Το κόστος όλων αυτών των ενεργειών που θα καλύψουν σε τελική ανάλυση οι Αμερικανοί φορολογούμενοι, δεν έχει προσδιορισθεί. Μπορεί να ανέλθει στα δισ. δολάρια ή να είναι μηδενικό, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως σε αυτήν της AIG, η Fed χρεώνει τον ασφαλιστικό κολοσσό με υψηλούς τόκους και εκτιμά ότι θα της επιστραφούν έντοκα τα κεφάλαια όταν θα ρευστοποιηθούν περιουσιακά στοιχεία του. Ομως ο νέος αυτός ρόλος της Fed, ρόλος διασώστη, αλλάζει δραματικά το προφίλ της, ως φύλακα αγγέλου της αμερικανικής οικονομίας από τον πληθωρισμό και προστάτιδος της ανάπτυξης. Ο επίσημος λόγος; Οτι έτσι δεν θα υποφέρουν και άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες συναλλάσσοντο με τις προβληματικές.
Δυστυχώς, οι αναγκαστικές, αλλεπάλληλες επεμβάσεις των Αρχών έχασαν σταδιακά την αποτελεσματικότητά τους και η κρίση δεν αποφεύχθηκε.
Σήμερα, οι δύο αξιωματούχοι προωθούν ένα ολοκληρωμένο και πανάκριβο πρόγραμμα στήριξης του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο ελπίζεται να σώσει την κατάσταση. Πέραν όμως των πολλών, πρακτικών θεμάτων που ζητούν απαντήσεις πριν υλοποιηθεί, υπάρχει ένα και μοναδικό, το μέγιστο: Εάν αποτύχει και αυτό, τι θα μπορούσε να κάνει ακόμη η κυβέρνηση της Ουάσινγκτον;
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_23/09/2008_285752
23.9.08
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment