Του Γεωργιου Κ. Μπητρου*
Με αυτά που λέγονται και γράφονται αυτές τις ημέρες στα εγχώρια και διεθνή μέσα ενημέρωσης σχετικά με τη χώρα μας, μου δημιουργείται η εντύπωση ότι κάποιοι ενήμεροι σχολιαστές του εσωτερικού υποεκτιμούν τη σοβαρότητα του δημοσιονομικού προβλήματος που αντιμετωπίζουμε, ενώ κάποιοι άλλοι κυρίως από το εξωτερικό, οι οποίοι έχουν καλή γνώση της δυναμικής του προβλήματος, συνιστούν την αντιμετώπισή του με μέτρα που θίγουν την ευαισθησία και υπερηφάνεια του λαού μας. Γι’ αυτό, με όσο απλούστερο τρόπο επιτρέπει η χρήση της ελληνικής γλώσσας, έκρινα σκόπιμο να τεκμηριώσω τον ακριβή βαθμό δυσκολίας του προβλήματος και τι επιλογές υπάρχουν.
Στο τέλος του 2009, σε τρέχουσες τιμές, το δημόσιο χρέος ήταν 300 δισ. ευρώ, ενώ το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν βρισκόταν στο επίπεδο των 240 δισ. ευρώ. Κατά συνέπεια, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν είχε ανέλθει στο 125%. Για ευκολία της ανάδειξης του προβλήματος, αλλά εντελώς προσωρινά, έστω ότι ισχύουν οι ακόλουθες υποθέσεις:
1. Ξαφνικά και ως διά μαγείας η κυβέρνηση καταφέρνει να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα στο μηδέν.
2. Από το πλεόνασμα της μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης ένα ποσοστό s δεσμεύεται από την κυβέρνηση και χρησιμοποιείται για την αποπληρωμή του ήδη συσσωρευμένου δημόσιου χρέους, ενώ το υπόλοιπο 1-s χρησιμοποιείται για καθαρά καταναλωτικούς σκοπούς.
Η πρώτη υπόθεση συνεπάγεται ότι το δημόσιο χρέος σταματάει να αυξάνεται από τα συνεχόμενα ελλείμματα της κυβέρνησης και οποιαδήποτε μεταβολή του προέρχεται πλέον από τις μεταβολές στο μέσο ονομαστικό επιτόκιο του δημόσιου χρέους, r. Οσον αφορά τη δεύτερη υπόθεση, αυτή σημαίνει ότι, αν ο ονομαστικός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας μας είναι g, ένα ποσοστό s.g του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος θα πηγαίνει κάθε έτος για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους.
Με βάση τις ανωτέρω υποθέσεις, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, λι, στο τέλος κάθε έτους της περιόδου 2010 - 2019 θα εξαρτηθεί από τις τιμές που θα λάβουν οι παράμετροι s, g και r. Ο πιο κάτω πίνακας δίνει τις τιμές του λόγου το 2019 για διάφορες τιμές των εν λόγω παραμέτρων.
Υπό το φως αυτών των αποτελεσμάτων, ας έλθουμε τώρα στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε. Αυτή τη στιγμή το μέσο ονομαστικό επιτόκιο του δημόσιου χρέους μπορεί να βρίσκεται στη γειτονιά του r=0,035. Αλλά ακόμη και αν: α) μας καλύψουν για τώρα οι εταίροι μας στην Ευρώπη και β) τα περιθώρια (spreads) των δημόσιων ομολογιών επανέλθουν στα προ της κρίσης επίπεδα, το βέβαιο είναι ότι τα επιτόκια θα ανέλθουν διεθνώς τα προσεχή χρόνια. Εστω ότι η αύξηση των επιτοκίων τη δεκαετία 2010 - 2019 θα ωθήσει το επιτόκιο του δημόσιου χρέους στο επίπεδο r=0,055. Οπότε, τι θα συμβεί στον λόγο λι, θα εξαρτηθεί από το ποσοστό s που θα δεσμεύσει το Δημόσιο για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους και τον ρυθμό ανάπτυξης g. Εστω ότι s=0,50. Τότε από τον πίνακα παρατηρούμε ότι για να μην ανέλθει ο λόγος λι πάνω από το επίπεδο του 2009, την περίοδο 2010 - 2019 θα πρέπει να επιτύχουμε μέσο ρυθμό ανάπτυξης τουλάχιστον 5%, ο οποίος με ένα μέσο πληθωρισμό 2% βρίσκεται μέσα στη γειτονιά του πραγματικού ρυθμού ανάπτυξης της δεκαετίας 2000 - 2009. Επομένως, για τους Ευρωπαίους, τις διεθνείς αγορές και εμάς τους ίδιους, μπαίνουν τρία θεμελιώδη ερωτήματα. Αυτά είναι:
1. Είναι δυνατόν να μηδενιστούν άμεσα τα δημόσια ελλείμματα;
2. Μπορούμε ως χώρα να επιτύχουμε τα προσεχή δέκα χρόνια μέσο ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης 5%;
3. Θα δεχθεί ο λαός το 2,5% του αναπτυξιακού πλεονάσματος τα προσεχή δέκα χρόνια να δεσμευτεί για την αποπληρωμή του χρέους;
Με βαθμό εμπιστοσύνης που πλησιάζει τη βεβαιότητα, η εκτίμησή μου είναι ότι οι απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις είναι αρνητικές. Μάλιστα, αν χρειαστεί κάποιο μεγαλύτερο ποσοστό της ανάπτυξης να δοθεί στην κατανάλωση για λόγους έκτακτης εθνικής ανάγκης ή αν παραταθεί η περίοδος των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, τότε ο απαιτούμενος ρυθμός ανάπτυξης θα πρέπει να είναι ακόμη υψηλότερος, και συνεπώς εντελώς ανέφικτος με την παρούσα διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας. Ως εκ τούτου: α) δεν υπάρχουν πλέον ήπιες παραδοσιακές πολιτικές οι οποίες να μας δίνουν τη δυνατότητα να βγούμε από το αδιέξοδο, και β) όσο η βίαιη προσαρμογή αναβάλλεται τόσο το αδιέξοδο χειροτερεύει.
Μια βίαιη προσαρμογή είναι αυτή που θα προδιαγραφεί από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), αν φυσικά καταφύγουμε σ’ αυτό για βοήθεια. Οι πολιτικές τότε θα στοχεύσουν στη δημιουργία μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων στον δημόσιο προϋπολογισμό και θα περιλαμβάνουν, μεταξύ των άλλων: α) σημαντικές απολύσεις σε όλα τα επίπεδα του δημόσιου τομέα, β) ιδιωτικοποιήσεις, γ) ευρύτατες διαρθρωτικές αλλαγές για την ανόρθωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας κ.λπ. Μια άλλη βίαιη προσαρμογή είναι η στάση πληρωμών και η αναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους με τους πιστωτές, ώστε να φέρουν και αυτοί μέρος του κόστους της προσαρμογής, γιατί έτσι συμβαίνει στις αγορές και θα το κατανοήσουν. Δυστυχώς, όλες οι ενδείξεις είναι ότι δεν μπορούμε να αποφύγουμε πλέον τη βίαιη προσαρμογή και καλό είναι η κυβέρνηση να δράσει πριν την προλάβουν τα γεγονότα. Καθώς περνούν οι ημέρες, όλο και περισσότερο κλίνω προς την άποψη ότι η αναδιαπραγμάτευση του χρέους πρέπει να αποτελέσει τον κύριο πυλώνα της οποιαδήποτε λύσης, Ευρωπαϊκής ή Διεθνούς.
* Ο κ. Γεώργιος Κ. Μπήτρου είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_1_21/03/2010_394966
_________________
Ανάθεμα εάν έχω ξαναδιαβάσει τέτοια... Μακάρι να τα βλέπαμε συχνότερα!
No comments:
Post a Comment