14.3.10

Η οικονομία της παραοικονομίας

Η ιστορία έχει ως εξής: η προστασία της ελληνικής οικονομίας από τον διεθνή ανταγωνισμό γινόταν παραδοσιακά με δασμούς και ποσοστώσεις. Όταν πια αυτό δεν ήταν δυνατόν λόγω της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ, έπρεπε κάτι άλλο να εξευρεθεί. Άλλωστε, εμείς οι Έλληνες είμαστε «ευέλικτοι άνθρωποι». Η παραοικονομία διέσωσε εκείνη την περίοδο των αρχών του ‘80 την ελληνική οικονομία.

Μετά το πρώτο σοκ των αρχών του ‘80, σιγά-σιγά, η εσωτερική δαπάνη και οι εξαγωγές άρχισαν να κινούνται, ενώ νέες επιχειρήσεις και επιχειρηματικά «τζάκια» έκαναν την εμφάνισή τους με κυρίαρχο συγκριτικό πλεονέκτημα την «παραοικονομία». Από τότε, είναι πολύ δύσκολο να κάνει κανείς σχετικά βέβαιες στατιστικές εκτιμήσεις. Η Ελλάδα πάντως πλούτισε. Ακολούθησαν 15 χρόνια περίπου ταχείας επίσημης ανάπτυξης κοντά στο 4%, και ποιος ξέρει άλλο πόσο μέσα από την «αδήλωτη οικονομία». Οι εισροές κεφαλαίου ενέτειναν το φαινόμενο της διόγκωσης των «ανεπίσημων δραστηριοτήτων», καθώς η οικονομία των υπηρεσιών (τουρισμός, ναυτιλία, ΚΠΣ) και των κατασκευών (real estate) και των οικοπέδων εκτοξεύτηκαν στον ουρανό. Έτσι, αντί να περιορίζεται το φαινόμενο της κρυφής οικονομίας με τον εξευρωπαϊσμό, αντιθέτως εκτοξεύτηκε έτι περαιτέρω. Είναι πια στη φύση της οικονομίας μας… Εύκολο και γρήγορο χρήμα, εύκολο και γρήγορο κέρδος, χμ…, όχι κέρδος, καλύτερα, πρόσοδος (rent). Εξ ου και ο χαρακτηρισμός «ραντιέρηδες» από τον Αντρέα Παπανδρέου, από τότε, 25 χρόνια πριν!

Μαζί, όμως, μεγάλωσαν και τα προβλήματα. Στην Ελλάδα, δεν μπορείς εύκολα να εισπράξεις φόρους. Η «ατυπία» μεγάλη, αλλά συνάμα και η φύση του μικρο-καπιταλισμού τέτοια που κάνουν τον έλεγχο, την καταγραφή και την είσπραξη φόρων υποθέσεις πια πολύ δύσκολες. Για να μη μνημονεύσει κανείς τη διαφθορά

Η κατάσταση κακοφόρμισε εντελώς. Εξελίχθηκε, έτσι, σε εξοργιστική επιδότηση των «προνομιούχων» ομάδων εις βάρος του συνόλου. Τα φορολογικά έσοδα είναι τα μισά από ό,τι στην Ε.Ε. Η άμεση φορολογία 4,6% του ΑΕΠ (Ε.Ε.: 9,2%), ενώ το σύνολο των εσόδων ως ποσοστό της επίσημης οικονομικής ετήσιας δραστηριότητας είναι 31%, ενώ εάν κάνει κάποιος αναγωγή των εσόδων του κράτους στο σύνολο επίσημης και ανεπίσημης οικονομίας μαζί, το ποσοστό αυτό κυμαίνεται στο 20% (Ε.Ε.: 40%).

Το παράδοξο είναι ότι, λόγω της αναξιοπιστίας εκείνων που χειρίζονται τους φόρους μας, η όποια νέα αύξηση της φορολογίας χαρακτηρίζεται, δικαίως και αδίκως, φοροεπιδρομή (!) (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα πρόσφατα μέτρα είναι δίκαια και κυρίως αποτελεσματικά).

Στην πραγματικότητα, σήμερα όλοι βιώνουμε μια υπερφιλελεύθερη, με χαμηλούς συνολικά φόρους ανισομερώς κατανεμημένους, κακορυθμισμένη και σε πολλές περιπτώσεις υπερ-ρυθμισμένη μαζί λόγω του πλήθους των σκανδαλωδώς ευνοϊκών διοικητικών ρυθμίσεων που πετυχαίνουν μικροομάδες, οικονομία. Πραγματικά πρόκειται για τραγικό αδιέξοδο.

Το χειρότερο είναι όμως αυτό το τελευταίο. Πάνω στη νοσηρή αυτή κατάσταση της ιδιόμορφης «επιτυχίας» (;) της ελληνικής οικονομίας αναπτύσσεται συνεχώς μια «οικονομία των προσοδοθήρων», με υπερβολικά πολλές ομάδες πίεσης που διεξάγουν έναν «αγώνα χαρακωμάτων» για επιβολή και διατήρηση «ρυθμίσεων» που «κανονίζουν» προσπορισμό εισοδημάτων και πόρων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα επαγγέλματα όπου οι καθορισμένες εκ του «νόμου» τιμές και η, στην ουσία, απαγόρευση άσκησης ελεύθερης επιχειρηματικότητας, έχουν καταλήξει να αποτελούν ιδιόμορφο φόρο κατοχής ιδιότητας επαγγέλματος!

Στον σπόρο της εύκολης επιτυχίας ίσως μάλιστα να υπάρχει και η καταστροφή μας, καθώς έτσι έχουν δημιουργηθεί οι συνθήκες και προϋποθέσεις των φαινομένων που βιώνουμε σήμερα: Αναρχία και περιφρόνηση των θεσμών, κομματοκρατία και κυνισμός, φθόνος και διαγκωνισμοί χωρίς κανόνες για την καθημερινή πρόσκτηση προσόδου, μηδενικό κοινωνικό κεφάλαιο εμπιστοσύνης για τη συνεργασία, την ομαδικότητα και την πρόοδο. Ανισότητα μεγάλη, καθώς ευνοούνται αυτοί που βρίσκονται στις πρώτες θέσεις πρόσκτησης και υπεράσπισης προσόδου (γιατί όλοι θέλουν να μπουν στο Δημόσιο και ιδίως στο ΥΠΕΘΟ;), και, τέλος, λόγω και των χαμηλών φορολογικών εσόδων εξαιτίας της «άτυπης οικονομίας», εξαθλιωμένες υπηρεσίες παροχής δημόσιων αγαθών από το κράτος.

Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα και με το Ευρωβαρόμετρο, οι πολίτες της πιο προικοδοτούμενης από την τύχη και τη φύση χώρας, που το κατά κεφαλήν εισόδημά της (επίσημο και… άτυπο) είναι πια εισόδημα αναπτυγμένου κράτους, είναι εξαιρετικά δυστυχείς, αλλά και αντιφατικοί στις εκτιμήσεις τους. Την ίδια στιγμή που ο Ελληνας απαιτεί το φακελάκι, επιθυμεί υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας. Εκεί όπου ζητά ποιοτικό πανεπιστήμιο, ο ίδιος ως καθηγητής δεν κάνει τη δουλειά του.

Όταν γίνεται υπουργός, ενώ γνωρίζει τον παραλογισμό της συμμετοχής κατά σχεδόν 50% των φοιτητών στην εκλογή πρυτάνεων, προέδρων κ.λπ. των ΑΕΙ (που προάγει τη συναλλαγή και το εμπόριο βαθμών), σφυρίζει αδιάφορα. Όταν βλέπει επίσημες ομάδες προστασίας να περνούν από τα μαγαζιά για να πάρουν το «μηνιάτικο μπαξίσι» τους, σφυρίζει αδιάφορα. Ίσως γιατί με την παρούσα κατάσταση όλοι βραχυχρονίως φαίνονται ευχαριστημένοι.

Όμως, έτσι, όλοι μαζί με συνέργεια εγκαθιδρύουμε ένα καθεστώς κλεπτοκρατίας και λεηλασίας, όπου ο ένας είναι όμηρος του άλλου, βάζοντας ο ένας το χέρι στην τσέπη του άλλου. Ένα «καθεστώς» όπου όλοι είναι εναντίον όλων και η πολιτική τάξη από επάνω, με πρώτη την ανεκδιήγητη αυτή κυβέρνηση, να αναπαράγεται παίζοντας το παιχνίδι του κοινωνικού διχασμού ή και του δήθεν ανήξερου διαιτητή, κλείνοντας το μάτι στην άτυπη δραστηριότητα. Δεν μπορούμε όμως τελικά να αποφύγουμε ότι, με το σύστημα «όλοι εναντίον όλων», όλοι χέρι-χέρι βυθιζόμαστε σε μια οικονομική παρακμή όπου επί ματαίω όλοι στο τέλος αναζητούν κάτι που δεν υπάρχει: τον πάτο.

Όταν φτάνουν υπουργοί να δηλώνουν ότι παρατύπησαν με κυνισμό για τα παιδιά τους, δηλαδή για να τα διασώσουν -όπως νομίζουν…- από το ελληνικό χάος και την οικονομική ζούγκλα χωρίς κανόνες, τότε δε το μήνυμα που όλοι παίρνουμε είναι: «Κάντε κι εσείς τα ίδια». Μόνο στα ολιγαρχικά καθεστώτα της Αφρικής μπορείς να βρεις υπουργούς που ζητούν διαμέρισμα-μίζα για την κόρη τους, μετεγγράφουν παρατύπως τον φοιτητή γιο τους ή φοροαποφεύγουν προκλητικώς διαδηλώνοντας περισσή περηφάνια και κυνισμό.

Να γιατί, στο τέλος, το μόνο πράγμα που έχει πάτο είναι η πολιτική. Χαμηλότερα δεν γίνεται, σε μια χώρα όπου δεν υπάρχει πραγματικά ριζοσπαστικός προοδευτικός λόγος που να αμφισβητεί με ουσία και σοβαρότητα το αντιδραστικό και γελοίο πια status quo.

Τελικά, έχουμε καταφέρει να εγκαθιδρύσουμε μια κατάσταση όπου ενώ δεν υπάρχει απελπιστική φτώχεια, η οικονομική ανισότητα που υπάρχει είναι το πιο άδικο πράγμα που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. Δηλαδή, πολλή ανισότητα, αλλά ταυτόχρονα και πολύ άδικη ανισότητα. Κι αυτό γιατί η οικονομική ανισότητά μας δεν βασίζεται στο ταλέντο και τη σκληρή εργασία, αλλά στην οικονομική και κομματική μας αφετηρία και κυρίως στην ισχύ της ομάδας στην οποία ανήκουμε, ομάδα η οποία εμπλέκεται συνήθως και με το καθεστώς της ολιγαρχικής κομματοκρατίας.

Πρώτο στάδιο εξόδου από τη δυσμενή αυτή κατάσταση στην οποία έχουμε βρεθεί είναι να τη συνειδητοποιήσουμε. Έπειτα, ελπίζουμε σε έναν ριζοσπάστη «κανονικό» πολιτικό/ άνθρωπο, με περιφρόνηση στην κατοχή περιουσιακών στοιχείων, που θα μας εκπλήξει θετικά στην πορεία και θα απελευθερώσει τους θεσμούς και την οικονομία από αγκυλώσεις και ομάδες συμφερόντων (μικρών και μεγάλων) και κυρίως θα ανακαινίσει το κράτος κηρύσσοντας την ανεξαρτησία του, την αξιοκρατία και την αναβάθμιση των δημόσιων αγαθών. Γρήγορα.

Ετικέτες: διαφθορά, ελλάδα, οικονομία

Του Θ. Πελαγίδη - 14/9/2008

No comments: