Από τον Δεκέμβριο του 2008 στη Βουλή είχε προειδοποιήσει ο πρώην πρωθυπουργός πως οδεύουμε προς ΔΝΤ
Του ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ
Ω, οι ωραίες ημέρες! Ήταν Δεκέμβριος του 2008, η Βουλή συζητούσε (τρόπος του λέγειν) τον προϋπολογισμό του 2009, ο οποίος προέβλεπε ανθηρή ανάπτυξη με ρυθμό 2,7%, ασήμαντο έλλειμμα 2,6% και, γενικά, ζωή χαρισάμενη. Τα «σπρεντ»- τα οποία τότε ακόμη δεν είχαν μπει στη ζωή μας και μόνον ένας κλειστός, αποκρυφιστικός κόσμος ειδικών παρακολουθούσε-, η διαφορά δηλαδή του επιτοκίου δανεισμού της Ελλάδας σε σχέση με της Γερμανίας, είχαν ανέβει στο 2,3% (ποσοστό που σήμερα, βεβαίως, θα έκανε την καρδιά μας να πλημμυρίσει ευτυχία) αλλά ελάχιστοι ανησυχούσαν. Ζούσαμε ακόμη στην ψευδαίσθηση ότι ήμασταν (όπως μας βεβαίωνε ο πολυχρονεμένος μας) «θωρακισμένοι».Τα ήρεμα νερά της κοινοβουλευτικής ρουτίνας ήρθε να ταράξει μια αναπάντεχη, σκοτεινή προφητεία. Ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Σημίτης ανέβηκε στο βήμα και αποφάσισε να κοινολογήσει εν Αθήναις αυτό που, όπως υποστήριξε, αποτελούσε ήδη «κοινό μυστικό» στους ευρωπαϊκούς κύκλους: Ότι η Ελλάδα οδεύει προς την κακόφημη γειτονιά των πελατών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου! Ότι οι ευρωπαϊκοί αυτοί «κύκλοι» πίστευαν πως η Ελλάδα δεν συμμορφώνεται με τα κριτήρια της ΟΝΕ, πως η κυβέρνηση Καραμανλή, την οποία τόσο πολύ και τόσο φανατικά είχαν στηρίξει οι Ευρωπαίοι, εκμεταλλεύτηκε τη στήριξη και αθέτησε τις δεσμεύσεις της, «απλώς τους κορόιδεψε», και πως κατόπιν όλων αυτών «καλό θα ήταν να αναγκαστεί η Ελλάδα να προσφύγει στο ΔΝΤ για δανεισμό, ώστε η παρακολούθηση της ελληνικής οικονομίας να είναι αρμοδιότητα του Ταμείου και όχι φροντίδα της Επιτροπής»!
Η εξέλιξη αυτή, κατά τον κ. Σημίτη, θα ήταν καταστροφική και ταπεινωτική για τη χώρα. Αλλά κανείς δεν τον πήρε στα σοβαρά. Η προφητεία του ακουγόταν απίστευτη, εξωφρενική, σχεδόν σουρεαλιστική. Ο κ. Αλογοσκούφης ανέβηκε αμέσως στο βήμα και κατακεραύνωσε την «ανεύθυνη κινδυνολογία». Το ΠΑΣΟΚ σιώπησε αμήχανο. Και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έμεινε έξω από τη ζωή μας και τη δημόσια συζήτηση για περισσότερο από έναν χρόνο.
Επέστρεψε ξαφνικά, εδώ και έναν μήνα. Με πάταγο. Πρώτα ως «απειλή» ή «μπλόφα» της Αθήνας προς το Βερολίνο, τη Φρανκφούρτη και τις Βρυξέλλες: βοηθήστε εσείς, Ευρωπαίοι εταίροι, αλλιώς έχει κι αλλού πορτοκαλιές που δανείζουν πορτοκάλια. Κι έπειτα ως υπόδειξη και προτροπή του Βερολίνου, το οποίο διά στόματος Μέρκελ μας είπε περίπου: δεν μας αδειάζετε τη γωνιά;
Βαίνουμε, λοιπόν, προς επιβεβαίωση της σκοτεινής «προφητείας Σημίτη»; Θα υποστούμε την ταπείνωση, η οποία τώρα μας ξαφνιάζει και μας εξοργίζει, αλλά, όπως φαίνεται, συστηματικά ετοιμαζόταν, συζητιόταν, ωρίμαζε έναν χρόνο τώρα; Θα πληρώσουμε τόσο βαρύ τίμημα για την ανέμελη νέα υπερχρέωση; Και, το σημαντικότερο, είναι ακόμη στο χέρι μας να αποτρέψουμε την καταστροφή ή έχουμε χάσει το δικαίωμα της επιλογής μεταξύ Βρυξελλών και Ουάσιγκτον;
Η συζήτηση, είναι αλήθεια, μας έχει ξεπεράσει. Διεξάγεται μεταξύ Βερολίνου και Παρισίων, Βρυξελλών και Φρανκφούρτης. Είναι μια συζήτηση που δεν αφορά πια τα χρέη μιας μικρής χώρας που αντιπροσωπεύει μόλις το 2,3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, αλλά το μέλλον του ευρώ και τη μοίρα της ενωμένης Ευρώπης. Θα είναι η Ευρώπη της αλληλεγγύης ή η Ευρώπη της πειθαρχίας; Θα είναι μια Ευρώπη ικανή να λύνει τα προβλήματά της με ίδια μέσα ή αναγκασμένη να προσφεύγει σε τρίτους; Και το ευρώ θα είναι η οικονομική καρδιά μιας ενωμένης Ευρώπης ή μια σημαία ευκαιρίας, που όσο εξασφάλιζε στη Γερμανία υψηλή ανταγωνιστικότητα (εις βάρος της ανταγωνιστικότητας των άλλων) και υψηλούς ρυθμούς εξαγωγών (προς τις άλλες χώρες της ευρωζώνης) ήταν χρήσιμη, μα όταν επιβάλλει στην ίδια τη Γερμανία την υποχρέωση να αιμοδοτήσει εκείνους που την αιμοδότησαν αμφισβητείται;
Η συζήτηση αυτή μας ξεπερνά, θα κριθεί ερήμην μας και θα κριθεί από τη νέα ισορροπία που θα διαμορφωθεί στον γαλλο-γερμανικό άξονα.
Κι εμείς; Ας περιοριστούμε σε αυτά που μπορούμε: να κάνουμε, δηλαδή, γρήγορα τις αλλαγές που τόσα χρόνια συζητούνται και άλλα τόσα χρόνια αναβάλλονται (αναβάλλονται επειδή ξεβολεύουν και δυσχεραίνουν την αναπαραγωγή ενός φαύλου, πελατειακού πολιτικού συστήματος), ώστε να ανοίξει ένα παράθυρο ελπίδας για το μέλλον, όταν το δράμα του δανεισμού θα έχει, έτσι ή αλλιώς, τελειώσει.
No comments:
Post a Comment