Ενα επίμονο ερώτημα στις αρχές της νέας δεκαετίας αφορά τις χρόνιες επιπτώσεις της παλιάς: Ποιες ουλές θ’ αφήσει πίσω της η Μεγάλη Υφεση; Ηδη βλέπουμε κάποιες. Οι Αμερικανοί μετακινούνται λιγότερο από κάθε άλλη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με τον οικονομολόγο Ουίλιαμ Φρέι του Brookings Institute. Οι άνθρωποι μένουν με τα υπάρχοντα σπίτια τους, δεν μπορούν να πάρουν δάνειο για ν’ αγοράσουν καινούργια και δεν μεταναστεύουν αλλού χωρίς να έχουν βρει δουλειά. Μόλις το 1,6% των Αμερικανών διέρχεται σήμερα τα πολιτειακά σύνορα, ποσοστό μειωμένο κατά το ήμισυ σε σχέση με εκείνο πριν από μια δεκαετία.
Με τις συνθήκες στην αγορά εργασίας να παραμένουν δυσοίωνες, οι νέοι εμφανίζονται επίσης πιο συγκρατημένοι. Πρόσφατη έρευνα της Fidelity Investments διαπιστώνει ότι το 25% των εργαζόμενων ηλικίας 22-33 ετών επιθυμεί να μείνει υπό τον ίδιο εργοδότη ώς τη συνταξιοδότηση. Το 2008, το ποσοστό αυτό ανερχόταν μόλις στο 14%. Ο Τζον Αϊρονς του φιλελεύθερου Ινστιτούτου Οικονομικής Πολιτικής φοβάται ότι πολλοί νεαροί Αμερικανοί, ελλείψει οικονομικής δυνατότητας, θα καθυστερήσουν ή θα εγκαταλείψουν τις σπουδές τους, περιορίζοντας σε βάθος χρόνου τις εισοδηματικές δυνατότητές τους.
Η βαθύτερη ουλή, λοιπόν, από τη Μεγάλη Υφεση θα μπορούσε να είναι μια εποχή οικονομικής απογοήτευσης, με χαρακτηριστικά τη βραδύτερη ανάπτυξη και τον σφοδρό ανταγωνισμό για ανεπαρκείς πόρους. Αναυδοι μπροστά στις τεράστιες απώλειες πλούτου σε μετοχές και ακίνητα, οι Αμερικανοί αποταμιεύουν περισσότερο και δαπανούν λιγότερο. Οι επιχειρήσεις υποφέρουν από την ασθενική ζήτηση. Οι προσλήψεις παραμένουν υποτονικές. Και το χειρότερο είναι ότι η επιβράδυνση συμπίπτει χρονικά με έναν γηράσκοντα πληθυσμό, ο οποίος μπορεί να επιδεινώσει τις επιπτώσεις. Το 2020, ο προβλεπόμενος αριθμός των Αμερικανών ηλικίας 55 και άνω θα φθάσει σχεδόν τα 100 εκατ., στο 29% του συνόλου, έναντι μόλις 59 εκατ., ήτοι 21%, το 2000.
«Οι νέοι άνθρωποι είναι πιο καινοτόμοι, πιο πρόθυμοι να ρισκάρουν, πιο πρόθυμοι να κάνουν τα πράγματα διαφορετικά», υποστηρίζει ο οικονομολόγος του πανεπιστημίου Stanford Πολ Ρόμερ σε συνέντευξή του στο βιβλίο «From Poverty to Prosperity» (Από τη φτώχεια στην ευημερία) των Αρνολντ Κλινγκ και Νικ Σουλτς. Οπως σημειώσαμε, τα σημερινά γεγονότα μπορούν να κάνουν ακόμα και τους νέους πιο απρόθυμους να αναλάβουν ρίσκο. Μια γηράσκουσα κοινωνία μπορεί να εξελιχθεί σε αμετακίνητη, ανυποχώρητη κοινωνία, προστατευτική ως προς το στάτους κβο και αντιδραστική στην αλλαγή.
Απέναντι σ’ αυτή τη δυσοίωνη προοπτική, υπάρχουν τα ιστορικά στοιχεία. Η οικονομία των ΗΠΑ είναι εκπληκτικά ανθεκτική. Υπήρξε ανέκαθεν δημιουργός θέσεων εργασίας: 21 εκατομμύρια τη δεκαετία του ’70, 18 εκατομμύρια τη δεκαετία του ’80, 17 εκατομμύρια τη δεκαετία του ’90, 12 εκατομμύρια την τρέχουσα δεκαετία ώς το 2007 (οι μικρότερες αυξήσεις θέσεων αντικατοπτρίζουν όχι λιγότερο δυναμισμό, αλλά βραδύτερη αύξηση του εργατικού δυναμικού). Μια κουλτούρα αισιοδοξίας -που συνδυάζει την έντονη φιλοδοξία με την ευελιξία προσαρμογής και το ένστικτο καινοτομίας- διασφαλίζει πως η οικονομία εν τέλει θα ανακάμψει με ορμή.
Η σφοδρή ύφεση ίσως πραγματικά να βελτίωσε τις μακροπρόθεσμες προοπτικές, εξυγιαίνοντας τις εταιρείες υψηλού κόστους και αναγκάζοντας σε αύξηση της αποδοτικότητας. Η παραγωγικότητα (παραγωγή ανά ώρα εργασίας) αυξήθηκε κατά 4% το περασμένο έτος. Τα κέρδη έχουν ήδη αυξηθεί κατά 21% σε σχέση με το ναδίρ τους. Οι εταιρείες που επιβίωσαν σύντομα θα επεκταθούν.
Ποιο όραμα θα κυριαρχήσει;
Η απάντηση μπορεί να βρίσκεται σε δύο πράγματα: το εμπόριο και την επιχειρηματικότητα. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι διαβλέπουν ισχυρότερες εξαγωγές ως υποκατάστατο των ασθενέστερων καταναλωτικών δαπανών. Δυστυχώς, αυτό εξαρτάται από την ανάπτυξη και τις εμπορικές πολιτικές στο εξωτερικό. Αντιθέτως, η επιχειρηματικότητα είναι ένα ζήτημα που εξαρτάται από τις ενέργειες των ίδιων των Αμερικανών.
Αν αμφιβάλλετε για τη σημασία του, σκεφθείτε αυτό: Κάθε καθαρή δημιουργία νέων θέσεων από το 1980 ώς το 2005 προήλθε από εταιρείες ηλικίας πέντε ετών ή και λιγότερο, σύμφωνα με έρευνα των οικονομολόγων Τζον Χάλτιουάνγκερ του πανεπιστημίου του Μέριλαντ και Ρον Τζάρμιν και Χαβιέρ Μιράντα του Census Bureau. Με την πάροδο του χρόνου, οι ώριμες εταιρείες χάνουν περισσότερες θέσεις απ’ όσες δημιουργούν. «Αυτό που μετρά δεν είναι οι μικρές εταιρείες, αλλά οι νέες», υποστηρίζει ο οικονομολόγος Ρόμπερτ Λίταν.
Αν οι Αμερικανοί δεν συνεχίσουν να δημιουργούν νέες εταιρείες -όχι μόνο υψηλής τεχνολογίας, όπως το Facebook, αλλά και κατασκευαστικές, ανθοκομικές, εστιατόρια, καθαριστήρια- η οικονομία θα πέσει σε μαρασμό. Εδώ οφείλουμε να προειδοποιήσουμε την κυβέρνηση Ομπάμα: Η περίπλοκη νομοθεσία και η υψηλή φορολογία μπορεί να αποθαρρύνουν τη γένεση επιχειρήσεων. Οσο για τα ευρύτερα ερωτήματα, ίσως χρειαστεί να περιμένουμε χρόνια για τις απαντήσεις: Αραγε, το μείγμα οικονομικών τραυμάτων και γήρανσης μας έκανε συνετούς, ή απλώς δειλούς;
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_09/01/2010_386035
2 comments:
Αυτό το άρθρο μου άρεσε πάρα πολύ σήμερα.
όταν το ανέβαζα εσένα σκεφτόμουν ;)
!!!!!!!!!!
Post a Comment