20.8.10

Μη ρεαλιστική η σκληρή λιτότητα

Διανύουμε το τρίτο έτος της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, και τα αίτια που την προκάλεσαν συνεχίζουν να απασχολούν τους οικονομολόγους όσο και την πολιτική εξουσία. Την ίδια στιγμή η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας παραμένει κρίσιμη και τα οικονομικά δεδομένα στις ανεπτυγμένες χώρες είναι άκρως ανησυχητικά.

JAMES Κ. GALBRAITH (Αμερικανός οικονομολόγος)

«Μη ρεαλιστική η σκληρή λιτότητα»

Διανύουμε το τρίτο έτος της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, και τα αίτια που την προκάλεσαν συνεχίζουν να απασχολούν τους οικονομολόγους όσο και την πολιτική εξουσία. Την ίδια στιγμή η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας παραμένει κρίσιμη και τα οικονομικά δεδομένα στις ανεπτυγμένες χώρες είναι άκρως ανησυχητικά.

Για παράδειγμα, τόσο ο διεθνής τραπεζικός τομέας όσο και οι μεγάλες βιομηχανίες σημείωσαν τρομερά ποσοστά κέρδους το 2009 όσο και το πρώτο τρίμηνο του 2010, την ίδια στιγμή που οι δείκτες ανεργίας και φτώχειας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη χτύπησαν κόκκινο.

Οπως υπογραμμίζει στη συνέντευξη που ακολουθεί ο αμερικανός οικονομολόγος James Galbraith, τα μέτρα λιτότητας, με στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων που προκάλεσε η ίδια η χρηματοοικονομική κρίση, είναι η πλέον εμφανής απόδειξη της επιβολής ενός κοινωνικού εγχειρήματος που έχει στόχο τη συνεχή και σκληρή αναδιανομή του πλούτου από τα κάτω προς τα πάνω. Υποσκάπτονται τα θεμέλια του κοινωνικού κράτους, προκειμένου να μην τεθεί φραγμός στη φρενήρη κερδοσκοπία των τελευταίων τριών δεκαετιών.

Βρεθήκατε πρόσφατα στην Ελλάδα ως καλεσμένος του έλληνα πρωθυπουργού για τη συνάντηση της επιτροπής της Σοσιαλιστικής Διεθνούς για τα παγκόσμια οικονομικά θέματα στον Πόρο. Στα σχόλιά σας αναφερθήκατε εκτενώς στα αίτια της κρίσης, με κύριο σημείο ανάλυσης την απάτη στη χρηματοοικονομική κοινότητα. Θα ήθελα μερικά σχόλια περί αυτού.

Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι στη ρίζα της σημερινής χρηματοοικονομικής κρίσης βρίσκεται μια από τις μεγαλύτερες περιπτώσεις εξαπάτησης στην οικονομική ιστορία. Οι υποθήκες που ξεκίνησαν στον ιδιωτικό τομέα στις ΗΠΑ και στη συνέχεια μεταμορφώθηκαν σε ασφαλιστικά (securities) και πουλήθηκαν μέσω των χρηματαγορών σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο αποτελούσαν στην ουσία πλαστογραφία. Ήταν έγγραφα που έμοιαζαν με υποθήκες, αλλά ήταν γνωστό στους ανθρώπους που τα δημιούργησαν ότι ήταν βέβαιο πως θα καταρρεύσουν. Διατέθηκαν στην αγορά σε ανθρώπους που δεν μπορούσαν να επιβεβαιώσουν καν το εισόδημά τους, ενώ η αξία των κατοικιών ήταν υπερβολικά υπερεκτιμημένη από διεφθαρμένους αξιολογητές.

Αυτές οι υποθήκες αποτελούσαν ξέπλυμα μαύρου χρήματος από τις εταιρείες αξιολόγησης. Αναβαθμίστηκαν από χαρτιά αξίας ΒΒΒ σε ΑΑΑ και στη συνέχεια προωθήθηκαν από τις επενδυτικές και εμπορικές τράπεζες. Πουλήθηκαν, δηλαδή, στη νόμιμη αγορά. Σε μαζική κλίμακα. Συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης. Που σημαίνει ότι σε μεγάλο βαθμό τα θύματα αυτής της απάτης ήταν οι ευρωπαίοι επενδυτές, οι ευρωπαίοι συνταξιούχοι, τα ευρωπαϊκά κεφάλαια και οι ευρωπαϊκές τράπεζες.

Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι αυτό το γεγονός συνδέεται με αυτή την κρίση, τη χρηματοπιστωτική κρίση στις ΗΠΑ, και την κρίση δημόσιου κρατικού χρέους στην Ευρώπη. Η αξία αυτών των χαρτιών, όπως με όλα τα πλαστά χαρτιά, κατέρρευσε ολότελα. Κανένας σοβαρός επενδυτής δεν θα τα πλησίαζε. Ως αποτέλεσμα, διατραπεζικές αγορές δανεισμού κατέρρευσαν και, ύστερα από μερικές πολιτικές κινήσεις με στόχο την καθυστέρηση του αναπόφευκτου, κατέρρευσαν και οι χρηματοπιστωτικές αγορές, το δίμηνο Σεπτέμβρη-Οκτώβρη 2008.

Σε ποιον βαθμό οφείλονται τα τρέχοντα ελλείμματα και το αυξανόμενο κρατικό χρέος στη χρηματοοικονομική κρίση;

Σε πολύ μεγάλο βαθμό, τα τρέχοντα ελλείμματα δημιουργήθηκαν από τη χρηματοοικονομική κρίση. Η πτώση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων (κυρίως στην κατοικία) και η απόσυρση του τραπεζικού δανεισμού προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά επέφεραν απότομη μείωση στην οικονομική δραστηριότητα και συνεπώς μεγάλη πτώση στα έσοδα από φορολογία και αύξηση στα επιδόματα ανεργίας. Σύμφωνα με μια νέα ανάλυση στελεχών του ΔΝΤ, το ήμισυ της αύξησης των ελλειμμάτων προϋπολογισμού στις μεγάλες οικονομίες ανά τον κόσμο οφείλεται στην κατάρρευση των φορολογικών εσόδων και στη χαμηλή, συχνά αρνητική, ανάπτυξη σε σχέση με την αποπληρωμή επιτοκίων στο υπάρχον χρέος. Λιγότερο από το 10% οφείλεται στην αύξηση δημόσιων δαπανών, όπως στα πακέτα οικονομικής ενίσχυσης. Αυτό το στοιχείο αποκαλύπτει ότι ο ισχυρισμός πως τα ελλείμματα δημιουργήθηκαν από υπερβολικές κρατικές δαπάνες είναι ψευδής, τόσο για την περίπτωση των ΗΠΑ όσο και για την Ευρώπη.

Συνεπώς, θα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η υψηλή ανεργία οδηγεί σε υψηλά ελλείμματα.

Σαφέστατα. Ο μοναδικός τρόπος για να μειωθεί το έλλειμμα που προκύπτει από την ανεργία είναι μέσω της μείωσης της ανεργίας. Και αυτό μπορεί να γίνει με σημαντική συμμετοχή της ιδιωτικής χρηματοδότησης, δηλαδή μέσω τραπεζικής πίστωσης, εφόσον το δημόσιο έλλειμμα πρέπει να μειωθεί. Και αυτό συνεπάγεται με τη σειρά του ότι πρέπει να θεραπεύσουμε τη χρηματοπιστωτική κρίση. Πώς; Με την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, όπου απολυμαίνουμε τους τραπεζικούς ισολογισμούς από τα τοξικά προϊόντα που έχουν συσσωρευθεί και με ριζικές αλλαγές στις τακτικές που προκάλεσαν τη χρηματοπιστωτική κρίση.

Σας εκπλήσσει το γεγονός ότι η κρίση δεν έφερε εναλλακτικές οικονομικές πολιτικές;

Θεσμικά, ο νεοφιλελευθερισμός έχει εδραιωθεί εδώ και τρεις δεκαετίες τόσο στον πολιτικό όσο και στον κόσμο της διανόησης. Η κοινότητα των ριζοσπαστικών κεϊνσιανιστών, για παράδειγμα, αποτελείται από μια χούφτα ανθρώπους. Από την άλλη μεριά, όμως, ο νεοφιλελευθερισμός έχει αποδειχθεί καταστροφικός και η κρίση θα συνεχιστεί όσο δεν λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα για την ενίσχυση της οικονομίας.

Είστε ένας από τους οικονομολόγους που ασκούν δριμύτατη κριτική στα μέτρα λιτότητας και στην εμμονή με τα ελλείμματα. Εικάζω, λοιπόν, πως θεωρείτε ότι τα μέτρα που επιβάλλει το ΔΝΤ (και, στην περίπτωση της Ελλάδας, η περιβόητη τρόικα) δεν έχουν κάποια στερεά οικονομική βάση.

Εάν ρωτήσετε τους υψηλά ιστάμενους του ΔΝΤ -και το έχω κάνει αυτό- γιατί πρέπει να υπάρχει ο στόχος του 3% για τα ελλείμματα προϋπολογισμού, γιατί ο στόχος για την αναλογία χρέους-ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος πρέπει να είναι το 60% και γιατί οι στόχοι πρέπει να υλοποιούνται μέσα σε μία πενταετία, δεν έχουν την παραμικρή ιδέα. Ρωτήστε τους γιατί το χρέος να μην είναι 80% ή 100% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και γιατί ο στόχος επίτευξης να μην είναι το 2025 ή το 2050, αντί του 2015, και δεν έχουν να προσφέρουν καμία απάντηση. Επειδή δεν υπάρχει καμία απάντηση από την οπτική γωνιά της οικονομικής θεωρίας. Αυτά τα νούμερα και οι στόχοι αποτελούν αυθαίρετα συμπεράσματα, ενώ είναι γνωστό ότι όσο πιο σκληρό είναι ένα πρόγραμμα λιτότητας τόσο πιο απίθανη και μη ρεαλιστική είναι η επιτυχία του.

WHO is who ?

Ο James Κ. Galbraith είναι ένας από τους σημαντικότερους οικονομολόγους της εποχής μας, γιος του John Kenneth Galbraith, από τις εξέχουσες φυσιογνωμίες στις οικονομικές επιστήμες του 20ού αιώνα. Καθηγητής στη Σχολή Δημόσιων Σχέσεων Λίντον Τζόνσον και του Τμήματος Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Οστιν και, επίσης, ανώτατος ερευνητής στο Ινστιτούτο Οικονομικών Λέβι. Σπούδασε στο Χάρβαρντ, στο Γέιλ και στο Κέιμπριτζ, υπηρέτησε ως εκτελεστικός διευθυντής της Οικονομικής Επιτροπής των ΗΠΑ και είναι πρόεδρος της επιτροπής Οικονομολόγων για Ειρήνη και Ασφάλεια. Εχει δημοσιεύσει δεκάδες επιστημονικά άρθρα στις πλέον έγκριτες οικονομικές επιθεωρήσεις και το τελευταίο βιβλίο του είναι το «The Predator State».

http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=14/08/2010&id=192890

Μόνο οι εργαζόμενοι θα χάσουν χωρίς να αποζημιωθούν

Δύο βασικά λάθη κάνουν όσοι ισχυρίζονται ότι μειώνοντας τους μισθούς και κάνοντας ευκολότερες τις απολύσεις η Ελλάδα θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της.

Πρώτον, άλλες χώρες που ανταγωνίζονται την Ελλάδα στην προσέλκυση επενδύσεων δεν θα μείνουν απαθείς. Θα δράσουν όπως και στο παρελθόν, για να αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη. Η Γερμανία και η Γαλλία, για παράδειγμα, θα περιορίσουν τις ροές κεφαλαίων μέσω περίπλοκων συμφωνιών και «κατανοήσεων» μεταξύ των κρατών αυτών και των μεγάλων επιχειρήσεών τους. Την ίδια στιγμή φτωχά κράτη στην Ασία και την Αφρική επίσης θα κινηθούν για να «βελτιώσουν» την ανταγωνιστικότητά τους μειώνοντας μισθούς. Αλλωστε οι εκτιμήσεις ότι η Ελλάδα με τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα εξασφάλιζε μαζικές ροές κεφαλαίων από Γερμανία, Γαλλία κ.λπ. αποδείχθηκαν λανθασμένες, καθώς οι ροές αυτές μπλοκαρίστηκαν από κάποιες πλούσιες χώρες ή κινήθηκαν προς φτωχότερα κράτη, πιο «απελπισμένα» από την Ελλάδα.

Δεύτερον, η πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης υπηρετεί πρωτίστως τα συμφέροντα δύο συμμαχικών ομάδων: α) εργοδοτών που λειτουργούν εντός των συνόρων και αναζητούν υψηλότερα έσοδα και κέρδη μέσα από τη μείωση των αμοιβών των εργαζομένων, β) τραπεζών -και πλέον και κυβερνήσεων- που σήμερα ελέγχουν το δημόσιο χρέος της χώρας και θέλουν μεγαλύτερη ασφάλεια για τα χρήματα που διέθεσαν.

Ακόμα και οι επιχειρηματίες που παράγουν για την εγχώρια αγορά (η οποία θα συρρικνωθεί εξαιτίας των μειωμένων αμοιβών των εργαζομένων) θα έχουν έμμεσα οφέλη από το γεγονός πως θα πληρώνουν μικρότερους μισθούς αλλά και την ικανοποίηση ότι οι πληγές των δημόσιων οικονομικών θα «γιατρευτούν» από τα εξτρά βάρη στους εργαζόμενους και όχι στους ίδιους.

Μόνο η μεγάλη πλειονότητα των εργαζομένων αντιμετωπίζει το πραγματικό ρίσκο και πιθανότατα θα χάσει από την προωθούμενη πολιτική χωρίς να αποζημιωθεί για αυτό.

Βέβαια η ελληνική κυβέρνηση θα πάρει μέτρα πολύ πιο «λογικά» από τη μαζική επίθεση στους εργαζομένους. Θα προσπαθήσει, για παράδειγμα, να βελτιώσει τα δημόσια οικονομικά φορολογώντας το 15% των πολιτών που έχει τα υψηλότερα εισοδήματα. Η αποτυχία να φορολογήσει αυτή την κατηγορία τα τελευταία είκοσι χρόνια -ώστε να πληρώσουν για πολλά από τα τότε κυβερνητικά προγράμματα- οδήγησε στην αύξηση του κρατικού δανεισμού, ο οποίος τώρα είναι το μεγάλο πρόβλημα.

Η ελληνική κυβέρνηση πιθανόν θα αναπτύξει μια νέα συμμαχία με άλλα ευρωπαϊκά κράτη (για παράδειγμα Πορτογαλία, Ισπανία κ.λπ.) για να υποστηρίξει την οικονομική ανάπτυξη αυτού του κομματιού της Ευρώπης και να εξασφαλίσει ότι τα οφέλη από τη συμμετοχή στην Ε.Ε. δεν θα μοιράζονται μόνο στους λίγους ισχυρούς συμμετέχοντες.

Μια κοινή δράση μεταξύ τους, για παράδειγμα, θα μπορούσε να είναι να αντιμετωπίσουν από κοινού (και εξ αυτού του τρόπου πιο ισχυρά) τους παγκόσμιους δανειστές, δηλαδή τις μεγάλες τράπεζες με την απαίτηση να επαναδιαπραγματευτούν μαζί τους τα εθνικά χρέη. Υπάρχουν πολλές ακόμα τέτοιες εναλλακτικές πολιτικές.

Στο τέλος, θα είναι θέμα ιδεολογίας και πολιτικής -το πώς οι άνθρωποι καταλαβαίνουν και δρουν μαζί (ή όχι)- το να κριθεί σε ποια κατεύθυνση η Ελλάδα και η υπόλοιπη Ευρώπη οδεύει. Ο υπόλοιπος κόσμος -ειδικά οι χώρες που έχουν προβλήματα αντίστοιχα με τα ελληνικά- περιμένουν να δουν πως η γνωστή για την οργάνωση και τη μαχητικότητά της ελληνική εργατική τάξη θα αντιδράσει στην επίθεση που τώρα δέχεται.

* Ομότιμος καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης στο Αμχερστ.

«Η Ελλάδα έχει ξεκινήσει μια κούρσα προς τα κάτω»

Η στρατηγική πίσω από τη μείωση του μισθολογικού κόστους και τον περιορισμό των δικαιωμάτων των εργαζομένων είναι προφανής.

Η Ελλάδα έχει ξεκινήσει μια κούρσα προς τα κάτω: θέλει να κερδίσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αποκτώντας τα χαμηλότερα στάνταρτ βιοτικού επιπέδου και αμοιβών στην ευρωζώνη. Βέβαια, κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να συμβεί δεδομένης και της πρόσφατης ένταξης στο ενιαίο νόμισμα της Εσθονίας.

Ακόμα και σε καλύτερες συγκυρίες αυτή είναι μια επικίνδυνη στρατηγική. Δεδομένου ότι όλα τα μέλη της ευρωζώνης έχουν άρει τους φραγμούς στις μεταφορές προϊόντων και έχουν υιοθετήσει κοινό νόμισμα δεν υπάρχει η δυνατότητα να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα με κλασικές μεθόδους όπως η υποτίμηση ή η επιβολή δασμών.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το εμπορικό πλεόνασμα μπορεί να επιτευχθεί μόνο μειώνοντας το κόστος και αυξάνοντας την παραγωγικότητα της εργασίας. Το κόστος μπορεί να μειωθεί με τον περιορισμό των μισθών και των προνομίων. Η παραγωγικότητα αυξάνει όταν οι εργαζόμενοι δουλεύουν σκληρότερα, περισσότερες ώρες, όταν έχουν μικρότερες άδειες και όταν αυξηθούν τα όρια ηλικίας στη συνταξιοδότηση.

Ολα τα κράτη θα υιοθετήσουν ανάλογες στρατηγικές. Τα δεδομένα άλλωστε έγιναν πολύ χειρότερα από τη βαθιά οικονομική κρίση. Οι αγορές που υποδέχονται τις εξαγωγές δοκιμάζονται και ο τουρισμός είναι μειωμένος. Εν τω μεταξύ οι κυβερνήσεις μειώνουν τις δαπάνες τους ειδικά σε τομείς που βοηθούν την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, όπως είναι οι δημόσιες υποδομές και η εκπαίδευση. Μικρότεροι μισθοί και μείωση του εργατικού δυναμικού, λόγω ανεργίας, συνεπάγονται κατάρρευση των κρατικών εσόδων από τη φορολογία. Αυτό δημιουργεί φαύλο κύκλο μείωσης των δαπανών και νέας μείωσης των φορολογικών εσόδων ο οποίος δεν επιτρέπει να μειωθούν τα ελλείμματα.

Είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα έχει τα προβλήματά της. Το κόστος εργασίας αυξήθηκε σημαντικά την τελευταία δεκαετία, πολύ περισσότερο απ' ό,τι στη Γερμανία ή σε άλλες χώρες της ευρωζώνης. Η άποψη όμως ότι οι Ελληνες απολαμβάνουν ένα υπερβολικά γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας διαψεύδεται από τα δεδομένα. Στην πραγματικότητα οι Ελληνες έχουν ένα από τα χαμηλότερα εισοδήματα στην Ευρώπη (21.100 ευρώ), πολύ χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης (27.600 ευρώ) και της Γερμανίας (29.400 ευρώ).

Επιπρόσθετα, το ελληνικό δίχτυ κοινωνικής προστασίας μπορεί να δείχνει γενναιόδωρο με βάση τα αμερικανικά στάνταρντ, είναι όμως μέτριο με βάση τα ευρωπαϊκά. Κατά μέσο όρο την περίοδο 1998-2007 η Ελλάδα διέθετε μόνο 3.530 ευρώ κατά κεφαλήν για δράσεις κοινωνικής προστασίας, λιγότερα απ' ό,τι η Ισπανία και μόνο 700 ευρώ περισσότερα από την Πορτογαλία. Αντίθετα, Γερμανία και Γαλλία ξοδεύουν υπερδιπλάσια ποσά από την Ελλάδα, ενώ ο μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι 6.251,78 ευρώ.

Ακόμα και η Ιρλανδία, η οποία έχει μια από τις πλέον νεοφιλελεύθερες οικονομίες, διαθέτει περισσότερα για την κοινωνική προστασία από την υποτιθέμενα «γαλαντώμα» Ελλάδα. Επίσης η Ελλάδα έχει μια από τις πλέον άνισες αναδιανομές εισοδήματος και σχετικά υψηλό επίπεδο φτώχειας. Και πάλι δηλαδή τα στοιχεία δεν επιβεβαιώνουν την εικόνα ενός κράτους με υπερβολικά γενναιόδωρες παροχές. Οι προτεινόμενες αλλαγές απλώς θα αυξήσουν την ψαλίδα μεταξύ του επιπέδου ζωής των Ελλήνων έναντι των πλουσιότερων ευρωπαϊκών κρατών.

Αυτή είναι μια κούρσα προς τα κάτω η οποία μπορεί να κερδηθεί μόνο από τον... μεγαλύτερο χαμένο. Είναι περίεργο που η Ε.Ε. και το ΔΝΤ προωθούν μια τέτοια «κούρσα» δεδομένου ότι βρίσκεται σε τελείως αντίθετη κατεύθυνση με τη μακροπρόθεσμη στρατηγική σύγκλισης σε όλη την Ευρώπη. Τελικά αυτό θα καταστρέψει την Ενωση.

* Καθηγητής Οικονομικών και διευθυντής έρευνας στο Κέντρο για Πλήρη Απασχόληση και Σταθερότητα Τιμών του Πανεπιστημίου Μισούρι στο Κάνσας και Senior Scholar στο Ινστιτούτο Οικονομικών Λέβι στη Νέα Υόρκη.

http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=14/08/2010&id=192887

No comments: