Για τον κίνδυνο εκδήλωσης νέας δημοσιονομικής κρίσης, πολύ σφοδρότερης από τη σημερινή, προειδοποίησε ο νομπελίστας καθηγητής του London School of Economics, Χριστόφορος Πισσαρίδης. Μιλώντας την Πέμπτη σε συνέδριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την απασχόληση, ο διακεκριμένος Ελληνοκύπριος οικονομολόγος δεν έκρυψε την ανησυχία του για τις δημογραφικές τάσεις στην Ευρώπη, οι οποίες «παρά τις δικές του πολιτικές τοποθετήσεις», όπως είπε, θα καταστήσουν αναγκαία την προϊούσα ιδιωτικοποίηση των δημόσιων συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης και εκπαίδευσης. Η «απαισιόδοξη», όπως τη χαρακτήρισε, αυτή προοπτική είναι αναπόφευκτη, τόσο για λόγους δημοσιονομικής σταθερότητας, όσο και επειδή έτσι θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας σε δύο τομείς υπηρεσιών, όπου οι ανάγκες σε εργατικό δυναμικό θα αυξηθούν μεσοπρόθεσμα.
Σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις, οι οποίες είναι και ο κλάδος στον οποίο ειδικεύεται, ο καθηγητής Πισσαρίδης υπογράμμισε ότι θα πρέπει να γίνουν πιο ευέλικτες, προκειμένου να καταπολεμηθεί η ανεργία. Μέρος της λύσης είναι να μεταφερθεί το βάρος, το οποίο σήμερα επωμίζονται οι εργοδότες για την εξασφάλιση των εργαζομένων τους σε περίπτωση απόλυσης, στο κράτος. Σε ερώτηση της «Κ» για το πώς είναι δυνατόν να επιτευχθεί κάτι τέτοιο χωρίς να επιβαρυνθούν περαιτέρω τα ήδη δοκιμαζόμενα δημόσια ταμεία, ο κ. Πισσαρίδης απάντησε ότι είναι προτιμότερο για τους εργοδότες να συνεισφέρουν κάτι παραπάνω στα ταμεία ανεργίας, προκειμένου να αναλαμβάνει το κράτος την προστασία όσων απολύονται, παρά να υφίστανται περιορισμούς για το «ποιους και πόσους υπαλλήλους θα έχουν και πόσες θέσεις εργασίας θα διατηρούν ανοιχτές». «Από εκεί και πέρα», συμπλήρωσε, «επαφίεται στο κράτος να επιδείξει αυτοσυγκράτηση και να μη χρησιμοποιεί τις εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών για άλλους σκοπούς, πέρα από την υποστήριξη των ανέργων». Με άλλα λόγια, το κράτος θα πρέπει να παρεμβαίνει λιγότερο στις εργασιακές σχέσεις και να επικεντρώνει τις προσπάθειές του στην επανένταξη των ανέργων. Ο στόχος αυτός θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της αποτελεσματικότερης διανομής των κονδυλίων που διαθέτουν τα υπουργεία εργασίας, της σύνδεσης των επιδομάτων ανεργίας με τη συμμετοχή σε προγράμματα επανακατάρτισης, διά βίου μάθησης και επιδοτούμενης εργασίας και την προοδευτική κατάργηση των επιδομάτων αυτών για όσους αρνούνται θέσεις εργασίας. «Σε καμία περίπτωση», δήλωσε ο καθηγητής σε μικρή ομάδα δημοσιογράφων μετά την ομιλία του, «δεν πρέπει να συνεχίζει να δίνεται επίδομα ανεργίας χωρίς όρους μετά το πέρας 12 μηνών».
Εργαζόμενοι 2 ταχυτήτωνΩστόσο, ούτε ο κ. Πισσαρίδης, αλλά ούτε και οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στο συνέδριο της Κομισιόν, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν υψηλόβαθμα στελέχη της Ε.Ε., του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και εκπρόσωποι δεξαμενών σκέψης και ακαδημαϊκοί, δεν τάχθηκαν υπέρ της πλήρους απελευθέρωσης. Απαντες σχεδόν σημείωσαν ότι το μεγάλο πρόβλημα σε χώρες με υψηλή ανεργία, όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, είναι η ύπαρξη εργαζομένων δύο ταχυτήτων: των απόλυτα προστατευόμενων και των απόλυτα απροστάτευτων. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει δημοσίους υπαλλήλους, αλλά και υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι είναι σχεδόν αδύνατον να απολυθούν χωρίς βαρύτατο κόστος για την εταιρεία τους, ασχέτως αν είναι παραγωγικοί και χρήσιμοι ή όχι. Το εν λόγω καθεστώς ουσιαστικής ασυλίας έχει διασφαλιστεί μέσω των συμβάσεων που έχουν πετύχει γι’ αυτούς οι ενώσεις και τα συνδικάτα τους και στις οποίες έχουν συναινέσει οι κυβερνήσεις. Τη στρέβλωση αυτήν «πληρώνουν» οι υπάλληλοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και συμβάσεις έργου, οι οποίοι, κυρίως στην Ισπανία, αμείβονται με εξευτελιστικούς μισθούς και δεν έχουν κανένα δίχτυ προστασίας.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_100020_13/03/2011_435660
Σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις, οι οποίες είναι και ο κλάδος στον οποίο ειδικεύεται, ο καθηγητής Πισσαρίδης υπογράμμισε ότι θα πρέπει να γίνουν πιο ευέλικτες, προκειμένου να καταπολεμηθεί η ανεργία. Μέρος της λύσης είναι να μεταφερθεί το βάρος, το οποίο σήμερα επωμίζονται οι εργοδότες για την εξασφάλιση των εργαζομένων τους σε περίπτωση απόλυσης, στο κράτος. Σε ερώτηση της «Κ» για το πώς είναι δυνατόν να επιτευχθεί κάτι τέτοιο χωρίς να επιβαρυνθούν περαιτέρω τα ήδη δοκιμαζόμενα δημόσια ταμεία, ο κ. Πισσαρίδης απάντησε ότι είναι προτιμότερο για τους εργοδότες να συνεισφέρουν κάτι παραπάνω στα ταμεία ανεργίας, προκειμένου να αναλαμβάνει το κράτος την προστασία όσων απολύονται, παρά να υφίστανται περιορισμούς για το «ποιους και πόσους υπαλλήλους θα έχουν και πόσες θέσεις εργασίας θα διατηρούν ανοιχτές». «Από εκεί και πέρα», συμπλήρωσε, «επαφίεται στο κράτος να επιδείξει αυτοσυγκράτηση και να μη χρησιμοποιεί τις εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών για άλλους σκοπούς, πέρα από την υποστήριξη των ανέργων». Με άλλα λόγια, το κράτος θα πρέπει να παρεμβαίνει λιγότερο στις εργασιακές σχέσεις και να επικεντρώνει τις προσπάθειές του στην επανένταξη των ανέργων. Ο στόχος αυτός θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της αποτελεσματικότερης διανομής των κονδυλίων που διαθέτουν τα υπουργεία εργασίας, της σύνδεσης των επιδομάτων ανεργίας με τη συμμετοχή σε προγράμματα επανακατάρτισης, διά βίου μάθησης και επιδοτούμενης εργασίας και την προοδευτική κατάργηση των επιδομάτων αυτών για όσους αρνούνται θέσεις εργασίας. «Σε καμία περίπτωση», δήλωσε ο καθηγητής σε μικρή ομάδα δημοσιογράφων μετά την ομιλία του, «δεν πρέπει να συνεχίζει να δίνεται επίδομα ανεργίας χωρίς όρους μετά το πέρας 12 μηνών».
Εργαζόμενοι 2 ταχυτήτωνΩστόσο, ούτε ο κ. Πισσαρίδης, αλλά ούτε και οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στο συνέδριο της Κομισιόν, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν υψηλόβαθμα στελέχη της Ε.Ε., του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και εκπρόσωποι δεξαμενών σκέψης και ακαδημαϊκοί, δεν τάχθηκαν υπέρ της πλήρους απελευθέρωσης. Απαντες σχεδόν σημείωσαν ότι το μεγάλο πρόβλημα σε χώρες με υψηλή ανεργία, όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, είναι η ύπαρξη εργαζομένων δύο ταχυτήτων: των απόλυτα προστατευόμενων και των απόλυτα απροστάτευτων. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει δημοσίους υπαλλήλους, αλλά και υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι είναι σχεδόν αδύνατον να απολυθούν χωρίς βαρύτατο κόστος για την εταιρεία τους, ασχέτως αν είναι παραγωγικοί και χρήσιμοι ή όχι. Το εν λόγω καθεστώς ουσιαστικής ασυλίας έχει διασφαλιστεί μέσω των συμβάσεων που έχουν πετύχει γι’ αυτούς οι ενώσεις και τα συνδικάτα τους και στις οποίες έχουν συναινέσει οι κυβερνήσεις. Τη στρέβλωση αυτήν «πληρώνουν» οι υπάλληλοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και συμβάσεις έργου, οι οποίοι, κυρίως στην Ισπανία, αμείβονται με εξευτελιστικούς μισθούς και δεν έχουν κανένα δίχτυ προστασίας.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_100020_13/03/2011_435660
No comments:
Post a Comment