Νέα κεφάλαια συνολικού ύψους 34 δισ. ευρώ θα χρειαστούν οι ελληνικές τράπεζες, εάν τα επόμενα χρόνια η Ευρώπη βυθιστεί σε ακόμα σοβαρότερη ύφεση, σύμφωνα με το stress test που πραγματοποίησε η Standard & Poor’s. Στο τεστ κοπώσεως του οίκου αξιολόγησης (το οποίο είναι πιο αυστηρό από την επίσημη δοκιμασία στην οποία υποβάλλει τις τράπεζές της η Ευρωπαϊκή Ένωση), «κόβονται» και οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες οι οποίες, πάντως, δεν κατονομάζονται από την S&P.
Τα ποσά που υπολογίζεται ότι θα χρειαζόταν να αντλήσουν ισοδυναμούν σχεδόν με το 15% του ΑΕΠ, κάτι που μαρτυρά ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι το πιο ευάλωτο της Ευρώπης απέναντι σε μια ακόμα σοβαρότερη κρίση. Ένα τέτοιο σενάριο θα επιβάρυνε δραματικά και τη φερεγγυότητα του κράτους, εκτινάσσοντας το δημόσιο χρέος στο 330% του ΑΕΠ, προειδοποιεί η σχετική μελέτη.
Η Standard & Poor’s θεωρεί ότι οι φόβοι της αγοράς για ενδεχόμενη χρεοκοπία χωρών-μελών της Ευρωζώνης είναι υπερβολικοί. Παρ’ όλα αυτά, εν μέσω διαμαρτυριών για τα υπερβολικά επιεική και άρα αναξιόπιστα stress tests που διεξάγει η Ευρωπαϊκή Ένωση, έκρινε σκόπιμο να δοκιμάσει τις αντοχές 99 ευρωπαϊκών τραπεζών απέναντι σε ένα ακραίο σενάριο επιτοκιακού σοκ.
Το σενάριο που χρησιμοποίησε η S&P στηρίζεται σε στατιστικά στοιχεία περασμένων κρίσεων χρέους και αποτελείται από τρεις φάσεις, οι οποίες εκτυλίσσονται σε βάθος πενταετίας, έως το 2015.
Στην πρώτη φάση σημειώνεται απότομη αύξηση του κόστους δανεισμού των πιο ευάλωτων κρατών καθώς και των τραπεζών τους, στη συνέχεια οι ανησυχίες μεταδίδονται στον επιχειρηματικό κλάδο, ο οποίος αρχίζει να μειώνει τις επενδύσεις του υπό το φόβο του πλήγματος στην κατανάλωση, ενώ στην τρίτη φάση η κρίση εξελίσσεται σε μια βαθιά ύφεση, με υψηλή ανεργία και αυξημένα δημοσιονομικά ελλείμματα.
Από τις 99 τράπεζες που υποβλήθηκαν σε αυτό το stress test της Standard & Poor’s, οι 22 απέτυχαν, με τον οίκο να υπολογίζει ότι για να φέρουν το tier 1 τους στο 7%, θα χρειάζονταν συνολικά 161 δισ. ευρώ σε νέα κεφάλαια. Με δεδομένο ότι το δείγμα που χρησιμοποίησε ο οίκος αντιστοιχεί στο 70% του συνολικού ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου, οι αναλυτές υπολογίζουν τις κεφαλαιακές ανάγκες του συνολικού τραπεζικού συστήματος της περιοχής στα 200-250 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 2% του ΑΕΠ των χωρών αυτών.
Οι μεγαλύτερες ανάγκες, σε σχέση με το συνολικό ΑΕΠ της χώρας, θα προέκυπταν στην Ελλάδα. Το σενάριο που χρησιμοποίησε η S&P υποθέτει τη συνολική συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας κατά 20% έως το 2015, τη μείωση της απασχόλησης κατά 25%, την πτώση του χρηματιστηρίου της Αθήνας κατά 70% και τη μείωση των τιμών των ακινήτων κατά 45%-50%. Σε αυτό το αρνητικό σενάριο, το tier 1 και των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών θα έπεφτε κάτω από το 6% και για να το επαναφέρουν στο 7%, θα έπρεπε να αντλήσουν 34 δισ. ευρώ σε νέα κεφάλαια.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι ιρλανδικές τράπεζες (που σε αντίθεση με την ελληνική περίπτωση, είναι εκείνες που ευθύνονται για την κρίση της χώρας τους), θα είχαν στο ίδιο σενάριο μικρότερες κεφαλαιακές ανάγκες, συνολικού ύψους 19 δισ. ευρώ ή στο 12,2% του ΑΕΠ της Ιρλανδίας.
Σε κάθε περίπτωση, η S&P εκτιμά ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, οι τράπεζες θα μπορούσαν να ελπίζουν σε περαιτέρω στήριξη από τις κυβερνήσεις τους, αφού οι χώρες της Ευρωζώνης δεν θα ήταν διατεθειμένες να διακινδυνεύσουν μια συστημική κρίση.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, οι αναλυτές προειδοποιούν ότι στο σενάριο του επιτοκιακού σοκ, σοβαρές θα ήταν οι επιπτώσεις και για τις κυβερνήσεις, οι οποίες θα έβλεπαν τις δανειακές τους ανάγκες να αυξάνονται κατά 25%. Ενδεικτικά, οι αδύναμες χώρες της περιφέρειας -Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία- θα έπρεπε να δανειστούν 640 δισ. ευρώ το 2015, έναντι 329 δισ. που είναι οι ανάγκες τους για το 2011.
H S&P εκτιμά ότι η Ευρώπη θα μπορούσε να αντέξει μια τέτοια κρίση, όμως παραδέχεται ότι το κοινωνικό κόστος θα ήταν τεράστιο και οι πολιτικές επιπτώσεις απρόβλεπτες. Οι ψηφοφόροι της Ευρώπης θα δελεάζονταν από τους πολιτικούς που θα τάσσονταν υπέρ των μέτρων οικονομικού προστατευτισμού αλλά και της εξόδου από την Ευρωζώνη, με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού.
Μια τέτοια κρίση θα δοκίμαζε έντονα τους δεσμούς των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έως του σημείου που οι κυβερνήσεις δεν θα είχαν άλλη εναλλακτική από το να διαλέξουν ανάμεσα στην πολύ στενότερη δημοσιονομική ενοποίηση ή τη διάσπαση της Ευρωζώνης.
Ποια σενάρια για deals μπορούν να στηρίξουν τις τραπεζικές μετοχές
Μπορεί οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών να χαρακτηρίζονται ακριβές έπειτα και από τις υπεραποδόσεις του 2011, ωστόσο τα σενάρια περί συγκέντρωσης του κλάδου είναι ικανά να στηρίξουν τις τιμές τους, εκτιμά η Goldman Sachs στην έκθεσή της.
Ο οίκος πιστεύει ότι το premium του 18,5% που εμπεριείχε η προσφορά της Εθνικής Τράπεζας για την Alpha Bank δικαιολογεί την άνοδο της μετοχής της τελευταίας. Μάλιστα, προβλέπει ότι τα σχετικά σενάρια θα συνεχίσουν να λειτουργούν υποστηρικτικά για την Alpha, χωρίς να αποκλείει και μια βελτιωμένη προσφορά εκ μέρους της Εθνικής. Ωστόσο, στην περίπτωση που η Εθνική δηλώσει ότι δεν ενδιαφέρεται πλέον για τη συμφωνία, το premium που έχει ενσωματωθεί στη μετοχή της Alpha θα χαθεί, προειδοποιεί η Goldman.
Την ίδια στιγμή, ο οίκος αμφισβητεί τη λογική πίσω από την ανοδική πορεία των μετοχών των Eurobank και Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Η Eurobank χαρακτηρίζεται απίθανος στόχος εξαγοράς, αφού έχοντας πιο συγκεντρωμένη μετοχική βάση, μοιραία θα είχε και το πάνω χέρι στον ενοποιημένο όμιλο που θα προέκυπτε από ενδεχόμενη συμφωνία συγχώνευσης. Πάντως, η Goldman Sachs δεν απορρίπτει κανένα σενάριο, αναγνωρίζοντας ότι λόγω των εντονότατων πιέσεων που δέχονται οι τράπεζες για συγχωνεύσεις, όλοι οι συνδυασμοί είναι πιθανοί.
Σε ό,τι αφορά το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, εκτιμά ότι η ισχυρή καταθετική του βάση το καθιστά ελκυστικό στόχο εξαγοράς, όμως με αποτίμηση περίπου 1,6 φορές την εμπράγματη λογιστική αξία, είναι μια σχετικά ακριβή μετοχή. Επιπλέον, στην περίπτωση πώλησης του ΤΤ, η κυβέρνηση θα πίεζε για μια προσφορά σε μετρητά, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους των αποκρατικοποιήσεων, κάτι που σημαίνει ότι ο όποιος ενδιαφερόμενος αγοραστής θα έπρεπε να προχωρήσει σε αύξηση κεφαλαίου.
Δεν θα ανοίξει έτσι απλά η διατραπεζική αγορά
Ακόμα κι αν οι ελληνικές τράπεζες περάσουν τα νέα stress tests της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή καλύψουν τις όποιες «τρύπες» διαπιστωθούν στην κεφαλαιακή τους επάρκεια, αυτό δεν σημαίνει ότι θα μπορέσουν άμεσα να ανακτήσουν την πρόσβασή τους στη διατραπεζική αγορά, προειδοποιούν οι αναλυτές της Fitch.
Ο οίκος εκτιμά ότι τα φετινά τεστ κοπώσεως θα είναι σχετικά πιο αξιόπιστα από αυτά που πραγματοποιήθηκαν πέρυσι το καλοκαίρι. Ωστόσο, για τις ελληνικές τράπεζες αλλά και τις υπόλοιπες που αντιμετωπίζονται με επιφυλακτικότητα στις διεθνείς χρηματαγορές -δηλαδή τις πορτογαλικές και κάποιες ισπανικές- αυτό δεν θα είναι παρά ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Για να αποκτήσουν ξανά πρόσβαση σε χρηματοδότηση, σε ένα λογικό κόστος, θα απαιτηθεί η βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών και η μείωση των κινδύνων της κρίσης χρέους.http://www.isotimia.gr/default.asp?pid=24&ct=13&artid=94851
No comments:
Post a Comment